Last Vegas

04.12.2013
Το «Hangover» της τρίτης ηλικίας είναι μια άνιση κωμωδία που ούτε η εμπειρία των Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Μόργκαν Φρίμαν, Μάικλ Ντάγκλας και Κέβιν Κλάιν μπορεί να σώσει από την ρηχή και αναπάντεχα σοβαροφανή τροπή που παίρνει.

Τρία χρόνια μετά την συνεργασία του με το Νίκολας Κέιτζ στον ανιαρό «Υποψήφιο Μάγο» της Ντίσνεϊ, ο Τζον Τερτελτάουμπ αναλαμβάνει στο «Last Vegas» την καθοδήγηση μιας dream team της υποκριτικής, σε μια κωμωδία που έχει την ανεπανάληπτη τύχη να διαθέτει για πρωταγωνιστές τους Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Μόργκαν Φρίμαν, Μάικλ Ντάγκλας και Κέβιν Κλάιν.

Σε αυτή, ο εβδομηντάρης και αμετανόητος εργένης Μπίλι, (Ντάγκλας) αποφασίζει να παντρευτεί την τριαντάχρονη σύντροφό του στο χλιδάτο Λας Βέγκας. Από την τελετή φυσικά δεν θα μπορούσαν να λείπουν ο Πάντι (Ντε Νίρο), ο Άρτσι (Φρίμαν) και ο Σαμ (Κλάιν), κολλητοί φίλοι από παιδιά, με τους οποίους κανονίζει για ένα σαββατοκύριακο να αψηφήσουν τα χρόνια που κουβαλούν στην πλάτη και να ξεφαντώσουν δίχως αύριο στην μητρόπολη του τζόγου. Τα πάρτι και οι καταχρήσεις γρήγορα ξεκινούν αλλά ταυτόγχρονα αναδύονται και σοβαρά προβλήματα που θα δοκιμάσουν την φιλία μεταξύ τους.

Τέσσερις άνδρες. Ενα μπάτσελορ πάρτι. Λας Βέγκας. Δεν υπάρχει λόγος να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας: το «Last Vegas» φτιάχτηκε με τα απαραίτητα υλικά ώστε να γίνει το «Hangover» της τρίτης ηλικίας. Εξάλλου, και από μόνη της η ιδέα να μαζέψεις τον Ντε Νίρο, τον Ντάγκλας, τον Φρίμαν και τον Κλάιν και να τους αμολήσεις σε ένα χωρίς όρια ξεσάλωμα στον παράδεισο των καζίνο, ακούγεται αρκετά ελκυστική.

Ως ένα βαθμό το παραπάνω σχήμα λειτουργεί και στην ταινία, καθώς το «Last Vegas» είναι μια κωμωδία που ευφυώς εκμεταλλεύεται τα εκφραστικά μέσα και τις ερμηνείες των πρωταγωνιστών της, που κάτι τέτοιους ρόλους τους έχουν ακόμη για πρωινό. Κάτι οι ζωηρές ατάκες, λίγο οι χαρακτήρες που είναι κομμένοι και ραμμένοι πάνω τους και σε γενικές γραμμές το απαστράπτον κουαρτέτο δεν δυσκολεύεται καθόλου να σκορπίσει το γέλιο με τις ανάλαφρες και συχνά ξεκαρδιστικές περιπέτειες που μπλέκει.

Αυτά όμως ισχύουν για το πρώτο μισό της ταινίας καθώς το «Last Vegas» για την συνέχεια επιφυλάσσει μια κακόγουστη έκπληξη. Στο δεύτερο κομμάτι του, το φιλμ παύει να έχει αποκλειστικά στο επίκεντρό του την διασκέδαση και τον χαβαλέ και επιδίδεται παράλληλα σε μια αναίτια σκιαγράφηση της έννοιας της φιλίας και των ιδανικών της συντροφικότητας. Φυσικά αποτυγχάνει παταγωδώς καθώς επιχειρεί μια επιφανειακή προσέγγιση του θέματος, γεμάτη γενικεύσεις και διδακτισμούς που έχουν ως αποτέλεσμα μια αλληλουχία αμήχανων σκηνών που εξαφανίζουν την διασκέδαση από την οθόνη. Έτσι η ταινία χάνει την μεγάλη ευκαιρία να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τις δυνατότητες του πολυ- οσκαρικού καστ και καταλήγει σε ένα αχταρμά συντηρητικών αποφθεγμάτων και γνωμικών που θα προτιμούσαμε να είχαν παραμείνει στο Βέγκας και να μην είχαν βγει έξω από αυτό.