Πλην της ανεκδιήγητης Κίρα Νάιτλι στο «Βασιλιάς Αρθούρος» (για την απόδοση της οποίας όμως ευθυνόταν περισσότερο ο κάκιστα γραμμένος ρόλος της), ο Φουκουά έχει αποδείξει πως γνωρίζει τη δουλειά του. Αποσπά εξαιρετικές ερμηνείες (θυμήσου μόνο τον βραβευμένο με Οσκαρ α ρόλου Ντένζελ Γουάσινγκτον και τον υποψήφιο για Οσκαρ β ρόλου Ιθαν Χοκ στη «Μέρα Εκπαίδευσης»).
Κινηματογραφεί αφοπλιστικά ευανάγνωστες, άμεσες, συναρπαστικές σκηνές δράσης (είτε λαμβάνουν χώρα στους δρόμους του Λος Αντζελες, είτε σε μια υπό «Τα Δάκρυα Του Ηλιου» ζούγκλα). Συνθέτει υποβλητικά ατμοσφαιρικές, καλύτερες από όσο υποσχόταν το σενάριό τους ταινίες. Ο auteur όμως που κρύβει μέσα του δεν έχει ακόμα δικαιωθεί, αφού το σινεμά που αγαπά είναι ακριβό και μοιραία τον υποδουλώνει συχνά σε παραγωγούς-αυτοκράτορες (βλ. Τζέρι Μπρουκχάιμερ) και σενάρια-κόλακες του θεατή, που ενδιαφέρονται για τις κορυφαίες θέσεις του box office.
«Ο Εκτελεστής» δεν αποτελεί εξαίρεση. Με τον άρτι αφιχθέντα από την οσκαρική υποψηφιότητά του για τον «Πληροφοριοδότη» Γουόλμπεργκ, σε μια από τις πιο ώριμες ερμηνευτικές του απόπειρες, να δίνει το ρυθμό, το τελευταίο πόνημα του Αφροαμερικανού σκηνοθέτη εξελίσσεται αρχικά ως μια εξαιρετικά εύστροφη περιπέτεια. Πλάθει διεγερτικό σασπένς και απτά διφορούμενους ήρωες, πριν αυτοκτονήσει στο - υπέρ πατρίδος και παραδοσιακά αμερικανικής «καουμπόικης» αυτοδικίας- φαρισαϊκό, φλύαρο, «ούτε γάτα ούτε ζημιά», τελευταίο ημίωρό του.
ΙΩΑΝΝΑ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ