ΞΕΧΑΣΤΕ ΤΗ ΜΟΝΟΠΟΛΗ! ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΤΙ ΠΟΛΥ ΠΙΟ ΕΘΙΣΤΙΚΟ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΛΙΟΜΟΔΙΤΙΚΟ ΕΠΙΤΡΑΠΕΖΙΟ ΓΙΑ ΝΑ ΞΟΔΕΨΕΤΕ ΜΕ ΑΠΟΛΑΥΣΤΙΚΟ ΤΡΟΠΟ ΤΑ ΒΡΑΔΙΑ ΣΑΣ. υπαρχει μια φυλακή υψίστης ασφαλείας,ενας κρατούμενος κι ενα παράτολμο σχέδιο απόδρασης... ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΚΡΑΣΣΑΚΟΠΟΥΛΟ
Το «Ρrison Βreak» κατόρθωσε την περασμένη χρονιά να ξαναγράψει τους κανόνες της αγωνίας και να στριμώξει στις οθόνες μας περισσότερες ανατροπές και δράση απ όσο μπορούσαν να χωρέσουν. Τι κι αν μερικές λεπτομέρειες είναι μη αληθοφανείς; Τι κι αν οι νόμοι των πιθανοτήτων ξεχειλώνουν; Τι κι αν συχνά η σειρά ζητά επιτακτικά να αποδεχθούμε πράγματα δίχως να διερωτηθούμε το γιατί; Το τίμημα είναι εξαιρετικά μικρό γι αυτό που το «Ρrison Βreak» έχει να προσφέρει -το πιο εθιστικό κομμάτι τηλεόρασης που είδατε από την πρώτη σεζόν του «24». Οταν το πρώτο επεισόδιο τελειώσει, θα είναι πια αδύνατον να πατήσετε το stop πριν και ο τελευταίος δίσκος ολοκληρωθεί και αφήνοντάς σας να αγωνιάτε για τη συνέχεια.
Πριν όμως φτάσουμε στο τέλος καλύτερα να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, διότι για να βγεις από την φυλακή, πρέπει πρώτα να μπεις. Ο Μάικλ Σκόλφιλντ έχει κάθε λόγο να το κάνει. Ο αδελφός του Λίνκολν Μπάροουζ βρίσκεται στο σωφρονιστικό ίδρυμα Τζολιέτ περιμένοντας να εκτελεστεί, καταδικασμένος για τον φόνο του αδελφού της αντιπροέδρου των ΗΠΑ, έναν φόνο τον οποίο ο Μάικλ είναι πεπεισμένος πως δεν έχει διαπράξει. Κι αν το να μπεις φυλακή είναι το εύκολο κομμάτι σε μια (οποιαδήποτε) απόδραση, για να βγεις χρειάζεσαι ένα πολύ καλό σχέδιο. Τα κομμάτια αυτού του σχεδίου λοιπόν συντίθενται σε κάθε επεισόδιο της σειράς, φτιάχνοντας ένα παζλ τόσο περίπλοκο και απρόβλεπτο, ώστε δεν μπορείς παρά να θαυμάσεις κάθε καινούργια εικόνα που αποκαλύπτεται κα θώς σιγά σιγά κάθε τι μπαίνει στην θέση του. Το πρώτο από αυτά είναι τα τατουάζ του Μάικλ, ένα αληθινό έργο τέχνης που καλύπτει ολόκληρο τον κορμό του και όπου, κάτω από τα περίπλοκα σχέδια, κρύβονται μερικά άλλα, πολύ πιο σημαντικά: τα σχέδια της φυλακής...
Ακόμη όμως κι αν σχεδόν σε κάθε επεισόδιο ο Μάικλ βγάζει έναν άσο από το μανίκι του (ή μερικές φορές από το ίδιο του το μπράτσο), δεν είναι μόνο τα σεναριακά τεχνάσματα ή η αδρεναλίνη των εκπλήξεων που κάνει το «Ρrison Βreak» τόσο γοητευτικό. Διότι αν η οδός της διαφυγής των ηρώων είναι στρωμένη με απιθανότητες, που σου ζητούν να τις δεχτείς χωρίς να τις αμφισβητήσεις (αν και δεν είναι όσο δύσκολο ακούγεται), αυτές δεν αποτελούν το μόνο αγκίστρι που σε κρατά καθηλωμένο. Ο κόσμος της φυλακής αναπαρίσταται με εξαιρετική αληθοφάνεια, οι χαρακτήρες των κρατουμένων κρύβουν πολλά περισσότερα επίπεδα απ όσα δείχνουν αρχικά, και, παράλληλα, εξελίσσεται (ή μήπως περιπλέκεται;)... εκτός φυλακής ένα ακόμη κομμάτι της ιστορίας, που δεν υπολείπεται σε ενδιαφέρον. Κι αν το σύμπαν της σειράς είναι δομημένο με τους κανόνες ενός αριστοτεχνικού θρίλερ, οι βασικοί ήρωες, ξεκινώντας από τον Μάικλ (έναν συνδυασμό Μαγκάιβερ και Μακιαβέλι) και καταλήγοντας στον παιδεραστή συγκρατούμενό του -ίσως τον πιο απεχθή χαρακτήρα που είδατε ποτέ- αποτελούν μια ενδιαφέρουσα πινακοθήκη διαφορετικών τύπων που αρνούνται να κατηγοριοποιηθούν σε εύκολες ετικέτες.
Κι αν από το πρώτο κιόλας επεισόδιο αντιλαμβάνεσαι ότι η επιτυχία της σειράς κάθε άλλο παρά τυχαία είναι, αμέσως αναρωτιέσαι «πού μπορεί να πάει μετά;». Η απάντηση, σύμφωνα με τον δημιουργό της, είναι πως ο πρώτος κύκλος επεισοδίων δεν αποτελεί παρά ένα κομμάτι της ολοκληρωμένης εικόνας. «Η σειρά θα απλωθεί σε δύο ή τρεις σειρές, αλλά δεν πρόκειται να ακολουθήσει την φόρμα του «24», όπου κάθε φορά οι ήρωες θα έχουν να κάνουν μια ακόμη απόδραση» λέει ο Πολ Σούρινγκ. «Ο δεύτερος κύκλος θα είναι η κορύφωση του πρώτου σε ένα μοντέλο που θα θυμίζει την Μεγάλη Απόδραση, όπου ακολουθούμε όσους απέδρασαν στις τέσσερις γωνίες της Αμερικής». Κι αν τα παραπάνω μοιάζουν με spoilers, μην ανησυχείτε. Εκτός του ότι θα ξεχάσετε όσα έχετε διαβάσει και ακούσει μόλις ξεκινήσετε να βλέπετε τα πρώτα επεισόδια, ο τίτλος της σειράς είναι «Ρrison Βreak»... Ετσι κι αλλιώς, όπως είναι γνωστό, το τέλος του ταξιδιού δεν είναι πάντα αυτοσκοπός, μερικές φορές η ίδια η διαδρομή έχει επίσης εξαιρετικό ενδιαφέρον, ειδικά αν, όπως αυτή εδώ, μοιάζει με βόλτα σε rollercoaster με σπασμένα φρένα. Κρατηθείτε!
της φυλακής τα σίδερα...
Οπως εύκολα μπορείτε να αντιληφθείτε, σε μια σειρά της οποίας ο τίτλος είναι «Ρrison Βreak», η φυλακή αποτελεί κάτι περισσότερο από ένα απλό σκηνικό. Αναζητώντας το σωφρονιστικό ίδρυμα που θα φιλοξενούσε τα γυρίσματα οι δημιουργοί της σειράς ανακάλυψαν τη συγκεκριμένη λίγο έξω από το Σικάγο. Η φυλακή βρισκόταν σε λειτουργία μέχρι πρόσφατα και παρά το γεγονός ότι δεν δείχνει ιδιαίτερα φωτογενής, έχει χρησιμοποιηθεί ανάμεσα σε άλλα και για γυρίσματα των BLUES BROTHERS, αλλά και πιο πρόσφατα για το ΕΚΤΟΣ ΤΡΟΧΙΑΣ με την Τζένιφερ Ανιστον και τον Κλάιβ Οουεν. Στο παρελθόν, εκτός από κινηματογραφικούς έχει φιλοξενήσει και μερικούς άλλους «σταρ», όπως για παράδειγμα τον διαβόητο serial killer Τζον Γουέιν Γκέισι. «Το γεγονός ότι βρισκόμαστε σε μια αληθινή φυλακή είναι ανεκτίμητο» λέει ο πρωταγωνιστής Γουέντγουρθ Μίλερ. «Η φυλακή αποτελεί έναν ακόμη χαρακτήρα στη σειρά και νομίζω ότι δίνει μια αυθεντικότητα κι ένα ειδικό βάρος που δεν θα μπορούσαμε να αναπαραστήσουμε σε ένα στούντιο. Αυτό που μου έκανε τεράστια εντύπωση την πρώτη φορά που βρέθηκα εκεί, ήταν πόσο θλιμμένο είναι αυτό το μέρος. Νιώθεις εκατόν πενήντα χρόνια βίας και φόβου να έχουν ποτίσει τους τοίχους του κτιρίου, αλλά το κυρίαρχο συναίσθημα του χώρου είναι αυτό της απόγνωσης». Τα αισθήματά του απέναντι στον χώρο δεν μοιράζεται όμως και ο «αδελφός» του Ντόμινικ Πάρσελ, ο οποίος περνάει το μεγαλύτερο μέρος του πρώτου κύκλου επεισοδίων στην απομόνωση, οπότε είναι φυσικό να περιμένει την απόδραση εντός αλλά και εκτός ρόλου. «Σιχαίνομαι αυτό το μέρος» λέει, «είναι πραγματικά καταθλιπτικό και δεν βλέπω την ώρα να φύγω τρέχοντας από εδώ». Το τηλεοπτικό κοινό ωστόσο δεν συμφωνεί διόλου και κάθε Δευτέρα τον περασμένο χειμώνα δεν έβλεπε την ώρα να περάσει το κατώφλι της. «Ενώ είχα απόλυτη εμπιστοσύνη στο σενάριο και τους ηθοποιούς», λέει ο δημιουργός της σειράς, «δεν ήμουν καθόλου σίγουρος ότι θα καταφέρναμε να πετύχουμε τους στόχους μας. Είχα μεγάλες αμφιβολίες για το αν το κοινό θα ήθελε να περνάει μια ώρα κάθε εβδομάδα μέσα σε μια φυλακή».