Τριάντα χρόνια στο rock n roll μέτωπο, ο Τζούλιεν Τεμπλ κινηματογραφεί με το πάθος ενός έφηβου φαν. Μουσικά ντοκιμαντέρ, ταινίες, βιντεοκλίπ, μια καριέρα που καταφέρνει και συμφιλιώνει τους Sex Pistols με τους Clash, δεν μπορεί να είναι με τίποτα βαρετή. Στο φετινό 14ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας Conn-X, ο Τζούλιεν Τεμπλ θα παραστεί με σκοπό να παρουσιάσει την καινούργια του ταινία με τίτλο «Τhe Eternity Μan», να απαντήσει στις ερωτήσεις του κοινού, να παραχωρήσει ένα masterclass που όλοι περιμένουμε με ανυπομονησία και να ηγηθεί ενός dj set με μερικές από τις πιο σταθερές μουσικές εμμονές του.
ΑΠΟ ΤΟΥΣ SEX PISTOLS ΣΤΗΝ ΤΖΑΝΕΤ ΤΖΑΚΣΟΝ
Η ιστορία ξεκινάει το 1980, όταν ο 27χρονος τότε Τζούλιεν Τεμπλ αναλαμβάνει να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για το σημαντικότερο (όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων) πανκ γκρουπ όλων των εποχών, τους Sex Pistols. Είχε προηγηθεί το δεκαπεντάλεπτο «Samson: Biceps of Steel», μια διασκευή στην ιστορία του Σαμψών και της Δαλιδά (με τον Μπρους Ντίκινσον των Iron Maiden ως Σαμψών!), και το 25λεπτο «Sex Pistols Number 1», μια συρραφή τηλεοπτικών κλιπ με εμφανίσεις των Pistols από το 1976-77.
Η αρχική ιδέα για το ντοκιμαντέρ προήλθε από την αποτυχημένη προσπάθεια του Ρας Μέγιερ να γυρίσει ένα φιλμ που θα σχετιζόταν κατά κάποιο τρόπο με την μπάντα, σε σενάριο του γνωστού κριτικού Ρότζερ Εμπερτ και του μάνατζερ των Pistols, Μάλκολμ ΜακΛάρεν. Οι εξωφρενικές όμως λεπτομέρειες του σεναρίου (ο Sting ως τραγουδιστής της gay punk μπάντας The Blow Waves αποπειράται να απαγάγει τον μπασίστα των Sex Pistols, Πολ Κουκ!), έκαναν την εταιρία 20th Century Fox να αποσυρθεί και το φιλμ ονόματι «Who Killed Βambi?» να μείνει στα σκαριά. Ετσι, ο Τεμπλ παίρνοντας κάποιες σκηνές του «Who Killed Βambi?» και με αρκετό υλικό από εμφανίσεις των Pistols, γύρισε το «Τhe Great Rock n Roll Swindle», μια απεικόνιση των χρονικών της πανκ περιόδου της Βρετανίας, ένα ψευδό-ντοκιμαντέρ που κατέληξε τελείως μονομερές, καθώς απηχεί (σχεδόν) μόνο τις απόψεις του Μάλκολμ ΜακΛάρεν.
Παρ όλα αυτά, η ταινία κατάφερε να κάνει γνωστό τον Τεμπλ, που σύντομα μεταπήδησε στη σκηνοθεσία μουσικών βίντεο κλιπ ακριβώς την εποχή που το MTV και το VH1 μπορούσαν να εδραιώσουν τη φήμη σκηνοθετών με τη λαγνεία της εικόνας. Στα πιο γνωστά του βίντεο, το concept είναι παρόμοιο: ο καλλιτέχνης τραγουδάει σε σκηνικό που συνήθως είναι ένα κλαμπ με την μπάντα σε background και κοινό από κάτω που είτε χορεύει είτε παρακολουθεί καθιστό σε τραπέζια- εκεί συνήθως αναπτύσσεται και μια ιστορία, με μικρότερες υποπλοκές να «τρέχουν». Αυτό συμβαίνει στα πιο αξιομνημόνευτα δικά του κλιπ: στο jazzy chic «Smooth Οperator» της Σαντέ, στο αφελέστατα νεορομαντικό «Ρoison Αrrow» των ABC (με τους φτερωτούς έρωτες), στο παιχνιδιάρικο «Do You Really Want To Hurt Μe?» των Culture Club, ακόμα και στο αρκετά μεταγενέστερο (από την «αμερικάνικη» περίοδό του) «Ιm Your Baby Τonight» της Γουίτνι Χιούστον, με την ίδια σε χαρακτηριστικά παιχνίδια με καθρέφτες. Από τις πιο γνωστές δουλειές του παραμένει το «When Ι Think Of Υou» της Τζάνετ Τζάκσον, στο οποίο μια ολόκληρη γειτονιά ζωντανεύει από το χορό. Το κλιπ έχει μόνο πέντε cut κι η επιτυχία του οδήγησε στην επανάληψή του σε παραπλήσια μορφή στο «Αlright», πάλι για την Τζάνετ Τζάκσον, αυτή την φορά όμως σε σκηνικό 30s μιούζικαλ.
Οι σκηνοθετικές αρετές του Τεμπλ τον έκαναν δημοφιλή στους μουσικούς κύκλους και έχρισαν τα κλιπ του σήμα κατατεθέν για τη δεκαετία του 80. Σχεδόν όλα είναι γυρισμένα σε ημι-ντοκιμαντερίστικη μορφή, με την ιστορία να έχει πάντα δευτερεύοντα ρόλο και τις αισθητικές λεπτομέρειες να δίνουν το στίγμα του γκρουπ (βλέπε για παράδειγμα το «Come On Εileen» των Dexys Midnight Runners, με τις «εργατικού στυλ» τζιν φόρμες). Μια περίεργη εξαίρεση είναι το «See Υou» των Depeche Mode, με τον (σχεδόν έφηβο) Ντέιβ Γκάχαν να τραγουδά σε ένα πολυκατάστημα και την μπάντα να χρησιμοποιεί ταμειακές μηχανές για keyboards. Οι ίδιοι οι Depeche Mode είχαν τότε απορρίψει το κλιπ, καθώς δεν τους άρεσε.
ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΠΑΟΥΙ ΣΤΟΥΣ CLΑSΗ
Στα μέσα της δεκαετίας του 80, στο 1986, ο Τζούλιαν Τεμπλ σκηνοθετεί το «Αbsolute Βeginners», ένα μιούζικαλ τοποθετημένο στη Βρετανία του 1958, με πρωταγωνιστές τον Ντέιβιντ Μπάουι και την Πάτσι Κένζιτ. Η ταινία ήταν μια από τις πιο ακριβές παραγωγές του αγγλικού σινεμά κι η τεράστια εμπορική της αποτυχία οδήγησε στην οικονομική κατάρρευση των στούντιο Goldcrest. Παρ όλα αυτά, ο Τεμπλ γυρίζει δύο χρόνια αργότερα το «Στον Πλανήτη Γη Τα Κορίτσια Είναι Εύκολα» με το ζεύγος Τζεφ Γκόλντμπλαμ-Τζίνα Ντέιβις, μια ποπ κωμωδία που απέκτησε γρήγορα καλτ φήμη (και πώς να γινόταν διαφορετικά, όταν αφηγείται την ιστορία μιας μανικιουρίστας η οποία γοητεύεται από τρεις εξωγήινους που προσγειώνονται στη Γη κι αφομοιώνουν την ανθρώπινη κουλτούρα μέσα από 10 λεπτά παρακολούθησης τηλεοπτικών προγραμμάτων!).
Η αποτυχία του Τεμπλ στο σινεμά μυθοπλασίας τον επιστρέφει στο ντοκιμαντέρ, όπου γυρίζει άλλο ένα φιλμ για τους Sex Pistols, το «Τhe Filth And The Fury», με αντικειμενικότερη ματιά προς το γκρουπ αυτή τη φορά, το «Glastonbury» για το ομώνυμο βρετανικό μουσικό φεστιβάλ και το «Joe Strummer: The Future Is Unwritten» για τον τραγουδιστή των Clash και καλό φίλο του σκηνοθέτη. Παραθέτοντας άγνωστες λεπτομέρειες, αθέατες πτυχές και πλήθος συνεντεύξεων με φίλους και συνεργάτες, σκιαγραφεί ένα άκρως διεσδυτικό κινηματογραφικό πορτρέτο, το οποίο παραμένει κι η πιο «ανθρώπινη» ταινία του απ όλες.
Πέντε στιγμές από μία ροκ φιλμογραφία
«Τhe Great Rock n Roll Swindle» (1980)
Γυρισμένο με την προοπτική ενός «Α Hard Days Νight» για την γενιά του «no future», το «Swindle» παραμένει μέχρι και σήμερα ένα απολαυστικότατο mockumentary για την ιστορία του πανκ, τον αλόγιστο rock n roll θυμό των Sex Pistols, ιδωμένο αυστηρά από τη ματιά του πανούργου μάνατζερ Μάλκολμ ΜακΛάρεν. Ο Τζόνι Ρότεν/Λίντον αφόρισε την ταινία, λέγοντας πως πολλά απ όσα ισχυρίζεται ο ΜακΛάρεν στο φιλμ είναι ψέματα- ένας λόγος επιπλέον για την ιστορικότητά του.
«Αbsolute Βeginners» (1986)
Βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Κόλιν ΜακΙνες, αυτό το ιδιόρρυθμα νοσταλγικό μιούζικαλ βρίσκει τον Ντέιβιντ Μπάουι στα τέλη των 50s ως ποπ φωτογράφο που βρίσκει τον έρωτα στο πρόσωπο της σχεδιάστριας μόδας Πάτσι Κένζιτ (με το υπέροχο όνομα Κρεπ Σουζέτ). Μακριά από τα μεταγενέστερα μιούζικαλ πειράματα του Λαρς Φον Τρίερ, το «Αbsolute Βeginners» μυρίζει από μίλια eighties και κατατάσσεται ως ενοχική απόλαυση, για την υπερ-στυλιζαρισμένη ρετρό ματιά του και μόνο.
«Τhe Filth And The Fury» (2000)
Δεύτερο ντοκιμαντέρ για τους Sex Pistols από τον Τεμπλ και αυτή τη φορά το βέλος βρίσκει στόχο για τα καλά (το μήλο ήταν σάπιο εξαρχής). Υποδειγματικά σκηνοθετημένο, με δομή στο στυλ του «Ρασομόν» του Κουροσάβα, παρουσιάζει πτυχές της ιστορίας του γκρουπ από κάθε δυνατή οπτική γωνία, καταφέρνοντας να είναι το πιο πλήρες ντοκουμέντο που έγινε ποτέ για το πανκ στη Βρετανία. Εκεί που το «Swindle» χώλαινε, το «Filth And The Fury» μαγνητίζει, αποκωδικοποιώντας (όσο αυτό είναι δυνατό), τι ήταν αυτό που έκανε αυτούς τους νεαρούς στα τέλη των 70s να ανακατώσουν το σύμπαν με τα αναρχικά τους μηνύματα και την οργή προς πάσα κατεύθυνση.
«Glastonbury» (2006)
Χαοτικό στο μεγαλύτερο μέρος του, με ροπή ελαφρώς προς την ανία, το «Glastonbury» καταφέρνει από τη μια μεριά να μεταδώσει την αίσθηση του μεγαλύτερου (μέχρι πρότινος) μουσικού φεστιβάλ της Βρετανίας (κατά στιγμές νιώθεις τη λάσπη να χει ποτίσει τα ρούχα σου), από την άλλη μοιάζει με άτακτη συρραφή βίντεο από θαμώνες του φεστιβάλ και με ακατανόητη επιλογή συγκροτημάτων για τα live αποσπάσματα. Η δουλειά του Τεμπλ μόνο εύκολη δεν ήταν βέβαια, καθώς είχε να μειώσει ένα δωδεκάωρο υλικό, όμως ακόμα κι έτσι, δείχνει να είναι το πιο αδύναμο ντοκιμαντέρ του.
«Joe Strummer: The Future Is Unwritten» (2007)
Η ζωή του θρυλικού τραγουδιστή των Clash μέσα από μια πολυτάραχη ζωή: από τα σκιρτήματα της πρώτης του μπάντας The 101ers, στη μεγάλη επιτυχία των Clash και τις μετέπειτα συγκρούσεις μέσα στο γκρουπ, τον αυταρχικό χαρακτήρα, την καριέρα στην Αμερική, τους Mescaleros και τον θάνατό του, το 2002. Βαθιά ανθρώπινο και καθόλου αγιογραφικό, το «Future Is Unwritten» σκιαγραφεί έναν άνθρωπο με αδυναμίες, πάθη και τρομερό ταλέντο, μέσα από πλούσιο συναυλιακό υλικό και κομμάτια της κινηματογραφικής καριέρας του Στράμερ, αλλά και συνεντεύξεις από φίλους όπως ο Ματ Ντίλον, ο Μπόνο κι ο Τζον Κιούζακ (που μιλούν δίπλα σε μια αναμμένη φωτιά το βράδυ, σαν φίλοι που συναντιούνται μετά από χρόνια).