Γρηγόρης Βαλτινός: "Ζούμε την περίοδο της συμφοράς"

19.07.2010
Για πρώτη φορά στα 30 χρόνια που είναι στο σανίδι, ο Γρηγόρης Βαλτινός ξεσπάει σαν μανιασμένος χείμαρρος για όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, ενώ ετοιμάζεται να αποχαιρετίσει τον 20χρονο γιο του Νικηφόρο, που μαζί με εκατοντάδες νέους φεύγει στο εξωτερικό για να αναζητήσει το μέλλον που του στερούν εδώ! Το ΛΟΙΠΟΝ βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη

Από τη Σίσσυ Μενεγάτου

Για πρώτη φορά στα 30 χρόνια που είναι στο σανίδι, ο Γρηγόρης Βαλτινός ξεσπάει σαν μανιασμένος χείμαρρος για όλα αυτά που συμβαίνουν γύρω μας, ενώ ετοιμάζεται να αποχαιρετίσει τον 20χρονο γιο του Νικηφόρο, που μαζί με εκατοντάδες νέους φεύγει στο εξωτερικό για να αναζητήσει το μέλλον που του στερούν εδώ! Το ΛΟΙΠΟΝ βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη, λίγο πριν το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος αρχίσει την περιοδεία του με τους «Αχαρνής» του Αριστοφάνη, που θα παρουσιαστούν στις 23 και 24 του μηνός στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου. Ο Γρηγόρης Βαλτινός (Λάμαχος) σ’ ένα διάλειμμα της πρόβας μάς άνοιξε την καρδιά του, αποκαλύπτοντάς μας και κάτι πολύ προσωπικό: Γνώρισε τον πατέρα του όταν ήταν 25 χρονών!

Πόσο επίκαιρο είναι στις μέρες μας το έργο του Αριστοφάνη «Αχαρνής»;

«Πολύ. Αυτό που ζούμε στις μέρες μας, αυτό που μας κυκλώνει, είναι πόλεμος! Ένας οικονομικός πόλεμος, ο οποίος έχει επίσης θύματα. Οικογένειες καταστρέφονται, επιχειρήσεις κλείνουν, παιδιά σταματάνε να πηγαίνουν σε φροντιστήρια, κάποιοι αυτοκτονούν, οικογένειες αρχίζουν και μετράνε σπυρί σπυρί τις φακές και το ρύζι όπως ακριβώς γινόταν στην Κατοχή και τη Μαύρη Αγορά. Κάποια πολύ? ?προχωρημένα? μυαλά σκέφτηκαν πώς να αντικαταστήσουν το συμβατικό πόλεμο και το βρήκαν. Οι κυβερνήσεις σηκώνουν τα χέρια ψηλά, λένε πως δεν φταίνε αυτοί, κάποιος φταίει έξω από εδώ, προφανώς ο..."έξω από δω" φταίει για όλα τα κακά. Κι έτσι λοιπόν, σαν Πόντιοι Πιλάτοι, νίπτουν τας χείρας τους και ο φτωχός λαός που τους ψήφισε δεν έχει πού να απευθυνθεί. Βγαίνει στους δρόμους, φωνάζει συνθήματα εναντίον της κυβέρνησης, αλλά η κυβέρνηση δεν σχεδιάζει τα προγράμματα. Τα παίρνει έτοιμα απ’ έξω. Βλέπουμε τον τελευταίο χρόνο να έχουν καταπατηθεί δικαιώματα, κεκτημένα, να έχουν μειωθεί συντάξεις και το κράτος αδιαφορεί για το αν κάποιοι θα πεθάνουν νωρίτερα από φτώχεια. Εμείς τοποθετούμε το έργο σε ένα τέτοιο πλαίσιο, όπου ο Δικαιόπολις αρνείται να πολεμήσει τον εχθρό για το χατίρι μιας πόλης την οποία οι άρχοντές της την έχουν προδώσει, την έχουν εγκαταλείψει στο έλεος του Θεού και της απάτης. Μια πόλη η οποία συντηρείται με μίζες, με προμήθειες, με σκάνδαλα και με... Φατοπέδια, με πολιτικούς που σκάβουν λάκκους και κρύβουν τα λεφτά τους!».

Κι ύστερα έρχεται η επανάσταση;

«Επανάσταση εναντίον ποιου; Οι επαναστάσεις στο παρελθόν είχαν ένα αντικείμενο. Ο λαός εναντίον των φεουδαρχών, εναντίον του κεφαλαίου, εναντίον των κατακτητών. Τώρα ο "κατακτητής" είναι αόρατος! Η επανάσταση είναι ανώφελη, γιατί θα αποχωρήσει η κυβέρνηση και ο λαός θα μείνει απλώς ακέφαλος. Το πράγμα είναι πολύ καλά σχεδιασμένο. Εκείνο που μπορεί, όμως, πραγματικά να μας σώσει μέσα σε αυτή την περίοδο της συμφοράς είναι η συνειδητοποίηση, η ωρίμανση του λαού και οι νέοι δρόμοι που θα αποφασίσει να χαράξει ο ίδιος. Να αλλάξει τρόπο ζωής, σκέψης, διασκέδασης, να αφήσει τα όρθια σφηνάκια, την τηλεόραση της πολυθρόνας και να περάσει σε σημαντικές και ουσιαστικές επιλογές. Εγώ πιστεύω ότι η κρίση θα μας αλλάξει τον τρόπο ζωής, θα γεννήσει καινούργια πράγματα και νέους ηγέτες, οι οποίοι ίσως καταφέρουν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, ώσπου κι αυτοί να διαφθαρούν».

Δηλαδή πιστεύεις ότι δεν είμαστε εντελώς καταδικασμένοι;

«Είμαστε στον πάτο! Πάντα έλεγα, όμως, ότι πραγματικά αυτό που μας χρειάζεται είναι ο πάτος, γιατί πρέπει να δώσουμε μία με τα πόδια και να ανέβουμε προς τα πάνω. Είμαι εξαιρετικά οργισμένος, γιατί δεν μπορώ να αντέξω να μου λένε τα παιδιά μου ότι αυτή η χώρα δεν μπορεί να τους δώσει ζωή, μέλλον, και να ετοιμάζονται να φύγουν στο εξωτερικό, όπως και εκατοντάδες άλλοι νέοι. Αυτόν τον π...στη που διώχνει τα παιδιά μου θέλω να τον κρεμάσω στο Σύνταγμα και να περνάει ο κόσμος να τον φτύνει και να κολλάνε πάνω του οι μύγες!».

Μου έχεις πει «Το θέατρο είναι η μεγάλη μου αγάπη και η τηλεόραση η ερωμένη μου». Την ξεχάσες την « ερωμένη» σου; Δεν σε ελκύει πια;

«Έχω σχεδόν τρία χρόνια, από τον ?Έρωτα?, να παίξω στην τηλεόραση. Δεν μου λείπει, και από τα προγράμματα που βλέπω δεν της λείπω ούτε κι εγώ. Κάθε μέρα ακούμε ότι μειώνονται τα σίριαλ που θα βγουν στον αέρα. Καλύτερα κανείς να απέχει αυτή την περίοδο από την τηλεόραση, μέχρι να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα. Θα ήθελα η επόμενη επιλογή μου να είναι με κάτι που πραγματικά θα με αναστατώσει. Νομίζω ότι η τηλεόραση είναι ένα πολύ δυνατό μέσο και του αξίζει καλύτερη μεταχείριση. Εγώ την αγαπώ την τηλεόραση και γι’ αυτό αρκετές φορές είμαι οργισμένος μαζί της. Θα ήθελα όμως να την αγαπήσουν κι αυτοί που την κάνουν. Θα μου πεις, πόσο μπορεί να αγαπήσει κάποιος την τηλεόραση όταν τη βλέπει σαν ένα μαγαζί που πουλάει προϊόντα; Ή όταν ο ένας προσπαθεί να ανταγωνιστεί την ξεφτίλα του άλλου;».

Έχω την αίσθηση ότι οι σταθερές σου απορρέουν από το ότι έχεις βρει την προσωπική σου ισορροπία στην οικογένειά σου

«Καλλιτέχνης και ισορροπία είναι σχήμα οξύμωρο. Επειδή όμως υπάρχουν μεγάλες φουρτούνες στην καλλιτεχνική μου υπόσταση και μέσα και έξω, θα πρέπει η υπόλοιπη ζωή μου να είναι ισορροπημένη. Αυτό το μοντέλο διάλεξα εγώ. Μπορεί να μην είναι σωστό, δεν είμαι σίγουρος. Ξέρω ότι είμαι ευτυχισμένος. Τελικά καθένας διαλέγει αυτό που πραγματικά θέλει και αυτό που πραγματικά αντέχει. Όχι που μπορεί, αλλά που αντέχει».

Υπήρξε κάποια στιγμή που τα... χρειάστηκες;

«Ναι, όταν ήμουν πολύ μικρός. Τα ?χρειάστηκα? γιατί ήμουν ένα παιδί που μεγάλωσε χωρίς πατέρα. Οι γονείς μου χώρισαν όταν ήμουν ενός έτους. Όσο όμως γυρίζω προς τα πίσω το χρόνο, φτάνοντας μέχρι την ηλικία του ενός έτους, ήμουν όλο και πιο ανασφαλής, όλο και πιο ακάλυπτος. Από εκεί ξεκίνησε και η πρόωρη ωριμότητά μου και ένιωσα, όντας ακάλυπτος, ότι πρέπει να πατήσω κάποια στιγμή στα πόδια μου μόνος μου. Αλλιώς δεν μπορούσε να με σώσει τίποτα. Μόνο εγώ μπορούσα να σώσω τον εαυτό μου. Αν δεν είχα όμως και τη μητέρα μου, πραγματικά μπορεί να είχα χαθεί. Αυτή η γυναίκα με κράτησε στη ζωή. Αυτή κράτησε και το μυαλό μου και την ψυχή μου και διαμόρφωσε και το χαρακτήρα μου. Με τον πατριό μου είχα καλή σχέση, αλλά γενικά ήταν ένας απόμακρος άνθρωπος».

Σε πονούσε η έλλειψη του πατέρα σου;

«Πάντα. Μικρός αισθανόμουν και πολύ άσχημα. Ντρεπόμουν να πω στο σχολείο ότι οι γονείς μου έχουν χωρίσει κι ότι εγώ είχα πατριό και ότι δυσκολευόμουν να τον πω πατέρα».

Ο πατέρας για το αγόρι είναι πολύ σημαντικός. Λειτουργεί ως πρότυπο...

«Ορισμένα πρότυπα αρνητικά, με κάποιες δυσκολίες που μας συμβαίνουν στη ζωή, μπορεί να λειτουργήσουν τελείως ανάποδα σε ένα θετικό χαρακτήρα. Υπάρχουν πράγματα που πέρασαν από τη ζωή μας και από την παιδική μας ηλικία που δεν θα θέλαμε να ξανασυμβούν. Δεν θα θέλαμε να κάνουμε τέτοια οικογένεια. Δεν θα θέλαμε να γίνουμε τέτοιοι πατεράδες. Δεν θα θέλαμε να φερόμαστε έτσι στους συνανθρώπους μας. Αυτή είναι η πραγματική τύχη: Να μπορείς να μεταλλάξεις το κακό και το αρνητικό σε θετικό και σε χρήσιμο. Αυτό θεωρώ ότι το κέρδισα».

Πώς αισθάνεσαι αυτόν τον καιρό;

«Νιώθω οργή και πείσμα. Θέλω να τα βγάλω πέρα...».

Ένα σύγχρονο κοίταγμα, σε σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη, σε μια εποχή όπου όλα γύρω μας καταρρέουν ή έχουν καταρρεύσει;

«Έχουν καταρρεύσει, αλλά η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία. Έπειτα, ο λαός μας είναι λίγο βραδυφλεγής. Αργεί να το πάρει πρέφα».

Και πώς ήταν η σχέση σου με το φυσικό σου πατέρα;

«Απόμακρη. Ο φυσικός μου πατέρας ζούσε στην Αμερική για πολλά χρόνια, έκανε άλλη οικογένεια, και όταν γύρισε στην Ελλάδα εγώ ήμουν πια μεγάλος. Τον γνώρισα όταν ήμουν 25 χρονών. Έκανα να τον δω 24 χρόνια!». (Παύση...).