Το γάλα είναι μια ζωντανή τροφή, που διατηρείται χωρίς την προσθήκη συντηρητικών και γι’ αυτό είναι πολύ ευαίσθητο στις φυσικοχημικές αλλοιώσεις. Επομένως, για να διατηρήσουμε σε υψηλά επίπεδα τα αρχικά στάνταρ θρεπτικότητας και ασφαλείας του, πρέπει να ακολουθούμε συστηματικά μερικούς βασικούς κανόνες που αφορούν την αγορά, τη συντήρηση και τον τρόπο κατανάλωσής του.
Έλεγχος και μάτια ανοιχτά
Όταν αγοράζουμε γάλα, προσέχουμε την ημερομηνία λήξης, ελέγχουμε την ακεραιότητα και την καθαρότητα του περιέκτη (συσκευασίας), παρατηρούμε εάν διατηρεί το φυσιολογικό του σχήμα και διαβάζουμε με προσοχή τα αναγραφόμενα στην ετικέτα, για να ξέρουμε τι αγοράζουμε και πώς θα το συντηρήσουμε. Δεν αγοράζουμε ποτέ γάλα από καταστήματα που το ψυγείο τους δεν φαίνεται να λειτουργεί σωστά.
Που και πως διατηρειται;
Το παστεριωμένο γάλα διατηρείται μόνο στο ψυγείο. Το γάλα μακράς διαρκείας διατηρείται εκτός ψυγείου έως τη στιγμή που ανοίγεται ο περιέκτης και κατόπιν τοποθετείται στο ψυγείο. Το γάλα σε σκόνη διατηρείται εκτός ψυγείου στην αρχική του συσκευασία σε σκοτεινό, δροσερό και ξηρό μέρος.
Φρέσκο; Στο ψυγείο ολοταχώς
Το φρέσκο γάλα, το γάλα υψηλής παστερίωσης και τα γάλατα μακράς διαρκείας διατηρούνται μέσα στον αρχικό τους περιέκτη, κλεισμένα καλά με το καπάκι τους, ώστε να μην απορροφούν οσμές από παρακείμενες τροφές. Το συμπυκνωμένο γάλα «μεταφέρεται» μετά το άνοιγμα σε καθαρό γυάλινο δοχείο που κλείνει ερμητικά και τοποθετείται στο ψυγείο. Κανένα γάλα δεν πρέπει να παραμένει πολλή ώρα εκτός ψυγείου: χρησιμοποιούμε την ποσότητα γάλατος που θέλουμε και επανατοποθετούμε αμέσως τον περιέκτη με το υπόλοιπο γάλα στο ψυγείο.
Από το ψυγείο στο ποτήρι
Το συσκευασμένο φρέσκο γάλα και και το γάλα υψηλής παστερίωσης δεν χρειάζεται να τα βράσουμε, μπορούμε να τα σερβίρουμε κρύα, κατευθείαν από το ψυγείο στο ποτήρι. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως τα βράδια του χειμώνα ή εάν έχουμε πρόβλημα με το λαιμό μας, μπορούμε να το ζεστάνουμε λίγο, αλλά δεν το βράζουμε!
Χρόνος κατανάλωσης μετά το άνοιγμα
Μετά το άνοιγμα, καταναλώνουμε το πολύ μέσα στις επόμενες 1-2 ημέρες το φρέσκο γάλα και εντός 3-4 ημερών τα υψηλής παστερίωσης και τα μακράς διαρκείας, ασχέτως εάν έχουν μεγαλύτερο περιθώριο μέχρι την ημερομηνία λήξης τους.
Κι αν το καταναλώσω μετά την ημερομηνία λήξης;
Η ημερομηνία λήξης που υπάρχει στη συσκευασία σημαίνει ότι έπειτα από αυτήν το γάλα θα πρέπει να αποσυρθεί από τα ράφια του καταστήματος πώλησης. Όμως, εάν το έχουμε αγοράσει ήδη και μας έχει «ξεμείνει» κλειστό (όχι ανοιγμένο!) στο ψυγείο, μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε για 1-2 ακόμα ημέρες χωρίς κανένα πρόβλημα, εφόσον βέβαια δεν παρουσιάζει καμία ορατή αλλοίωση, δεν μυρίζει και δεν έχει «κόψει».
Όχι στις αναμείξεις
Δεν ανακατεύουμε ποτέ «παλιό» με «νέο» γάλα ή γάλατα διαφορετικών τύπων μεταξύ τους! Αντί να συμπληρώσουμε το γάλα στο ποτήρι μας με προερχόμενο από άλλη συσκευασία, βάζουμε την επιπλέον ποσότητα που επιθυμούμε σε διαφορετικό ποτήρι. Εάν ξεμείνει μία ποσότητα γάλατος στο ποτήρι, δεν την ξαναβάζουμε πάλι πίσω στον περιέκτη.
Μικρές και αργές γουλιές
Δεν πίνουμε το γάλα γρήγορα ή μονορούφι. Το αφήνουμε να παραμείνει για λίγο μέσα στο στόμα μας και το «μασάμε» σαν στερεά τροφή ή το καταπίνουμε με πολύ μικρές γουλιές. Αποφεύγουμε να πίνουμε το γάλα κατευθείαν από το στόμιο του περιέκτη ή τοποθετώντας καλαμάκι μέσα σ’ αυτόν, εκτός εάν πρόκειται να το καταναλώσουμε όλο μεμιάς.
Χρήση στη μαγειρική
Με το γάλα ως πρώτη ύλη φτιάχνουμε σούπες, σάλτσες, γιαούρτι, ρυζόγαλο, κρέμες, γλυκά, παγωτά, πίτες, κύρια φαγητά αλλά και σέικ με φρούτα. Επίσης, μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε για να αντικαταστήσουμε ομοειδή, αλλά πιο παχυντικά υλικά των συνταγών μας, όπως την κρέμα γάλακτος.
Μπες σε υποψίες
Βασικά χαρακτηριστικά που υποδηλώνουν αλλοίωση του γάλατος είναι η οσμή, που μοιάζει με αυτήν του ψαριού, η αμμώδης υφή και η αλλαγή γεύσης (πικρή και αλμυρή). Οτιδήποτε μη φυσιολογικό στο χρώμα, στη μυρωδιά ή στη ρευστότητα του γάλατος («κομμένο») μας κινεί τις υποψίες και δεν καταναλώνουμε το συγκεκριμένο γάλα.
Πολλές μελέτες συσχετίζουν την υψηλή κατανάλωση γάλατος χαμηλού σε λιπαρά με χαμηλότερο σωματικό βάρος, λιγότερο κοιλιακό λίπος και, βέβαια, υψηλότερη πυκνότητα οστών.
ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΕΔΟΥΚΟΣ