Δυσλειτουργικές οικογένειες, χαμένοι πατέρες, εναλλακτικές φαμίλιες, μοναχικοί ήρωες ρίχνουν για τέταρτη κινηματογραφική φορά άγκυρα στο ιδιοσυγκρασιακό και ευφάνταστο εικονογραφικά σύμπαν ενός ιδιαίτερα ευρηματικού δημιουργού. Πρωταγωνιστές στη γλυκόπικρη παράσταση ζωής που στήνει ο Αντερσον, εν πλω, είναι ένας απογοητευμένος μεσήλικας ωκεανογράφος κι ένας νεαρός πιλότος (ενδεχομένως και γιος του), ο οποίος αναλαμβάνει να βοηθήσει τον πρώτο να εντοπίσει και να εξοντώσει τον σπάνιου είδους καρχαρία που κατασπάραξε τον στενότερό του συνεργάτη. Η θαλάσσια περιπέτειά τους γίνεται ταυτόχρονα και μια προσπάθεια προσέγγισης και συμφιλίωσης μεταξύ δύο διαφορετικών ανθρώπων και γενεών, οι οποίες επιχειρούν να βρουν κοινά σημεία μέσα σε ένα στρόβιλο από αντιζηλίες, δολοπλοκίες και άφθονους κινδύνους.
Πολύ πιο σύνθετη και φιλόδοξη περίπτωση ταινίας από οποιαδήποτε προηγούμενη απόπειρα του σκηνοθέτη, οι Υδάτινες Ιστορίες δεν καταφέρνουν παρ όλα αυτά να κρύψουν τα άφθονα εσωτερικά προβλήματά τους. Ντυμένος με το μελαγχολικό κοστούμι που με το πέρασμα των χρόνων του ταιριάζει όλο και πιο πολύ, ο Μπιλ Μάρεϊ προσπαθεί μάταια να γίνει καπετάνιος σε μια θάλασσα από μικρές ταινίες μέσα στην ταινία, που συχνά δεν βρίσκουν ποτέ λιμάνι. Το φιλμ ανοίγεται σταδιακά σε περισσότερους του ενός θεματικούς ωκεανούς, πελαγοδρομώντας, όσο περνά η ώρα, να διατηρήσει τον έλεγχο ανάμεσα σε άχρηστες υποπλοκές, αμφίβολης λειτουργικότητας σεναριακές σφήνες κι ένα αίσθημα αμηχανίας το οποίο μοιάζει προοδευτικά να γίνεται εντονότερο. Αντίθετα από προηγούμενα φιλμ του σκηνοθέτη, οι Υδάτινες Ιστορίες δείχνουν πως έχουν ελάχιστα να προσφέρουν σε συναισθηματικό επίπεδο, ίσως επειδή διαλέγουν να αφήσουν ανεκμετάλλευτο έναν υπέροχο θίασο ανθρώπινων εκκεντρικοτήτων και αβοήθητο έναν καθηλωμένο στην απάθεια κεντρικό ήρωα, ο οποίος αδυνατεί μέχρι τέλους να εμπλέξει τον θεατή στο δράμα του.
Η τέταρτη δημιουργία στο ενεργητικό του Αντερσον δεν είναι σε καμιά περίπτωση πετυχημένη, ούτε αγγίζει τη μυστήρια τελειότητα ενός Rushmore ή μιας Οικογένειας Τενενμπάουμ. Αποτελεί, όμως, καθ όλη τη διάρκειά της μια συναρπαστική περίπτωση φιλμ, έτσι όπως σφύζει από εξυπνάδα, διαρκείς οπτικές εμπνεύσεις, εποικοδομητική τρέλα και ασταμάτητες ιδέες. Μέσα στις μικρές φουρτούνες και τις ευτυχείς νηνεμίες του, το ναυτικό ταξίδι του Αντερσον θα μνημονεύεται για τον σκηνοθέτη ως μια χαμένη ευκαιρία να αγγίξει ένα άνευ προηγουμένου δημιουργικό απόγειο και για το κοινό να βιώσει μία από τις πιο περιπετειώδεις και πρωτότυπες ταινίες του μοντέρνου σινεμά. Δεν πειράζει, Γουές, την επόμενη φορά...
ΛΟΥΚΑΣ ΚΑΤΣΙΚΑΣ
....................extras
Οσοι από εσάς αποφασίσουν να συμβιβαστούν με την φειδωλή εγχώρια έκδοση του φιλμ τότε με γεια σας και χαρά σας. Οσοι διαλέξουν από την άλλη την αξιοζήλευτη διπλή έκδοση της ταινίας που έφτιαξε η Criterion, ας ετοιμαστούν να κολυμπήσουν σε μια θάλασσα από νοστιμότατα έξτρας που περιλαμβάνουν από κομμένες σκηνές και συνεντεύξεις μέχρι ντοκιμαντέρ υπογεγραμμένο από τον Αλμπερτ Μέιζλς, συν δέκα κλασικά τραγούδια του Μπόουι ερμηνευμένα στα πορτογαλέζικα.