Snowpiercer

07.08.2013
Ένα τρένο που ταξιδεύει ατέρμονα γύρω από τη Γη φιλοξενεί τους μοναδικούς επιζώντες ενός φονικού παγετού. Οι ισορροπίες, ωστόσο, στην ταξικά χωρισμένη αμαξοστοιχία απειλούνται καθώς οι εξαθλιωμένοι φτωχοί εξεγείρονται εναντίον των πλουσίων καταπιεστών τους που διατηρούν τον έλεγχο του συρμού. Ο Νοτιοκορεάτης σκηνοθέτης του «Επισκέπτη», Μπονγκ Γιουν-Χο, αφήνει θετικότατες εντυπώσεις στο αγγλόφωνο ντεμπούτο του που προσελκύει ένα all-star καστ.

Το μετα-αποκαλυπτικό θρίλερ επιστημονικής φαντασίας του αξιολογότατου Νοτιοκορεάτη δημιουργού Μπονγκ Γιουν-Χο, περισσότερο γνωστού στην Ελλάδα για τον «Επισκέπτη» του 2006, έρχεται να καλύψει σημαντικό μέρος των προσδοκιών που δημιούργησαν οι πρώτες αποθεωτικές κριτικές που το συνόδευαν από την αρχή της παγκόσμιας κυκλοφορίας του τον περασμένο Αύγουστο.

Όχι επειδή είναι το αριστούργημα για το οποίο οι περισσότεροι μάς προϊδέαζαν, αλλά κυρίως γιατί είναι η ταινία που σηκώνει μετά από πολύ καιρό το γάντι απέναντι στον τρόπο που βλέπουμε τη σύγχρονη επιστημονική φαντασία, την περιπέτεια, το θρίλερ, καθώς και το συνδυασμό τους.

Το ενθαρρυντικό αγγλόφωνο ντεμπούτο του Μπονγκ, που ταλαιπωρήθηκε χαρακτηριστικά στο τελικό μοντάζ από την περίφημη κόντρα των δημιουργών με την Weinstein Company, κάτοχο δικαιωμάτων διανομής, προσέλκυσε ένα πληθωρικό καστ αποτελούμενο από τους Τίλντα Σουίντον, Τζον Χαρτ, Κρις Έβανς, Τζέιμι Μπελ, Οκτάβια Σπένσερ και Εντ Χάρις.

Η ιστορία του μάς μεταφέρει στο εγγύς μέλλον, όπου ένα πείραμα προορισμένο να αναστρέψει την υπερθέρμανση του πλανήτη πάει πάρα πολύ στραβά, προκαλώντας παγκόσμιο παγετό που αφανίζει σχεδόν κάθε ζωντανό οργανισμό.

Οι μοναδικοί επιζώντες έχουν βρει καταφύγιο σε μια τεράστια αμαξοστοιχία που ταξιδεύει ατέρμονα γύρω από τη Γη. Στο τρένο αυτό, οι φτωχοί στοιβάζονται στα πίσω βαγόνια, ενώ οι πλούσιοι διαμένουν άνετα στα προπορευόμενα, τουλάχιστον μέχρι τη στιγμή που η αφόρητη καταπίεση οδηγεί τους εξαθλιωμένους σε εξέγερση.

Με το «Snowpiercer», ο Μπονγκ ξεπερνά με άνεση τον σκόπελο της αγγλόφωνης παραγωγής, πάνω στην οποία έφαγαν αρκετοί αξιόλογοι σύγχρονοι Ασιάτες σκηνοθέτες τα μούτρα τους, με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα τους Γουονγκ Καρ-Βάι («My Blueberry Nights»), Παρκ Τσαν-Γουκ («Stoker») και Κιμ Ζι-Γουν («The Last Stand»). Παράλληλα, παραθέτει και πάλι τις αρετές που τον διέκριναν όχι μόνο στον «Επισκέπτη», όσο κυρίως στα άγνωστα διαμάντια «Η Μητέρα» (2009) και «Μνήμες Εγκλήματος» (2003).

Η επιτυχής ανάμειξη των κινηματογραφικών ειδών, η καταστρατήγηση των στεγανών τους, το οργανικά προσαρμοσμένο στο σώμα της ταινίας μαύρο χιούμορ, η αφηγηματική πληθωρικότητα και η μόνιμη κατάσταση εγρήγορσης στην οποία υποβάλλει τη σκέψη του θεατή, εντοπίζονται και εδώ.

Σε αυτά, έρχεται να προστεθεί η εξαιρετική δουλειά του Χονγκ Κγιου-Πιο, ο οποίος διετέλεσε διευθυντής φωτογραφίας και στη «Μητέρα».

Από κει και πέρα, πλείστες όσες φιλοσοφικές προεκτάσεις και ερωτηματικά ξεπηδούν, καθώς το καθαρά ταξικό σύμπαν του τρένου αποκαλύπτεται στο κοινό βαγόνι το βαγόνι.

Μερικά από αυτά μοιάζουν – και είναι - προφανή, άλλα ιντριγκαδόρικα και ορισμένα ίσως πρωτοποριακά, τουλάχιστον για το επίπεδο μιας παραγωγής που ευθύς εξαρχής προσανατολίστηκε στη λογική της «σκεπτόμενης», θα λέγαμε, εμπορικής επιτυχίας.

Καθώς βυθίζεται κανείς στο κλειστό οικοσύστημα του «Snowpiercer», το οποίο επιφυλάσσει ουκ ολίγες εκπλήξεις και εναλλαγές ύφους, εισέρχεται αντανακλαστικά σε προβληματισμούς αναφορικά με τον προορισμό, όχι απλώς του τρένου ή των επιβατών του, αλλά της ίδιας της ταινίας. Πρόκειται, άραγε, για ακόμα μία αρχετυπική ιστορία εξέγερσης των αδύναμων έναντι των εξουσιαστών τους;

Τουλάχιστον κατά τη γνώμη του υπογράφοντα, το «Snowpiercer» δεν είναι απλώς ένα φιλμ εξιστόρησης μιας κάποιας σύγκρουσης, αλλά ένα φιλμ για την ίδια τη φύση της επανάστασης, όσα την ορίζουν, το δομικό φόβο που γεννά η επίκλησή της τόσο από τη μεριά εκείνων που πετούν το γάντι όσο και αυτών που το σηκώνουν, και σε τελική ανάλυση τη βασική αγωνία για το τι διάολο κόσμο ζητά ή προσμένει να κληρονομήσει εκείνος που σηκώνει το λάβαρό της.

Τα παραπάνω μπορεί να ακούγονται εξεζητημένα για τα μέτρα μιας μεγάλης παραγωγής που πατά στη φόρμα των κινηματογραφικών ειδών για να ανταμείψει το θεατή της με κάτι περισσότερο από καλογυρισμένες σκηνές δράσης και κλειστοφοβική δυναμική.

Μοιάζουν ωστόσο να είναι αυτά που μαγνήτισαν τον Μπονγκ, καθώς ανακάλυπτε το μέχρι πρότινος άγνωστο γαλλικό κόμικ «Le Transperceneige» των Ζακ Λομπ και Ζαν Μαρκ Ροσέτ, πάνω στο οποίο βασίζεται χαλαρά το φιλμ του.

Ανεξάρτητα πάντως από το πόσο «δουλεύει» για τον καθένα η συλλογιστική του «Snowpiercer», το σίγουρο είναι πως το καστ ανταποκρίνεται στις προσδοκίες.

Η αυταρχική και αγνώριστη Σουίντον, ο μεσσιανικός χαρακτήρας του Έβανς, ο μυστηριώδης επικεφαλής Χάρις, ο άνθρωπος-κλειδί Σονγκ Κανγκ-Χο (συμπατριώτης του Μπονγκ και συχνός πρωταγωνιστής των ταινιών του), μαζί με την εξαιρετική Οκτάβια Σπένσερ, «κουμπώνουν» με το πνεύμα της ταινίας.

Όλα τα παραπάνω, ωστόσο, έρχονται να αντισταθμιστούν από μερικές χτυπητές αστοχίες. Κάποια αχρείαστα φλασμπάκ, κανά-δυο εξεζητημένοι συμβολισμοί, περιττές επεξηγήσεις που φυτρώνουν εδώ κι εκεί, μαζί με λίγες - ευτυχώς - σκηνές που δεν προσφέρουν κάτι στην οικονομία της πλοκής, απομακρύνουν το «Snowpiercer» από τη σφαίρα του σχεδόν αψεγάδιαστου φιλμ, στην οποία το εντάσσουν αρκετοί.

Όσο, όμως, κι αν τα ψεγάδια αυτά ορθώνουν εμπόδια στην υπερταχεία του Μπονγκ, το γεγονός παραμένει πως το τελικό αποτέλεσμα πλασάρεται με άνεση στα πιο εγκεφαλικά, θα λέγαμε, φιλμ επιστημονικής φαντασίας από τον καιρό των «12 Πιθήκων».

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ