Φάνι και Αλέξανδρος (1982)

06.03.2007
«Συνέλαβα την ιδέα για το "Φάνι Και Αλέξανδρος" το χειμώνα του 1979, όταν τα πάντα γύρω μου με έφερναν στην πιο βαθιά απόγνωση» - τάδε έφη Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, από το βιβλίο «Ιmages: Μy Life Ιn Film».

«Συνέλαβα την ιδέα για το "Φάνι Και Αλέξανδρος" το χειμώνα του 1979, όταν τα πάντα γύρω μου με έφερναν στην πιο βαθιά απόγνωση»: τάδε έφη Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, από το βιβλίο «Ιmages: Μy Life Ιn Film».

Συνεχίζει όμως ο μέγιστος Σουηδός σκηνοθέτης, για να εξηγήσει το εντυπωσιακά διαφοροποιημένο θυμικό της επικής του ταινίας: «Ωστόσο, όταν έγραψα το σενάριο βρισκόμασταν ήδη στην άνοιξη του 1979 και μέχρι τότε πολλά θέματα είχαν αρχίσει να διευθετούνται. Η "Φθινοπωρινή Σονάτα" είχε μια επιτυχημένη πρεμιέρα και εκείνο το φορολογικό πρόβλημα είχε λυθεί οριστικά. Ξαφνικά ένιωθα απελευθερωμένος».

«Εκείνο το φορολογικό πρόβλημα» στο οποίο αναφέρεται ο Μπέργκμαν δεν είναι άλλο από την περιβόητη υπόθεση φοροδιαφυγής που τον είχε αναγκάσει να ζει στο Μόναχο από το 1976. Συν τοις άλλοις, λοιπόν, το "Φάνι Και Αλέξανδρος" έμελλε να σηματοδοτήσει την επιστροφή του σκηνοθέτη στη Σουηδία, αλλά και σε μια ειδυλλιακή, παιγνιώδη διάθεση που έμοιαζε για χρόνια εξόριστη από τα έργα του. Πράγματι, ο ίδιος παραδέχεται ότι αυτή η «φυγή» προς την ελαφρότητα ήταν κάτι το επιβεβλημένο, η έσχατη άμυνα τη στιγμή που ένιωθε αδύναμος να κουβαλήσει το φορτίο της ζωής του. Στο κάτω κάτω, έπρεπε κάπως να ικανοποιήσει έναν αγαπημένο του φίλο, που αφοπλιστικά τον ρωτούσε: «Γιατί γυρίζεις τόσο μουντές ταινίες, αφού στην πραγματικότητα είσαι ένας αυθεντικός εραστής της ζωής;».

«Οι δημιουργικοί χυμοί τρέχουν γρηγορότερα όταν η ψυχή απειλείται», σύμφωνα με τον Μπέργκμαν. Σε παρόμοια κατάσταση απειλής αρχικά, και αρκετά πιο χαλαρός μετά τη λύση του φορολογικού προβλήματος, ο δημιουργός οραματιζόταν την ταινία του χωρίς να ανησυχεί εάν θα ήταν ακριβή ή δύσκολο να γυριστεί. «Κατά συνέπεια, κατέληξε να είναι πανάκριβη και τρομακτικά δύσκολη!»

Πού θα βρισκόταν το απαιτούμενο ρευστό; Ο Βρετανός ιμπρεσάριος και κινηματογραφικός παραγωγός Σερ Λιου Γκρέιντ, που είχε χρηματοδοτήσει σεβαστό μέρος της Φθινοπωρινής Σονάτας, έκανε πίσω τρομοκρατημένος όταν έμαθε ότι η διάρκεια της ταινίας επρόκειτο να ξεπεράσει τις δύο ώρες κι ένα τέταρτο. Πάνω που ο Μπέργκμαν εκλάμβανε το οικονομικό αδιέξοδο ως θείο σημάδι ώστε να μην προχωρήσει ένα τόσο απαιτητικό σχέδιο, εμφανίστηκε ο Γιορν Ντόνερ.

Ο Ντόνερ, επικεφαλής του Σουηδικού Κέντρου Κινηματογράφου, πήρε στα χέρια του το σενάριο του 'Φάνι Και Αλέξανδρος' κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης στο Μόναχο και ξενύχτησε διαβάζοντάς το. Απόλυτα μαγεμένος, το επόμενο πρωί υποσχέθηκε ολόψυχα κάθε βοήθεια για την υλοποίηση του σχεδίου. Μοναδικός και απαράβατος όρος, η ταινία να γυριστεί στη Σουηδία.

Τι κι αν ο Μπέργκμαν αντέτεινε ότι τη δεδομένη στιγμή η πατρίδα του δεν διέθετε στούντιο ικανό να φέρει εις πέρας μια τέτοια παραγωγή; Τα μέλη του Κέντρου έπρεπε να πειστούν τουλάχιστον για το οικονομικό όφελος της σουηδικής κινηματογραφικής βιομηχανίας. Την ίδια στιγμή, εξάλλου, πολλοί Σουηδοί σκηνοθέτες επρόκειτο να μείνουν με άδεια χέρια, λόγω της επικείμενης οικονομικής αφαίμαξης του Κέντρου από τον Μπέργκμαν. Τελικά, ο Ντόνερ ενέκρινε μια χρηματοδότηση-μαμούθ και το Σουηδικό Κέντρο Κινηματογράφου ανέλαβε το ρίσκο ως κύριος παραγωγός του Φάνι Και Αλέξανδρος.

Στις 23 Οκτωβρίου 1980, η σουηδική εφημερίδα «Εxpressen» θα ανακοίνωνε ότι «ο 62χρονος Ινγκμαρ Μπέργκμαν, πέντε χρόνια μετά τη φορολογική υπόθεση που τον ανάγκασε να φύγει από τη Σουηδία, επιστρέφει με τη μεγαλύτερη παραγωγή της καριέρας του.

Τα γυρίσματα ξεκίνησαν ένα χρόνο μετά στα στούντιο του Σουηδικού Κέντρου Κινηματογράφου στη Στοκχόλμη, σε κλίμα αρχικά ενθουσιώδες... και ύστερα ήρθαν οι καταστροφές. Κρατήστε την αναπνοή σας: ο ηλεκτρολόγος σπάει και τα δυο του πόδια, η υπεύθυνη του μέικ-απ τραυματίζεται στην πλάτη και αδυνατεί να δουλέψει, ενώ ένας κασκαντέρ παίρνει φωτιά!

Μην χαλαρώνετε, τώρα έρχεται το καλύτερο: μια επιδημία γρίπης βγάζει νοκ άουτ το μισό συνεργείο, συμπεριλαμβανομένων του διευθυντή φωτογραφίας και του ίδιου του σκηνοθέτη! Κανένα γιατροσόφι δε θα μπορούσε να αποδειχτεί ισχυρότερο από το πιεστικό χρονοδιάγραμμα των γυρισμάτων, οπότε κάποιες σκηνές έπρεπε να γυριστούν υπό την επίβλεψη του βοηθού σκηνοθέτη Πέτερ Σιλντ και του φωτογράφου Τόνι Φόρσμπεργκ. Ευτυχώς, ο Μπέργκμαν δεν είχε κανένα παράπονο από το τελικό αποτέλεσμα και για να συμφωνήσετε μαζί του δεν έχετε παρά να απολαύσετε τη σκηνή της κηδείας του Οσκαρ Εκνταλ.

«Καθετί μπορεί να συμβεί, καθετί είναι πιθανό και κατορθωτό. Ο χώρος και ο χρόνος δεν υπάρχουν. Πάνω στο εύθραυστο έδαφος της πραγματικότητας, η φαντασία ξεπηδάει και υφαίνει καινούργια σχέδια». Οπως επισημαίνει ο Βασίλης Ραφαηλίδης, όταν η γιαγιά του Αλέξανδρου απαγγέλλει τα παραπάνω λόγια του Στρίντμπεργκ δεν ικανοποιεί απλώς ένα όνειρο ζωής, αλλά δίνει το στίγμα ολόκληρης της ταινίας και της υπέροχης γραφής του σκηνοθέτη.

Συνοψίζει επίσης, θα προσθέταμε εμείς, την larger than life περιπέτεια που αποτέλεσε η ολοκλήρωση του Φάνι Και Αλέξανδρος. Μια ολοκλήρωση που, αν το καλοσκεφτείς, έμεινε κι αυτή μετέωρη: η ταινία μονταρίστηκε σε μια κινηματογραφική βερσιόν των τριών ωρών και σε μια τηλεοπτική που ξεπερνούσε τις πέντε ώρες! Ο Μπέργκμαν υπερασπιζόταν τη δεύτερη ως ιδανική αποκρυστάλλωση του οράματός του, αλλά η πρώτη... αρκούσε για να αποσπάσει τα Οσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας, φωτογραφίας, καλλιτεχνικής διεύθυνσης και κοστουμιών.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ