Δίχως πια την υποχρέωση να αναμασήσει την πασίγνωστη ιστορία προέλευσης του ήρωα (ο Πίτερ Πάρκερ μετατράπηκε σε Σπάιντερμαν, έχασε τον θείο του, πολέμησε τον πρώτο του κακό και άρχισε να ξεθάβει μυστικά του παρελθόντος), το σίκουελ έχει την ελευθερία να προχωρήσει σε μια - περίπου- φρέσκια ιστορία.
Σε αυτή, ο Πίτερ (Άντριου Γκάρφιλντ) νιώθει πια πλήρως άνετος με τις δυνάμεις του και ανταπροκίνεται στις ευθύνες του ως σωτήρας της πόλης, αλλά βασανίζεται από την υπόσχεση που έδωσε στον ετοιμοθάνατο πατέρα της Γκουέν (Έμμα Στόουν) ότι θα μείνει μακριά της, για να την προστατεύσει από τους πάμπολλους κινδύνους που πια είναι μέρος της καθημερινότητάς του.
Εν τω μεταξύ, το χειρότερο εργαστήρι του κόσμου από άποψη ασφαλείας, εκείνο της εταιρείας Oscorp, γεννά το τρίτο του μεταλλαγμένο ον, όταν ο Μαξ Ντίλον (Τζέιμι Φοξ, που ποτέ δεν πείθει πραγματικά στο ρόλο) μετά από ένα ατύχημα μετατρέπεται από ασήμαντο εργαζόμενο σε ένα παντοδύναμο πλάσμα ηλεκτρισμού, που του δίνει την ευκαιρία να ξεσπάσει συσσωρευμένη οργή δεκαετιών. Και στα προβλήματα του Πίτερ προστίθεται και ο Χάρι Όσμπορν, παλιός του φίλος που αγωνίζεται να αποτρέψει την πρόοδο μιας μυστηριώδους κληρονομικής ασθένειας...
Απόηχοι των ιστοριών που έχουμε ήδη ακούσει, παραμένουν (η κοινή γνώμη που στρέφεται εναντίον του Σπάιντερμαν, το γεγονός ότι δύσκολα τα φέρνει βόλτα οικονομικά, η ατελείωτη σοδειά μεταλλαγμένων-σε-ζώα-έντομα-και-ερπετά κακών), καθώς και μια χαρακτηριστικά τεμπέλικη προσέγγιση σε βασικές αφηγηματικές στιγμές ή και σκιαγράφηση χαρακτήρων, που καταλήγει σε σαπουνοπερικού επιπέδου, γελοίες ευκολίες.
Υπάρχει, όμως, κάτι το ελκυστικό στην προσπάθεια της ταινίας να διατηρήσει το χαρακτηριστικό χιούμορ του ήρωα, δίπλα-δίπλα με πραγματικά δραματικές ανατροπές, ακόμη κι αν δεν πετυχαίνει πάντα να τα ισορροπήσει πετυχημένα, και η βελτίωση σε σχέση με το προβληματικό από πολλές απόψεις πρώτο κεφάλαιο είναι τουλάχιστον σημάδι μιας ενθαρρυντικής προόδου.
Ευτυχώς, όπως και στην πρώτη ταινία, ο Άντριου Γκάρφιλντ, που ανταποκρίνεται με άνεση σε όλες τις μεταστροφές ύφους και πουλά εξίσου τις δραματικές και κωμικές σκηνές, αλλά και η μαγική χημεία του με την Έμμα Στόουν είναι αρκετοί λόγοι για να ενδιαφερθείς για την τονικά άτσαλη και αφηγηματικά φλύαρη ιστορία, αλλά και να διακρίνεις την πραγματική καρδιά της στο ανατρεπτικό τελευταίο εικοσάλεπτο, όταν η κόπωση από τις πολλές υποπλοκές και τους μπόλικους ανταγωνιστές χτυπάει κόκκινο.