Θέλοντας να ξεφύγουν από τα διογκούμενα χρέη τους, μια νεαρή φοιτήτρια κινηματογράφου και η μητέρα της αποφασίζουν να εγκαταλείψουν τη μεγαλούπολη και βρίσκουν καταφύγιο σε ένα ήσυχο παραθαλάσσιο θέρετρο, το οποίο θα χρησιμεύσει ως βασικό σκηνικό για ένα σενάριο που η ηρωίδα ξεκινά να γράφει προκειμένου να διασκεδάσει λίγο τη ρουτίνα της.
Τρεις γυναίκες με την ίδια γαλλική καταγωγή και το ίδιο όνομα, όμως εντελώς διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες, εμφανίζονται διαδοχικά στο σενάριο για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες πότε της κομεντί, πότε της ηθογραφίας, πότε του δράματος. Η πρώτη γυναίκα είναι μια κινηματογραφική σκηνοθέτης. Η δεύτερη διατηρεί, παράλληλα με το γάμο της, μια κρυφή ερωτική σχέση. Η τρίτη είναι διαζευγμένη.
Και οι τρεις γυναίκες φιλοξενούνται στο ίδιο ξενοδοχείο, βολτάρουν τους ίδιους επαρχιακούς δρόμους και συναναστρέφονται τους ίδιους ανθρώπους, μεταξύ των οποίων βρίσκεται και ένας καλοπροαίρετος ναυαγοσώστης που χρησιμεύει ως ρομαντική πιθανότητα.
Γύρω από αυτό το τρίπτυχο ιστοριών, οι οποίες βαδίζουν σε παρόμοιες θεματικές περιοχές, είναι ελαφρά αρωματισμένες με χιούμορ και με εκείνη την ξένοιαστη διάθεση που κουβαλά μαζί του το καλοκαίρι και η θαλασσινή αύρα, η οποία φυσάει στην τοποθεσία όπου εκτυλίσσεται το φιλμ, ο Νοτιοκορεάτης σκηνοθέτης στήνει έναν κινηματογραφικό αντικατοπτρισμό των μέχρι τώρα εμμονών που διατρέχουν το ελάχιστα ταξιδεμένο στην Ελλάδα σινεμά του.
Πάλι καλά, όμως, που ο Χονγκ Σανγκ Σου δεν αφήνεται να παρασυρθεί από τις δικές του αυτοαναφορικές αφηγήσεις ή από τα άφθονα κλεισίματα του ματιού στον εαυτό του και στην τέχνη του, αλλά φροντίζει να κάνει μικρούς κύκλους γύρω από οικείες σε όλους μας έννοιες, οι οποίες σχετίζονται με τα μικρότερα ή μεγαλύτερα συμβάντα που υπερβαίνουν γεωγραφικά, πολιτισμικά και γλωσσικά σύνορα για να σφραγίσουν τις ζωές των πιο διαφορετικών ανθρώπων.
Παρουσιάζοντας στην Ιζαμπέλ Ιπέρ μια τριπλή ερμηνευτική πρόκληση, στην οποία η σπουδαία ηθοποιός ανταπεξέρχεται στην εντέλεια, το φιλμ δεν επιφυλάσσει ασφαλώς κάτι πρωτοφανέρωτο, ούτε κινείται πάντα με τον ίδιο ενδιαφέροντα τρόπο ανάμεσα στις τρεις βινιέτες του. Διατηρεί, ωστόσο, καθ’ όλη τη διάρκειά του έναν παιχνιδιάρικο χαρακτήρα που το κάνει ευχάριστο, αν και σπάνια αξιομνημόνευτο.