Crank: High Voltage

22.04.2009
Kάποιοι έχουν κλέψει την καρδιά του Τσεβ Τσέλιος, και αυτός τη θέλει πίσω. Το πρόβλημα είναι πως η μηχανική με την οποία την αντικατέστησαν, πρέπει διαρκώς να φορτίζεται.
Δεν έχει πάντα νόημα να μιλήσεις με αυστηρούς κινηματογραικούς όρους για μια ταινία σαν το "Crank: High Voltage" η οποία τόσο ξεδιάντροπα και αναπολογητικά τους αρνείται, τους ξεφτιλίζει, τους κάνει ηλεκτροσόκ και τους πετάει από το παράθυρο.


Αυτό το σίκουελ του ήδη cult classic πρωτότυπου "Crank" έχει και πάλι έναν Τζέισον Στέιθαμ να ξεχειλίζει τεστοστερόνη (και να επιβεβαιώνει για μία ακόμα φορά το στάτους του ως του απόλυτου b-action hero των '00s) και αδιαφορώντας για οτιδήποτε πέραν της ακραίας και ολοκληρωτικά ασταμάτητης δράσης, πετυχαίνει να είναι ακριβώς η ταινία που οι δημιουργοί της σκόπευαν να φτιάξουν.

Δηλαδή ένα τόσο over-the-top κατασκεύασμα που κάνει τον ίδιο τον όρο να μοιάζει ελάχιστος. Γιατί αν ήδη η πρώτη ταινία ήταν απίστευτα over-the-top, αυτή εδώ τι είναι; Που όχι μόνο ξεπερνάει εκείνη που προηγήθηκε, αλλά βάζει στοίχημα, με το πόδι πάντα κολλημένο στο γκάζι, να ξεπερνάει διαρκώς και τον ίδιο της τον εαυτό.


Μετά από κάθε καρτουνίστικης και επιληπτικής δράσης σκηνή, νομίζεις οτι τα έχεις δει όλα- μέχρι την επόμενη. Ο Τσεβ Τσέλιος ηλεκτρίζει το δρόμο του ακολουθώντας μια υποτυπώδη πλοκή που δίχως ανάσα περνά από κινέζους μαφιόζους, παράνομο εμπόριο οργάνων, χορεύτριες που παραπέμπουν στο "Grindhouse" και μια σκηνή ονείρου-αναφορά στο "Godzilla", και επιστρατεύει και ουκ ολίγους guest stars β' διαλογής (Μπάι Λίνγκ, Κόρεϊ Χάιμ, Τζον ντε Λάνσι) για το stunt casting-κερασάκι στην τούρτα.

Όμως όλα αυτά είναι τελικά ανούσια μπροστά σε μια ταινία που τόσο παράλογα και προκλητικά παίζει αποκλειστικά με τους δικούς της κανόνες, ώστε τελικά να διασφαλίζει όπως και ο προκάτοχός της μια θέση κάπου στη βίβλο του καλτ.


ΘΟΔΩΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ