Τον συναντήσαμε στον τόπο του, την Πεντέλη, εκεί που βρισκόταν το εξοχικό της οικογένειάς του που στη συνέχεια έγινε ο μόνιμος τόπος κατοικίας του να προετοιμάζεται για τη μεγάλη επετειακή συναυλία του με τίτλο «Για να σε συναντήσω», στο Κηποθέατρο Παπάγου σήμερα 20 Σεπτεμβρίου με 4 σημαντικές γυναίκες της ζωής και τις καριέρας του και το Alter ego του.
Δηλαδή με αλφαβητική σειρά, την Ερωφίλη, την Ελεωνόρα Ζουγανέλη την Αντριάνα Μπάμπαλη και την Ελένη Τσαλιγοπούλου και special guest τον Ρένο Χαραλαμπίδη με τον οποίον έχουν ήδη ηχογραφήσει ένα ντουέτο με τίτλο «Οι τέλειες μέρες» που θα ακουστεί πρώτη φορά εκείνη τη βραδιά.
«Είναι ένα γενικό προσκλητήριο στους φίλους μου και τους πιο στενούς συνεργάτες που έχουμε ζήσει στιγμές που μας σημάδεψαν με μια αναδρομή από όλα τα πιο αγαπημένα μας τραγούδια»
-Ντουέτο με τον Ρένο Χαραλαμπίδη, τον «έψησες» ή σε «έψησε»;
«Αλληλοψηνόμασταν χρόνια . Το συζητάγαμε πολλά χρόνια για να είμαι ειλικρινής. Θέλαμε να κάνουμε έναν δίσκο οι δυο μας πάνω από 15 χρόνια τελικά καταλήξαμε αρχικά σε αυτό το ντουέτο που μας πήρε 10- 15 χρόνια να το σκεφτούμε και θα παιχτεί πρώτη φορά στη συναυλία»
-Με κάθε μία από αυτές τι γυναίκες σε συνδέουν πολλά χρόνια, η Ελένη Τσαλιγοπούλου είναι η μούσα σου εν μέρει…
«Η Ελένη τσαντίζεται γιατί της λέω ότι την πρώτη πρώτη φορά που την είδα ήμουν 14 ετών στον «Σείριο» του Μάνου Χατζηδάκι όπου συμμετείχε μαζί με τον Σταμάτη Σπανουδάκη τότε αλλά δεν λέει κάτι γιατί μπορεί εγώ να ήμουν 14 αλλά η Ελένη ήταν 20-21 γιατί μου λέει καμιά φορά πως έτσι όπως το λέω είναι σαν να είναι η Πόλυ Πάνου.
Η αλήθεια είναι πως μαζί και με τον Γιώργο Ανδρέου στην παραγωγή κάναμε μια σειρά τραγουδιών και δίσκων μέσα σε μια δεκαετία με αποκορύφωμα τον ολόκληρο δίσκο που κάναμε μαζί, το «Κάθε τέλος και αρχή» που φαινόταν μια περίεργη χημεία καλλιτεχνική μη αναμενόμενη»
-Θέλω να μου πεις για τους 5 ανθρώπους αυτούς που θα είστε μαζί σε αυτή τη συναυλία «Για να σε συναντήσω» σήμερα το βράδυ στου Παπάγου μια λέξη που τους χαρακτηρίζει
«Θα έλεγα για τον Ρένο παρόλο που δεν το φαίνεται θα έλεγα τη λέξη, ρομαντικός. Για τη Μπάμπαλη θα έλεγα ότι είναι ένα διαρκές αίνιγμα. Η Ελένη είναι απρόβλεπτη, η Ερωφίλη είναι μάλαμα και η Ελεωνόρα θα μπορούσα να πω αρτίστα… Και δεν ξέρω πώς θα τους φανούν όλα αυτά»
-Τσακώνεσαι με τους ανθρώπους που συνεργάζεσαι και αγαπάς;
«Πολύ. Αλλά πάντα μόνο για δημιουργικούς λόγους. Βλέπεις είμαστε εμείς χαζοί, ενώ το τραγούδι είναι αέρας, όταν πάμε να υλοποιηθεί αυτός ο αέρας η καρδιά μας ραγίζει με την τελευταία και πιο ανόητη λεπτομέρεια. Για το οτιδήποτε»
-Έχεις ηχογραφήσει τραγούδι που μετά όταν το άκουσες ήθελες να αλλάξει;
«Κοίτα, υπάρχουν και κολοσσοί του τραγουδιού που δεν ξανακούν τους δίσκους τους γιατί δεν αντέχουν την αγωνία ή δεν θέλουν να μπουν στο trip ακόμα και για πράγματα που πετύχανε πολύ να σκέφτονται συνέχεια αυτό. Αυτό το έπρεπε να το είχα κάνει έτσι ή να το έχω πει αλλιώς. Προσωπικά πιστεύω πολύ σε αυτό που είχε πει ο Γκάτσος ότι είμαστε στ τέλος διορθωτές του εαυτού μας και όλα είναι εκδοχές κάποιων πραγμάτων και ασχέτως αν τα αγάπησε ο κόσμος σε μία εκδοχή εμείς αλλάζοντας ηλικίες, καταστάσεις και τόπους επειδή είναι ζωντανοί οργανισμοί τα τραγούδια, λίγο να αλλάξεις γωνία, λίγο να αλλάξεις ματιά, η πείρα πια που αποκτάς σε κάνει να σκέφτεσαι διαφορετικά, ν’ ακούς διαφορετικά και να νιώθεις διαφορετικά. Το σημαντικό είναι τα τραγούδια να γίνονται με αλήθεια και να έχουν κάτι να πουν»
-Εσύ κανονικά και βιολογικά η προδιάθεσή σου θα ήταν να ασχοληθείς με τον αθλητισμό λογικά με τον πατέρα σου επαγγελματία και πετυχημένο ποδοσφαιριστή
«Έλα ντε… Όμως εγώ δεν τον πρόλαβα ποδοσφαιρικά εν ενεργεία τον πατέρα μου γιατί έκλεισε την καριέρα του στα 28 του εξαιτίας ενός μεγάλου ατυχήματος μέσα στο γήπεδο που τον ανάγκασε να κόψει την μπάλα και που νομίζω ότι το κουβαλούσε όλη του τη ζωή αυτό χωρίς να το εξωτερικεύει»
-Εμπνεύστηκες το «Κάθε μπαλκόνι έχει άλλη θέα» κοιτώντας τους γείτονές σας στα Χανιά η έμπνευσή σου στο «Για να σε συναντήσω» που είναι και ο τίτλος της συναυλίας πώς ήρθε;
«Θα σου πω κάτι που συνειδητοποίησα μετά από χρόνια σκεπτόμενος γιατί τα μισά και πλέον τραγούδια που έχω δώσει σε άλλους παράλληλα με την προσωπική μου δισκογραφία τα είπαν γυναίκες.
Κατάλαβα ότι αυτό συνέβη επειδή στην οικογένεια οι πιο επιδραστικές και δυναμικές και μεθυστικές παρουσίες ήταν οι γυναίκες. Οι δύο γιαγιάδες μου, οι θείες μου και η μάνα μου κυρίαρχα ήταν κάθε μια ένας μυθιστορηματικός ήρωας για μένα.
Έτσι κι αλλιώς πιστεύω ότι αυτά που έχεις να μάθεις από μια γυναίκα δεν μπορεί να τα μάθεις από κανέναν. Το πιστεύω πολύ βαθιά αυτό και αλίμονο σε όποιον δεν παίρνει σοβαρά τη ματιά μιας γυναίκας και δεν της δίνει χρόνο να τη σκεφτεί και να τη σεβαστεί.
Σε αυτό το τραγούδι φυλακίστηκε χωρίς να το καταλάβω μια αληθινή στιγμή ακριβώς όπως έγινε. Εγώ διάβαζα τα ποιήματα του Τάσου Λειβαδίτη και η κοπέλα τότε που ήμασταν μαζί μπαινόβγαινε στο σπίτι κάτι θυμόταν, έφευγε, γύρναγε. Εγώ διαβάζοντας το ποιήμα, «Γυναίκα» φτάνοντας σε αυτό το δίστιχο «Αχ για να γεννηθείς εσύ κι εγώ για’ αυτό για να σε συναντήσω γ’ αυτό έγινε ο κόσμος μάτια μου» ένιωσα την ανάγκη να της πω κάτσε λίγο, θέλω να μοιραστούμε κάτι, πας έρχεσαι…
Την ώρα που της διάβαζα τον στίχο κατάλαβα ότι αυτό πρέπει να γραφτεί. Οπότε τα κουπλέ είναι τα δικά μου λόγια και το ρεφραίν εννοείται το πήρα με άδεια από την οικογένεια του αγαπημένου μου αυτού ποιητή. Καρδιοχτυπούσα αν θα πάρω άδεια και εσωκλείσαμε το ολοσέλιδο ποίημα τότε στον δίσκο»
-Με τα χρόνια της εμπειρίας σου και είσαι και πολυγραφότατος αντιλαμβανόσουν όταν έγραφες κάτι τι απήχηση μπορεί να έχει στον κόσμο;
«Όχι και είναι μια μεγάλη παγίδα αυτό. Πάντα προσπαθούσα να μην το σκέφτομαι. Ξέρεις εγώ δεν έγραφα και ποτέ έχοντας στο μυαλό μου συγκεκριμένες φωνές που θα μπορούσαν να πουν το τραγούδι μου. Έγραφα αδιακρίτως κάθε μέρα, χωρίς άγχος προθεσμιών ή περιορισμούς τύπου α γράφω για αυτόν άρα του ταιριάζει αυτό να το πάω έτσι…
Υπάρχουν πάρα πολλά τραγούδια που τα διάλεξαν τραγουδιστές που τα άκουσαν τυχαία σπίτι μου και μου έλεγαν πως δεν είμαι με τα καλά μου που έχω τέτοια κομμάτια και κάθονται χρόνια»
-Για πες μου ένα παράδειγμα…
«Παράδειγμα… Το «Έρωτας τάχα να’ ναι αυτό» που τελικά τραγουδήσαμε με την Ελένη μαζί, δεν το είχε ακούσει κανείς ή το «Εγώ σ’ αγάπησα εδώ» το είχα στο συρτάρι τέσσερα χρόνια μέχρι να κυκλοφορήσει κι άλλα τρία χρόνια μεταξύ του δίσκου «Αλλάζει κάθε που βραδιάζει» και του «Χρώμα» που το αφήσαμε απ’ έξω γιατί το «Πιάσε με» τα είχε σαρώσει όλα και είπαν οι παραγωγοί να μην μπει εκεί και αυτό το τραγούδι. Κάποιος άλλον μπορεί να τον είχε αγχώσει και να είχε πει αφήστε θα το δώσω αλλού ή θα το πω εγώ.. Νομίζω ότι φέρθηκα έντιμα στο τραγούδι.
Ήμουν αργό καράβι και να σου πω και μια μεγάλη αλήθεια.. Σχεδόν όλοι οι τραγουδιστές για τις πολύ μεγάλες επιτυχίες που συνεργάστηκα ή δεν θέλαν να τις πουν ή ήταν σκεπτικοί αλλά πάντα εκείνα τα χρόνια επειδή είχα την τύχη να είμαι δίπλα σε μουσικούς παραγωγούς ήταν άνθρωποι που επενέβαιναν εκείνοι. Και κατά βάθος μου αρέσει που είμαι ακόμα ένας αθώος παλαιομοδίτης. Φαντάσου ότι τα πιο πολλά τραγούδια τα γράφω σε κασετόφωνο.
Όπως δεν έχω αλλάξει ποτέ και το πιάνο μου. Είναι το πρώτο μου, το οποίο πια δεν μπορεί ούτε κουρδιστής να το αντιμετωπίσει. Είναι όμως τόσο πολύ κομμάτι της ζωής μου που δεν θέλω να το πειράξει κανείς. Γενικά δεν είμαι άνθρωπος των αποχωρισμών και των αλλαγών»
-Ούτε στα πρόσωπα που συνεργάζεσαι..
«Η σχέση μας είναι ζωντανή, δεν γίναμε ο ένας κολλιτσίδα του άλλου. Ούτε αυλή Χτίσαμε σχέσεις αληθινές και πραγματικές. Είμαστε οικογένεια οι περισσότεροι, Παίζουμε στη σκηνή με κλειστά μάτια, δεν υπάρχουν εγωισμοί. Υπάρχουν και στη δική μας όχθη αλλά όχι μεταξύ μας. Και ήμουν και τυχερός. Η τυχαιότητα που τη θεωρώ πολύ σημαντική και η μεγάλη αθωότητα που είχα για χρόνια και η άγνοια κινδύνου έφερε αυτές τις συνεργασίες»
-Είσαι πειθαρχημένος άνθρωπος;
«Κατά το ήμιση Πολλές φορές με πιάνει τρέλα και θέλω να ξαναβρώ τον άναρχο εαυτό μου. Έγινε αμέσως μετά το θάνατο της γιαγιάς μου, έχασα το βηματισμό μου με την απώλειά της, ήταν μια συντριβή για μένα. Κάποια κομμάτια μου έχουν μείνει απειθάρχητα κυρίως τα δημιουργικά μου κομμάτια. Όταν παραμπαζωθεί το παιδί που έχω μέσα μου αρρωσταίνω»
-Το καλοκαίρι που μας πέρασε έζησες για άλλη φορά τον εφιάλτη της φωτιάς έξω από το σπίτι σου στην Πεντέλη, έχεις κάνει στο παρελθόν και ολόκληρη δισκογραφική δουλειά από τα βιώματά σου στις παλαιότερες μεγάλες πυρκαγιές του 2007, το «Κρατήσου απ’ τη στάχτη»
«Και πολλά σκόρπια τραγούδια. Και δε θυμάμαι να έχει φτάσει άλλη φορά τόσο κάτω. Και γενικά δεν έχει ξαναγίνει τόσο μεγάλη καταστροφή του βουνού που περνάμε και κλαίμε κάθε μέρα. Εμείς φύγαμε με την εκκένωση 5 το πρωί γιατί ανοίξαμε το παράθυρο και βλέπαμε τις φλόγες να έρχονται προς το μέρος μας- δε θέλαμε να φύγουμε- αλλά έπρεπε να κατεβάσω τον αδερφό μου και ανησυχήσαμε και για τα ζώα μας.
Κατεβήκαμε στα πατρικά μας σπίτια. Πήγαμε να καθησυχαστούμε την επόμενη μέρα το μεσημέρι ότι ελέγχθηκε αλλά φύγαν τα μέσα κι έγινε η αναζωπύρωση που μετά ξέφυγε.
Στο ενδιάμεσο είχαμε προλάβει και είχαμε γυρίσει να πάρουμε και τα άλλα δύο γατιά μας που το ξημέρωμα είχαν τρομάξει και βγαίνανε. Αλλά δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για τίποτα. Κανένα πυροφυλάκιο επανδρωμένο, καμία υδροφόρα τίποτα. Ακαθάριστα οικόπεδα με καύσιμη ύλη μέσα στον αστικό ιστό.
Είναι για μένα ένα τεράστιο θέμα αυτό που συμβαίνει, Ευρωπαϊκό θέμα κατά τη γνώμη μου. Θέλει στρατηγική σοβαρή, δεν μπορεί να ανταπεξέλθει όση αυτοθυσία κι αν έχει η πυροσβεστική με τις ελλείψεις που έχει.
Εμείς είχαμε Άγιο. Το θερμικό φορτίο που έφτασε στο πίσω μέρος των σπιτιών μας ήταν τόσο ισχυρό που υπάρχουν αντικείμενα μέσα στο σαλόνι που λύγισαν. Και τα καμένα δέντρα όμως είναι καμένα χέρια κι αυτά με τα οποία ζεις κάθε μέρα. Είσαι πυρόπληκτος κι εσύ και βαθιά τραυματισμένος».