Φανταστείτε το «Στάσου Πλάι Μου» (χωρίς την αστυνομική ίντριγκα), υπό τους ήχους των Duran Duran, με ενισχυμένο το κοινωνικοπολιτικό φόντο και σκηνοθετημένο από τον Τιμ Μπάρτον, αν ήταν Βρετανός. Κάπως έτσι μοιάζει η περιπέτεια του Γουίλ, ο οποίος θα αποδράσει από το θρησκόληπτο περιβάλλον της οικογένειάς του που του απαγορεύει να κάνει ό,τι και οι συνομήλικοι του, από τη στιγμή που θα γνωρίσει τον Λι- φόβο και τρόμο του σχολείου. Μαζί, θα γίνουν μάρτυρες μίας αποκαλυπτικής εμπειρίας όταν θα ανακαλύψουν μια πειρατική κόπια της πρώτης κινηματογραφικής περιπέτειας του Ράμπο - Σιλβέστερ Σταλόνε και θα αποπειραθούν να γυρίσουν τη δική τους εκδοχή.
Σαφής αλληγορία για τη βία της ενηλικίωσης και τη μεγάλη «απόδραση» από την γκρίζα πραγματικότητα του τριπτύχου «πατρίδα - θρησκεία - οικογένεια», το δεύτερο φιλμ από τον σκηνοθέτη του «Γυρίζοντας Τον Γαλαξία Με Οτοστόπ» μοιράζεται ανάμεσα στη νοσταλγία, την αλά Κεν Λόουτς ηθογραφία και το σινεμά του φανταστικού. Και αν στα δύο πρώτα μοιάζει απλά λίγος, στο πεδίο της «φαντασίας» αποδεικνύεται σχεδόν εφάμιλλος του σύμπαντος του Μπάρτον. Ζωντανεύοντας τις ζωγραφιές του Γουίλ με τρισδιάστατο animation, ο Τζένινγκς δεν περιγράφει μόνο με ακρίβεια τι συμβαίνει στο μυαλό ενός 11χρονου παιδιού αλλά και πόσο ακόμη μια μυθολογία όπως αυτή του all American απέθαντου Ράμπο μπορεί να σημαίνει περισσότερα από τα προφανή.
Μανώλης Κρανάκης