Από την ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΑΠΑΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
Συναντήσαμε τον Γιώργο Μαργαρίτη στο καμαρίνι του στο νυχτερινό κέντρο «Θέα», όπου εμφανίζεται με τον Κώστα Καραφώτη και τον Γιώργο Τσαλίκη. Τελειομανής, σοβαρός αλλά και με χιούμορ, είχε μπροστά του τα χαρτιά του και μελετούσε σχολαστικά το πρόγραμμά του. Κάποια στιγμή μπήκε ο Κώστας Καραφώτης και ο Γιώργος Μαργαρίτης άρχισε τις συμβουλές, την ώρα που η πιστή του βοηθός, η Μαρίνα, έβαζε μια τάξη στο καμαρίνι του λίγο πριν εκείνος ανέβει στην πίστα. Μια γνήσια λαϊκή φωνή, ένας άνθρωπος ντόμπρος και αυθεντικός, ένας από τους λίγους μιας γενιάς τραγουδιστών που πέρασαν δύσκολα μέχρι να καταξιωθούν, αλλά παρέμειναν απλοί και προσιτοί στο κοινό.Κύριε Μαργαρίτη, σας πετυχαίνουμε σε μια ωραία στιγμή, ξανά σε μεγάλη πίστα και σε ένα σχήμα με νέα, ταλαντούχα παιδιά.
«Είμαι σε ένα φιρμάτο μαγαζί - από αυτά τα μαγαζιά απέχω αρκετά χρόνια. Είμαι όμως εδώ ξανά, όπως πριν από 25 χρόνια, ως ?Νεράιδα? τότε? Τώρα πια πάλιωσα. Όσο για τον Καραφώτη και τον Τσαλίκη, είναι σούπερ, λεβεντόπαιδα, και περνάμε καλά».
Σας αρέσουν οι συνεργασίες με νέους τραγουδιστές. Δεν σνομπάρετε τα νέα παιδιά;
«Γιατί να τα σνομπάρω; Υπήρξα κι εγώ νέος, υπήρξαν και άλλοι και είναι λάθος να σνομπάρεις τα νέα παιδιά».
Δηλαδή, θα δεχόσασταν μια συνεργασία, για παράδειγμα, και με την Τζούλια Αλεξανδράτου ή τη Σάσα Μπάστα;
«Αν έκαναν πολύ καλά τη δουλειά τους όχι απλώς δεν θα τις έδιωχνα, θα τις βοηθούσα κιόλας. Αμέ, και βέβαια θα συνεργαζόμουν».
Έχετε βιώσει την αχαριστία μέσα από τις συνεργασίες σας;
«Και αυτά είναι μέσα στο πρόγραμμα. Βρε Κατερίνα, τι ψάχνεις να βρεις! Αυτά υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν! Πρέπει να έχεις στομάχι ωραίο, γερό και να μην τα παίρνεις χαμπάρι αυτά, να μην έχεις κανένα πρόβλημα. Βέβαια, αν υπάρχει τρομερή αδικία και πνίγεσαι, μπορεί κάποια στιγμή να βγεις από τα ρούχα σου, αλλά και αυτό θα πρέπει να το περνάς στο... ντούκου».
Πιστεύετε ότι οι τραγουδιστές της νέας γενιάς είναι πιο ευνοημένοι σε σχέση με εσάς τους παλιότερους;
«Τώρα τα πράγματα είναι καλύτερα. Πού να πεις τραγούδι τότε; Δεν πέρναγες με τίποτα. Αυτά τα θηρία που γράφανε αυτά τα τραγούδια, αυτό το χρυσάφι που μας έχουν παραδώσει αυτοί οι άνθρωποι δεν σου τα έδιναν αν δεν άξιζες. Δεν σου έδιναν ούτε ένα "α"! Τώρα το "α" το γράφουν μόνοι τους, το τραγουδάνε μόνοι τους, αλλά επικρατούν. Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχουν διάρκεια. Και να σου πω τι λείπει; Το κάτι διαφορετικό, το ότι είναι όλοι ίδιοι. Λείπει το χρώμα, αυτή η φωνή η διαφορετική».
Σας άγγιξε η κρίση που περνάει η νύχτα;
«Βέβαια. Υπάρχει η κρίση και η κάθε κυβέρνηση θα πρέπει να μας προσέξει όλους τους πολίτες. Κάνουμε συμβιβασμούς για να ξεπεράσουμε την κρίση και πολλά άλλα, που δεν λέγονται αυτή τη στιγμή».
Είστε τόσα χρόνια στη νυχτερινή διασκέδαση. Έχετε ζήσει μια άνετη ζωή; Κάνατε οικονομίες;
«Όχι, δεν έχω καμία σχέση με αυτά. Δεν μπορώ να κρατήσω το χρήμα κι απ’ ό,τι έχω καταλάβει, αν είσαι απλοχέρης, ο Θεός σ’ τα ξαναδίνει. Εδώ είναι τα ρημάδια, δεν σ’ τα παίρνει κανένας. Εδώ μένουν! Απλώς είναι κρίμα να περνάει ο ένας καλά και ο άλλος να πεινάει».
Δηλαδή, σας ενοχλεί η κοινωνική αδικία;
«Βέβαια. Εγώ κάθε βράδυ βλέπω όλες τις τάξεις. Και στην επαρχία και εδώ. Η μεγάλη μας επαρχία είναι η Αθήνα. Εδώ είναι ο μεγάλος πόνος. Γιατί στην επαρχία έχουν στην ανάγκη και το ζαρζαβατικό τους. Εδώ όμως δεν έχουν την ντομάτα και την πιπεριά να τις κόψουν από τον κήπο! Πρέπει να πάνε όλοι στη λαϊκή».
Είστε παντρεμένος εδώ και 20 χρόνια και έχετε αποκτήσει δύο παιδιά. Νιώθετε ακόμα ερωτευμένος;
«Βέβαια και είμαι ερωτευμένος, κάθε μέρα. Δεν είναι ανάγκη να είμαι ερωτευμένος με γυναίκα. Είμαι ερωτευμένος και με τη ζωή και με πράγματα? Η σύζυγος άλλωστε κοιτάει το σπίτι και δεν ανακατεύεται στις δουλειές μου (Γέλια.)».
Θα προτρέπατε τα παιδιά σας να γίνουν τραγουδιστές;
«Αγαπάνε πάρα πολύ τα γράμματα. Πάνω απ’ όλα έχουν τα γράμματα. Ο Κώστας έχει πάει και ωδείο, παίζει κιθαρίτσα, και η Μαρία μου. Και τα δύο παιδιά είναι γεννημένα στις 5 Μαρτίου με διαφορά ενός χρόνου. Ό,τι θέλω κάνω δηλαδή...(Γέλια.)».
Η επαφή σας με τον Βασίλη Τσιτσάνη ήταν σημαδιακή...
«Τον γνώρισα σε ηλικία 12 ετών στα Τρίκαλα, εκεί που είχαν το καφενείο τους τα αδέρφια του. Με καλοδέχτηκε και μου είχε πει όταν μεγάλωνα να πήγαινα να τον βρω. Όταν μεγάλωσα και τελείωσα και το φανταριλίκι, πήγα και τον βρήκα. Ήταν όμως η περίοδος που είχε σταματήσει να γράφει τραγούδια κι έτσι δεν πρόλαβα να πω δημιουργίες δικές του. Βέβαια, του είχα πει ότι ήθελα να κάνω κάποιες επανεκτελέσεις από τραγούδια δικά του. Το νέο μου διπλό άλμπουμ που βγαίνει τώρα αποτελείται από επανεκτελέσεις τραγουδιών του Τσιτσάνη».
Πώς βλέπετε τα μουσικά ριάλιτι; Πιστεύετε ότι βοηθάνε τα νέα παιδιά;
«Γιατί όχι; Καμιά φορά βγαίνει κάτι καλό. Δεν είμαι αρνητικός. Τότε, στα δικά μας χρόνια, γίνονταν αφιλοκερδώς κάποιες ακροάσεις, όπως στο άλσος, στο Ζάππειο με τον Οικονομίδη. Εκεί ανακάλυπταν κάποιο ταλέντο. Τώρα όμως υπάρχουν και τα χρήματα... Τι να κάνουν οι άνθρωποι, να μην το δουν ως χρήματα; Μέσα από τα χρήματα γίνονται όλα».
Είχατε κάποιο πρότυπο ως νέος καλλιτέχνης;
«Ήταν αρκετοί τραγουδιστές τότε που λάτρευα. Τον Πρόδρομο Τσαουσάκη, τον Στέλιο Καζαντζίδη, τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, τον Στράτο Διονυσίου, τον Μανώλη Αγγελόπουλο, τον Περπινιάδη, τον Γαβαλά, τρομεροί τραγουδιστές. Όλοι ήταν σπουδαίοι. Ήταν ωραίοι τραγουδιστές. Εγώ ξεκίνησα με ένα άλλο σπουδαίο, τον Οδυσσέα Μοσχονά. Ήμουν κοντά του και ήταν καλοδεχούμενος. Με έβλεπε με πολύ καλό μάτι. Έλεγα μισό τραγούδι τότε, αλλά κάτι είδαν σ’ εμένα. Δεν έχω παράπονο από εκείνη τη γενιά, γιατί όλοι με αγαπούσαν. Ο πρώτος μου συνθέτης βέβαια ήταν ο Τάκης Σούκας».
Στις μέρες μας χρησιμοποιείται πολύ συχνά ο όρος «σταρ» και για νέους καλλιτέχνες. Πιστεύετε σ’ αυτόν τον όρο;
«Τίποτα δεν είμαστε, κοπέλα μου. Τι σταρ... και η μανούλα τους θα τους ξεχάσει όλους. Όλοι είμαστε το ίδιο. Και αυτοί που ακούνε τον τραγουδιστή είναι σταρ. Ο καθένας είναι φίρμα στη δουλειά του. Δεν πιστεύω στο σταριλίκι».
Πώς χαλαρώνετε όταν δεν εργάζεστε;
«Έχω ένα κτήμα αμφιθεατρικό στο Πολυδένδρι Αττικής κι εκεί μαζευόμαστε και χαλαρώνουμε. Έχω ένα σπιτάκι 50 τετραγωνικά, με κτήμα και φίλους που με βοηθάνε και ποτίζουν. Εκεί είναι και η ντομάτα, εκεί και η πιπεριά. Πάμε μέρα παρά μέρα. Αυτό το μέρος το έχουμε ονομάσει "αράχτρα", επειδή πάμε και αράζουμε (Γέλια.)».
Θυμάστε κάτι από τη ζωή σας που σας έκανε ιδιαίτερη εντύπωση;
«Ναι, θυμάμαι κάτι και θα το πω πρώτη φορά. Ήμουν εδώ απέξω, στη "Νεράιδα", πιτσιρίκος... είχα έρθει να δω το πρόγραμμα. Είδα λοιπόν τον Ωνάση και τρεις φίρμες, που δεν θα σας πω ονόματα, να τους δίνει χαρτζιλίκι! Μου είχε μείνει αυτό, γιατί μου ερχόταν να του πω να μου τα δώσει εμένα να περάσω κάνα δυο χρόνια! Μιλάμε για πολλά λεφτά τότε αυτά που έδωσε».
Πρόσφατα τραγουδήσατε το τραγούδι «Πεθαίνω για σένα» από την ομώνυμη ταινία με την Ελένη Ράντου.
«Ναι, ήταν ένα ωραίο, λαϊκό τραγούδι, σπουδαία μελωδία, με ωραία λόγια, σημερινά».
Ξεχωρίζετε κάποιον από τους νεότερους καλλιτέχνες;
«Ο φίλος μου, ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, είναι υπέροχος. Ελληνάρας κι αυτός. Κι έχω πει ότι είναι ο πιο πιτσιρίκος δημιουργός. Σπουδαίος! Αν θέλουν καλό τραγούδι, σε αυτόν θα πάνε. Γράφει τα πάντα, ό,τι θέλει και όταν θέλει».
Τον ορισμό του αυθεντικού και του ντόμπρου που σας προσάπτουν τον αποδέχεστε;
«Ο άνθρωπος γεννιέται, αλλά με τα χρόνια αλλάζει. Κλείνεται? Με τα χρόνια αρχίζεις και μπαίνεις σε άλλα καλούπια. Εγώ έγινα πιο λιγομίλητος. Όμως, τώρα είμαι στην καλύτερή μου στιγμή».