«Για εμένα η υιοθεσία ήταν πάντα κάτι το πολύ φυσικό. Το θεωρούσα πιο πιθανό να υιοθετήσω ένα παιδί από το να αποκτήσω ένα βιολογικό, δικό μου παιδί. Μου φαινόταν τρελό ότι υπήρχαν παιδιά στον κόσμο που για κάποιους λόγους μένουν χωρίς γονείς. Κάποτε κατάλαβα ότι το βασικό πρόβλημα στην Ελλάδα δεν είναι τόσο η γραφειοκρατία, αλλά το γεγονός ότι ευτυχώς δεν υπάρχουν πολλά μωρά ελεύθερα προς υιοθεσία».
Και συνεχίζει:
«Η Αιθιοπία ήταν πάντα μία χώρα όπου ήθελα να πάω, που για κάποιον λόγο με γοητεύει πολύ η ιστορία της, συν το γεγονός ότι εκείνη την περίοδο κάποιες χώρες της Άπω Ανατολής είχαν κλείσει τα σύνορα τους, με αποτέλεσμα να μην μπορείς να πάρεις παιδιά από εκεί. Ο φάκελος υιοθεσίας έγινε στην Ελλάδα. Στη συνέχεια κάναμε κάποια ταξίδια με τον Σίμο στην Αιθιοπία. Την Άννα την πρωτοπήρα αγκαλιά όταν ήταν 30 ημερών. Στην Ελλάδα ήρθαμε και οι τρεις όταν ήταν οκτώ μηνών».
Δεν ξεχνά την πρώτη φορά που μπήκαν σπίτι μαζί με την Άννα:
«Δεν μπορώ να το περιγράψω. Φαντάζομαι πως είναι όπως όταν γυρίζεις από το μαιευτήριο. Ήταν πολύ μεγάλη η χαρά, γιατί τύχαμε σε μία περίοδο κατά την οποία αντιμετωπίζαμε πολλά προβλήματα, γιατί είχε αποφασίσει η Αιθιοπία να αλλάξει τη νομοθεσία και είχαν σταματήσει οι υιοθεσίες. Πέσαμε σε επτά πολύ δύσκολους μήνες, που φοβηθήκαμε μήπως δεν τα καταφέρουμε τελικά, οπότε ήταν ένας λόγος παραπάνω να γυρίσουμε χαρούμενοι, ανακουφισμένοι, λυτρωμένοι και πολύ ευτυχισμένοι».
Τέλος, απαντά και σε όσους την επέκριναν επειδή δεν υιοθέτησε κάποιο παιδάκι από τη χώρα μας:
«Η Άννα είναι Ελληνίδα και η γλώσσα της πάει ροδάνι . Είναι χάρμα. Σίγουρα θα πάμε ταξίδι στην Αιθιοπία, γιατί κατάγεται από μία χώρα με πολύ σπουδαία ιστορία, αλλά εφόσον το επιθυμεί και εκείνη».