Η Δίκη Της Νυρεμβέργης

17.09.2008
Μυθοπλαστική αναπαράσταση μίας από τις δίκες που έγιναν δυο χρόνια μετά την λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου στη Νυρεμβέργη, με κατηγορούμενους τέσσερις υψηλόβαθμους του Ναζιστικού καθεστώτος...

Μυθοπλαστική αναπαράσταση μίας από τις δίκες που έγιναν δυο χρόνια μετά την λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου στη Νυρεμβέργη, με κατηγορούμενους τέσσερις υψηλόβαθμους του Ναζιστικού καθεστώτος...

Κλασικό παράδειγμα προσπάθειας του Χόλιγουντ να αντλήσει τα μέγιστα από την κινηματογραφική μεταχείριση ενός σοβαρού θέματος, η «Δίκη Της Νυρεμβέργης» φορά τις φιλελεύθερες προθέσεις και τη βαρύτητά της περήφανα στο πέτο. Απλώνεται σε παραπάνω από τρεις πυκνές ώρες, διαλέγει ως ηθοποιούς μερικά από τα λαμπρότερα ονόματα της εποχής, φέρει την υπογραφή ενός σκηνοθέτη με σεβαστή προϋπηρεσία στο κοινωνικό σινεμά («Οταν Σπάσαμε Τις Αλυσίδες», «Κληρονομήστε Τον Ανεμο»), στηρίζεται σε καλογραμμένο και δημοκρατικότατο σενάριο και εξερευνά μια ευρύτατη ατζέντα ηθικών διλημμάτων. Κυριότερο από αυτά είναι η ευθύνη που οφείλει να φέρει ένα άτομο ή ένας ολόκληρος λαός απέναντι σε μια πατρίδα η οποία διαπράττει κατά συρροή εγκλήματα εναντίον της ανθρωπότητας.

Με οδηγό μια ρεαλιστική και αυστηρή σκηνοθεσία, ο Κρέιμερ καταφέρνει σε μεγάλο βαθμό να υπερνικήσει τη θεατρικότητα του όλου εγχειρήματος, ο Αμπι Μαν κάνει ό,τι μπορεί προκειμένου να συγκρατήσει το (βραβευμένο με Οσκαρ) σενάριό του από πομπώδεις κορώνες (το κατορθώνει εν μέρει) και οι ερμηνείες είναι ως επί το πλείστον ευτυχείς (αν και η βράβευση του Μαξιμίλιαν Σελ με Οσκαρ για το ηχηρό ρεσιτάλ του εξακολουθεί να φαντάζει υπερβολική). Περισσότερο από τέσσερις δεκαετίες μετά, όμως, η ταινία μοιάζει με μνημείο ενός αξιοπρεπούς και έντιμου αλλά παλιομοδίτικου τρόπου να κάνεις σινεμά.

ΛΟΥΚΑΣ ΚΑΤΣΙΚΑΣ