Το σπάνιο χάρισμα να ενώνει πολλούς και ετερόκλητους θεατές κάνει πράξη με τη νέα του ταινία ο Γκας Βαν Σαντ. Οι μακροχρόνιοι θαυμαστές του σκηνοθέτη θα τον επιβραβεύσουν επειδή εδώ μετέτρεψε μια mainstream βιογραφία σε μια πολύ προσωπική και ιδιαιτέρως τρυφερή υπόθεση.
Οι οπαδοί των πιο μαζικών και συμβατικών ταινιών του θα εκτιμήσουν ότι το «Μilk» δεν έχει καμιά στυλιστική ιδιοτροπία ή αυτισμό που να τους στερεί την απόλαυση μιας δυνατής ιστορίας, όπως συνέβαινε με τις πρόσφατες ελλειπτικές απόπειρές του. Οι στρέιτ θεατές θα ανακουφιστούν που ένας ανοιχτά ομοφυλόφιλος δημιουργός δεν χρησιμοποίησε την ταινία για να προωθήσει κάποια στρατευμένη ιδεολογική ατζέντα, αλλά προτίμησε να εντρυφήσει σε οικουμενικής εμβέλειας θέματα. Το γκέι κοινό θα νιώσει κολακευμένο που σε αμερικανική ταινία δυο πασίγνωστοι ηθοποιοί μπορούν να φιλιούνται ξανά και ξανά στο στόμα, όλοι σχεδόν οι πρωταγωνιστές είναι μαχητικοί ομοφυλόφιλοι και τα βασικά συνθήματα του φιλμ μοιάζουν σαν να έχουν ξεπηδήσει από κάποια ένθερμη παρέλαση του gay pride.
Ακόμα και άνθρωποι που δεν επισκέπτονται τακτικά τις αίθουσες θα βρουν άφθονο υλικό για συζήτηση σε μια ταινία που διατηρεί εξαιρετική επαφή και συνάφεια με το τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή στον αληθινό κόσμο και τη νέα εποχή ανοχής και ελπίδας που εγκαινιάζει η προεδρική εκλογή του Μπαράκ Ομπάμα.
Αυτό κατορθώνουν, ωστόσο, και πετυχαίνουν οι αληθινά σημαντικές ταινίες. Ανατρέπουν τις προσδοκίες και ενώνουν διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες θεατών κάτω από την ίδια κινηματογραφική ομπρέλα. Αυτό είναι και το μεγάλο στοίχημα που κερδίζει στο «Μilk» ο Γκας Βαν Σαντ.
Καταφέρνοντας την ίδια στιγμή να μετατρέψει τη συγκλονιστική ιστορία που διηγείται σε ένα στιβαρό και γενναιόδωρο δράμα. Γενναιόδωρο απέναντι στην πληθώρα των γεγονότων που καταφέρνει να χωρέσει αβίαστα στο δίωρό του, όσο και απέναντι στη δημοκρατική και ζωηρή σκιαγράφηση των χαρακτήρων - με την εξαίρεση μόνο του Τζακ Λίρα, τελευταίου εραστή που γνώρισε ο Μιλκ, που αποτελεί και τη μοναδική παραφωνία του φιλμ.
Με ένα κρυστάλλινα καθαρό σενάριο, η ταινία μοιράζεται ακριβοδίκαια ανάμεσα στο πολιτικό και το προσωπικό, το δημόσιο και το ιδιωτικό, το μεγάλο και το μικρό, καταφέρνοντας να καλύψει όσο το δυνατόν περισσότερες πτυχές του αντικειμένου της και μιας ολόκληρης εποχής μέσα από μια αιθέρια αφήγηση που αποφεύγει δεξιοτεχνικά τις εύκολες χαρακτηρολογίες, τους προφανείς συμβολισμούς και τις πομπώδεις κορώνες.
Ούτε αγιογραφία ούτε παραδοσιακή βιογραφία, το «Μilk» αναποδογυρίζει το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου και το μετατρέπει σε έναν ύμνο πάνω στη ζωή, τη σημασία της αλλαγής και την ανάγκη της ελπίδας. Είναι ένα βαθιά ανθρώπινο κομμάτι σινεμά. Κατέχει μάλλον την πιο ειλικρινή και αναπάντεχη αντρική ερμηνεία της χρονιάς (Σον Πεν). Και καταρρίπτει την αντίληψη όσων πιστεύουν ότι το Χόλιγουντ δεν μπορεί, όταν θέλει, να παράγει σπουδαίες ταινίες.
ΛΟΥΚΑΣ ΚΑΤΣΙΚΑΣ