Η Αριάν (Αριάν Ασκαρίντ) έχει γενέθλια και περιμένει τον σύζυγο και τα παιδιά της στο σπίτι για τον καθιερωμένο εορτασμό. Ενώ ακόμη ετοιμάζει την τούρτα, τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας την ενημερώνουν ότι δεν θα καταφέρουν να παραστούν.
Πλήρως απογοητευμένη, η Αριάν αποφασίζει να μην γιορτάσει μόνη της την ημέρα των γενεθλίων της και βάζει μπρος το αμάξι της προς άγνωστη κατεύθυνση.
Καθώς βρίσκεται κολλημένη στο λιμάνι, γνωρίζει έναν γοητευτικό νεαρό, ο οποίος την οδηγεί σε μια παραλιακή ταβέρνα γεμάτη με ηλικιωμένους πελάτες. Έχοντας χάσει ήδη την τσάντα και τα λεφτά της, η Αριάν βρίσκει μόνιμη στέγη στην καμπίνα ενός καϊκιού και ξεκινά να εργάζεται ως σερβιτόρα στο εστιατόριο.
Εκεί, η μεσήλικη γυναίκα γοητεύεται από τον ιδιοκτήτη της ταβέρνας, συμβουλεύει ένα νεαρό ζευγάρι για το πώς θα βρει ισορροπία η σχέση τους και, συγκινημένη από τη νοσταλγία ενός συνταξιούχου φύλακα μουσείου φυσικής ιστορίας, βοηθά τον ηλικιωμένο άνδρα να εκπληρώσει το χρέος του.
Τα δικά της αξέχαστα γενέθλια ολοκληρώνονται, όταν εντελώς ξαφνικά βρίσκει τον εαυτό της να πρωταγωνιστεί σε μια παράσταση μιούζικαλ.
Ο Ρομπέρ Γκεντιγκιάν, σκηνοθέτης του εξαιρετικού «Τα Χιόνια του Κιλιμάντζαρο», επιστρέφει στα κινηματογραφικά δρώμενα με μια ταινία που, όπως και το μεγαλύτερο μέρος της φιλμογραφίας του, επικεντρώνεται στους ανθρώπους, τις σχέσεις και τις ιστορίες του.
Αυτή τη φορά αφήνει πίσω την δραματουργική βαρύτητα προηγούμενων δουλειών του για να σκαρώσει ένα ενήλικο και ανάλαφρο παραμύθι με φόντο τις ακτές της Μασσαλίας και με σάουντρακ τις ποπ μελωδίες του Ζαν Φερά.
Κανείς όμως δεν θα είχε πρόβλημα με την παραπάνω επιλογή αν ο Γάλλος σκηνοθέτης παρέκαμπτε τελικά τους προφανείς προβληματισμούς και απέφευγε να προσεγγίσει με χαρακτηριστική αφέλεια τα σοβαρά ζητήματα των σύγχρονων κοινωνιών, υπογράφοντας εν τέλει ένα υπερφορτωμένο φιλμ που απλώνεται σε δύο ολόκληρες ώρες.
Έτσι, ο Γκεντιγκιάν, χωρίς την παραμικρή αυτοσυγκράτηση, παρασύρει στα όρια της καρικατούρας και την μούσα του, Αριάν Ασκαρίντ, η οποία εγκλωβισμένη στην υπερβολική της ερμηνεία βρίσκεται αβοήθητη στο επίκεντρο μιας ασύνδετης, ηθικολογικής και κυρίως ντεμοντέ κινηματογραφικής απόπειρας, που εκτός των άλλων διαθέτει και το λεγόμενο και ως «ακατονόμαστο φινάλε της χρονιάς».