Το παραμύθι της κατέληξε σε εφιάλτη

08.02.2011
Πίστεψε ότι θα γίνει η πριγκίπισσα του παραμυθιού και βρέθηκε «φυλακισμένη» σε ένα γάμο που έμοιαζε μαρτύριο. Οι εφιαλτικές μέρες και νύχτες που έζησε στη Σαουδική Αραβία αποτελούν πια παρελθόν για την Αλεξάνδρα Συμεωνίδου, που μας διηγείται την ιστορία της, τονίζοντας όμως ότι η ταλαιπωρία της συνεχίζεται ακόμη.

Από την ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΤΑΥΡΙΔΟΥ

Σπούδασε στο Παρίσι Γαλλική και Αγγλική Φιλολογία και είχε ήδη ξεκινήσει τις σπουδές της και στις Πολιτικές Επιστήμες, όταν ένα δυσάρεστο γεγονός την ανάγκασε να επιστρέψει στην Ελλάδα: «Έφυγε αιφνιδιαστηκά ο πατέρας μου από τη ζωή κι έμεινα εδώ, γιατί ήμουν η μοναδική κόρη της οικογένειας», θυμάται. Μέχρι και εκείνη τη στιγμή όλα έδειχναν ότι το μέλλον της θα είναι λαμπρό: «Είχα εργαστεί για λίγο στον ΕΟΤ και προετοιμαζόμουν να φτιάξω τη ζωή μου στο Παρίσι. Είχα επίσης μια πρόταση να πάω στο Λουξεμβούργο για να εργαστώ στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά αρνήθηκα λόγω των γεγονότων». Λίγο καιρό αργότερα η Αλεξάνδρα Συμεωνίδου αποφασίζει να δοκιμάσει την τύχη της ως αεροσυνοδός στην αεροπορική εταιρεία της Σαουδικής Αραβίας. «Δεν ήταν στόχος μου να γίνω αεροσυνοδός, είχα άλλες φιλοδοξίες, αλλά επειδή αισθάνθηκα ότι είχα αδικήσει τον εαυτό μου όταν δεν δέχτηκα την πρόταση στην Ε.Ε., θεώρησα ότι δεν πρέπει να χάσω κι αυτή την ευκαιρία. Το έκανα περισσότερο για περιηγητικούς λόγους. Ήθελα πολύ να επισκεφτώ τη χώρα, ποτέ όμως δεν είχα σκεφτεί ότι θα έμενα για πάντα εκεί. Η ζωή μου κυλούσε πολύ ωραία μέχρι τη στιγμή που συνάντησα τον πρίγκιπα του παραμυθιού».

Το παραμύθι που δεν είχε αίσιο τέλος
Σε μια πτήση για το Λονδίνο συνάντησε για πρώτη φορά το μέλλοντα σύζυγό της, που ήταν πιλότος. Στο πρόσωπό του γνώρισε τον απόλυτο έρωτα, ο οποίος δεν άργησε να μετατραπεί στο μεγαλύτερο εφιάλτη της: «Ήταν ένας πολύ γοητευτικός άνθρωπος, αλλά ποτέ δεν σκέφτηκα ότι έστω και αυτό το παιχνίδισμα των ματιών θα εξελισσόταν σε ένα τόσο μεγάλο love story. Μπορεί να μου άρεσε, αλλά ποτέ δεν είχα σκεφτεί ότι όλο αυτό θα κατέληγε σε γάμο, κάτι που έγινε ένα χρόνο μετά». Το πρώτο πλήγμα που δέχτηκε ήταν όταν της ζήτησε να σταματήσει τη δουλειά προκειμένου να παντρευτούν: «Μου έλεγε ότι οι γυναίκες στη χώρα του δεν εργάζονται, ενώ θεωρείται πολύ υποτιμητικό για έναν άντρα η γυναίκα του να εργάζεται στην ίδια εταιρεία με αυτόν. Κλήθηκα να πάρω μια πολύ δύσκολη απόφαση, αφού δεν είχα συνηθίσει να είμαι εξαρτώμενη από κάποιον άλλο. Από την άλλη όμως του είχα μεγάλη αδυναμία. Έτσι, επέστρεψα στην Αθήνα και περίμενα υπομονετικά να γίνουν οι διαδικασίες για να παντρευτούμε και να μπορέσει να με πάρει μαζί του στη Σαουδική Αραβία. Το Φεβρουάριο του 1983 έγινε ο ισλαμικός γάμος μας στην Κομοτηνή. Για να μπορέσουμε μάλιστα να παντρευτούμε άλλαξα και θρήσκευμα. Αναγκάστηκα να εξισλαμιστώ, κάτι που το έφερα βαρέως, γιατί δεν επρόκειτο για μια θρησκεία που είχα επιλέξει. Ήταν ένα αναγκαστικό βήμα. Το Μάρτιο εκείνης της χρονιάς, ως επίσημη πια σύζυγός του, πήγα μαζί του στη Σαουδική Αραβία».

Αγάπη ή μίσος;
Από τις πρώτες μέρες του έγγαμου βίου τους η Αλεξάνδρα Συμεωνίδου συνειδητοποίησε ότι ο άντρας που γνώρισε και ερωτεύτηκε δεν είχε καμία σχέση με τον άνθρωπο που είχε μπροστά της: «Κάθε μέρα που περνούσε η ζωή μου πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Αν και ζούσαμε χωριστά, σε όλα όσα συνέβαιναν ήταν καθοριστικός και ο ρόλος της μητέρας του. Ζούσα συνεχώς κινούμενη. Επειδή εκείνος ταξίδευε, δεν με άφηνε ποτέ μόνη στο σπίτι μας. Με μετακινούσε σαν αποσκευή και με πήγαινε σε κάποιον από την οικογένειά του. Υπήρξε βιαιότητα και σκληρότητα απέναντί μου, δεν ήταν μόνο ζήλια αλλά και μια πηγαία κακία, που έβγαινε από μέσα τους. Τελικά, αυτός ο άνθρωπος, που τόσο πολύ με αγάπησε, άρχισε να με φτάνει σε οριακό σημείο. Κάποια στιγμή δεν μπορούσα να καταλάβω αν αυτό είναι αγάπη ή μίσος. Έχουν ένα έμφυτο αίσθημα κατωτερότητας, γι’ αυτό και τους αρέσει πάρα πολύ να παίρνουν ξένες γυναίκες. Τους αρέσει όμως και να τις βασανίζουν. Δεν δέχονται την αυτονομία, την ανεξαρτησία της γυναίκας. Τα χειρότερα όμως άρχισαν όταν έμεινε έγκυος: «Δέχτηκα μια ρατσιστική συμπεριφορά. Ναι μεν διατυμπάνιζαν ότι θέλουν παιδί, αλλά όταν κατάλαβαν ότι αυτό θα συμβεί, δεν ήθελαν το παιδί της ξένης! Είχα να περάσω πάρα πολλά μαρτυρικά σενάρια που μου είχε στήσει εκεί η ζωή. Κάποια στιγμή κατάφερε να έρθει η μητέρα μου να με δει, κάτι που έμοιαζε ακατόρθωτο. Της έδωσε δώρο μια βίζα ο πρέσβης, αφού ο σύζυγός μου τεχνιέντως φρόντιζε να μην της δίνει, γιατί δεν ήθελε την επέμβαση κανενός. Η μητέρα μου έμεινε 2,5 μήνες μαζί μας και η παρουσία της εκεί στάθηκε καταλυτική».

Απόδραση από τον εφιάλτη
Η κατάσταση είχε γίνει τραγική κι όπως έλεγε η Αλεξάνδρα Συμεωνίδου στη μητέρα της: «Αν φύγεις εσύ, εγώ θα χαθώ!». «Έτσι εγκλωβίστηκε κι αυτή μαζί μου, μέχρι που ένα πρωί αποφασίσαμε να αποδράσουμε από το σπίτι των μαρτυρίων. Βρήκαμε καταφύγιο σε ένα σούπερ μάρκετ, όπου εργαζόταν ένας Αιγύπτιος, ο οποίος κάτι είχε αντιληφθεί για μένα. Μας έκρυψε πίσω από τα ράφια, για να μας πάει στη συνέχεια κρυμμένες πάλι, μέσα σε ένα βαν, στην ελληνική πρεσβεία. Ο σύζυγός μου με είχε κακοποιήσει την προηγούμενη μέρα, είχα μώλωπες στο σώμα μου, πυρετό, παρουσίαζα μια άθλια εικόνα. Όταν φτάσαμε στην πρεσβεία, μας είπαν ότι στη μητέρα μου μπορούσαν να χορηγήσουν βίζα, όχι όμως και σ’ εμένα, επειδή υπαγόμουν στους νόμους του Ισλάμ. Έτσι, βρήκα καταφύγιο στο νοσοκομείο που είχε νοσηλευτεί η μητέρα μου την προηγούμενη εβδομάδα. Όταν ήμασταν εκεί, είχα προϊδεάσει ένα γυναικολόγο για το τι μου συμβαίνει και ήταν αυτός που μεσολάβησε για να γίνει η εισαγωγή, γιατί ακόμη και γι’ αυτό χρειαζόταν η έγκριση του συζύγου μου. Αφού κάθισα αρκετές μέρες και έκανα μια θεραπεία, πήρα άδεια από το νοσοκομείο και με 2-3 αυτοκίνητα της πρεσβείας πήγαμε στο σπίτι και πήραμε όλα μου τα πράγματα. Εκείνος έλειπε σε ταξίδι και επιστρέφοντας αναγκάστηκε να υπογράψει χαρτιά για να μπορέσω να γυρίσω σώα πίσω στην Ελλάδα. Βέβαια, επιστρέφοντας έγινα πάλι Χριστιανή».

Η ταλαιπωρία συνεχίζεται...
Όπως εξηγεί η ίδια, αν δεν ήταν έγκυος, κάπου εκεί το θέμα θα είχε τελειώσει. «Διεκδικούσε το παιδί και ήθελε να το πάρει με κάθε τρόπο, κάτι που συνεχίζει μέχρι σήμερα. Μπορεί να ξαναπαντρεύτηκε, να έκανε άλλα παιδιά, αλλά η μανία δεν έχει καταλαγιάσει ακόμη. Με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίζει και το παιδί, το οποίο θέλει εκεί».

Ο γιος της, που σήμερα είναι 26 ετών, δεν έχει πάει ποτέ στη Σαουδική Αραβία, γιατί φοβάται: «Έχουν συναντηθεί εδώ στην Ελλάδα. Δεν περίμενα ποτέ ότι και απέναντι στο παιδί του θα δείξει τόσο μεγάλη σκληρότητα. Του μιλάει όποτε θέλει, μπορεί να περάσουν και 7-8 μήνες και να μην έχουν καμία επικοινωνία». Για πολλά χρόνια η κυρία Συμεωνίδου πάλεψε με νύχια και με δόντια προκειμένου να εδραιώσει τα δικαιώματά της, αλλά και τα δικαιώματα του παιδιού της. Το διαζύγιό της, που βγήκε τελικά το 1994, έμεινε στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας μέχρι και το 2002, όταν τελικά κατάφερε να το πάρει στα χέρια της: «Μου ζητούσαν να δώσω το παιδί για να πάρω το διαζύγιο. Περίμενα λοιπόν να γίνει 17 ετών ο γιος μου για να μπορέσει να του πει μόνος του ότι δεν θέλει να πάει μαζί του. Μέχρι και τώρα το παιδί μου προσπαθεί να πάρει τα δικά του χαρτιά. Αλλά για να γίνει αυτό, πρέπει να πάει στη Σαουδική Αραβία. Η ταλαιπωρία συνεχίζεται...».

Η περιπέτεια που έζησε στάθηκε αφορμή για την Αλεξάνδρα Συμεωνίδου να γράψει τα βιβλία «Εφιαλτικές νύχτες στην έρημο της Αραβίας» και «Αγώνας χωρίς έλεος», τα οποία είναι αυτοβιογραφικά. Ακολούθησαν τα βιβλία της «Τα μυστικά του ουρανού» και «Ο γιος του Σαουδάραβα». Όπως τονίζει η ίδια, με τα δύο πρώτα της βιβλία έβαλε εκείνη το τέλος στο δραματικό παραμύθι που της επιφύλαξε η ζωή: «Μου έφυγε ένα μεγάλο βάρος που κουβαλούσα πάνω μου κι αυτό το σαράκι που με έτρωγε: γιατί να συμβεί σ’ εμένα αυτό; Ήταν η καλύτερη ψυχοθεραπεία, η κατάθεση αυτή ήταν λυτρωτική για μένα».