Δυόμισι αιώνες πριν -στα 1772, ημερομηνία κατά την οποία ο Philippe Clicquot ίδρυσε τον ομώνυμο Oίκο- η σαμπάνια δεν έχαιρε ακόμη των σημερινών τιμών -και αναφερόμαστε στο πρεστίζ, όχι στο κόστος. Ηταν ένα ακόμη ποτό που μηχανεύτηκαν καλόγεροι στον άπλετο ελεύθερο χρόνο τους.
Οταν κάποια χρόνια μετά η νύφη του ιδρυτού, Madame Clicquot Ponsardin, αναλάμβανε τα ηνία της εταιρείας, αυτό -δηλαδή, μια γυναίκα στην κεφαλή- όχι μόνο δεν ήταν αυτονόητο, αλλά μάλλον αδιανόητο. Στη χήρα Clicquot -γιατί, για τους μη γαλλομαθείς, αυτό ακριβώς σημαίνει «veuve»- χρωστάμε μια σειρά ακόμη από σημερινά αυτονόητα: Σε εποχές όπου ακόμη και η λέξη branding ήταν άγνωστη, εκείνη ήταν που επιμελήθηκε τα διακριτά χαρακτηριστικά της φίρμας Vevue Clicquot (από τη γυάλινη φιάλη στο χαρακτηριστικό σχήμα έως το οικόσημο που την κοσμεί) και εκείνη, ακόμη, ήταν που στα 1816 εφηύρε την επαναστατική για την εποχή μέθοδο του remuage, μια διαδικασία διύλισης που εξασφαλίζει την κρυστάλλινη διαύγεια της βασίλισσας των ποτών ?καινοτομία που ήρθε να προστεθεί στην ήδη από τα 1775 κυκλοφορία από τον Oίκο της ροζέ σαμπάνιας για πρώτη φορά.
Ευτυχώς για τη Vevue Clicquot, οι συνεχιστές στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων. Σήμερα, ο Oίκος, με έδρα τη Reims, πρωτεύουσα του αποκλειστικού «βιότοπου» της σαμπάνιας, την επαρχία της Καμπανίας, μπορεί να υπερηφανεύεται ότι χρησιμοποιεί στην παραγωγή της Vevue Clicquot το μεγαλύτερο ποσοστό από αμπέλια Grand Crus και Premier Crus, ενώ οι σαμπάνιες του υφίστανται παλαίωση επί το διπλάσιο χρόνο από τον υποχρεωτικό που ορίζει η νομοθεσία. Μπορεί, ακόμη, να καμαρώνει ότι τα «κρασιά» του Oίκου -εξάλλου, αυτό είναι η σαμπάνια απλώς, όχι «ένα ακόμη κρασί»- έχουν το μικρότερο ποσοστό ζάχαρης ανά λίτρο, γεγονός που υποβοηθά την ανάδειξη των χαρακτηριστικών τους, ενώ ακόμη και οι μη παλαιωμένες σαμπάνιες περιέχουν σε ποσοστό 50% reserve κρασιά. Ενισχυτικό του μύθου το ότι οι σαμπάνιες αναπαύονται παλαιώνοντας σε ένα σκιερό λαβύρινθο 100 μέτρα υπό τη γη, ορυχεία κιμωλίας έως το 1909. Απο εκεί θα αναδυθεί -κυριολεκτικά- στη συνέχεια, ώριμο, το κατεξοχήν ποτό της τελετουργίας της γιορτής, ταυτισμένο με τη φινέτσα, το στυλ και την κοινωνική συναναστροφή. Γιατί -πέρα και από κάθε μύθο- είναι, εντέλει, ο καταλύτης που μετατρέπει τη ζωή σε ευχάριστη δημιουργική περιπέτεια.
*** Στοιχεία του μύθου
Το επιβλητικό Hotel du Μarc (αριστερά) -κάποτε κατοικία των διευθυντών της VC και σήμερα τόπος φιλοξενίας επίτιμων καλεσμένων- και (άνω) τα άλλοτε λατομεία κιμωλίας, σημερινά κελάρια
Από τον Γιάννη Φιλίππου