Μάντεψε Ποιος Θα Έρθει το Βράδυ

11.06.2012
Η ευκατάστατη Τζόι επιστρέφει στο πατρικό της στο Σαν Φρανσίσκο, και προσκαλεί τον νεόκοπο αρραβωνιαστικό της, Τζον, ώστε να γνωρίσει τους γονείς της. Αυτό που δεν τους έχει πει είναι ότι ο Τζον είναι μαύρος. Οι επίσης προσκεκλημένοι γονείς του γαμπρού καταφτάνουν χωρίς να γνωρίζουν ότι η νύφη τους είναι λευκή. Στο δείπνο που θα ακολουθήσει, ο Ράιαν, ένας καθολικός ιερέας και στενός φίλος του Τζον, είναι η μοναδική φωνή της λογικής.

Χαρακτηριστική περίπτωση ταινίας, της οποίας η προχωρημένη (για την εποχή) θεματολογία τής χάρισε μεγαλύτερη φήμη και αναγνώριση από όση ενδεχομένως άξιζε, το «Μάντεψε Ποιος Θα ‘ρθει το Βράδυ» μοιάζει σήμερα εξαιρετικά ξεπερασμένο και «κατασκευασμένο» παρά τις αγαθές του προθέσεις. Στην προσπάθειά του να κάνει πιο ευκολοχώνευτες στο ευρύ κοινό τις φιλελεύθερες απόψεις του, ο Στάνλεϊ Κράμερ αισθάνθηκε την ανάγκη να παρουσιάσει τον υποψήφιο γαμπρό ως το τέλειο κελεπούρι: πέρα από το ότι διαθέτει την (ανεξαρτήτως χρώματος) αξιοζήλευτη εμφάνιση του Σίντνεϊ Πουατιέ, εξασκεί το ονειρεμένο για κάθε γονιό επάγγελμα του γιατρού και μια προσωπικότητα που θα λάτρευε και η πιο μοχθηρή πεθερά. Υπό αυτές τις συνθήκες το ευπρόσδεκτο αντιρατσιστικό μήνυμα περί ανεκτικότητας μοιάζει μάλλον εκ του ασφαλούς.

Ευτυχώς, οι ερμηνείες (ειδικά των Χέμπορν και Τρέισι) προσθέτουν μερικά πικάντικα συστατικά σε ένα κατά τα άλλα μάλλον άνοστο δείπνο. Αυτό δεν εμπόδισε βέβαια την Ακαδημία να προτείνει την ταινία για δέκα Όσκαρ, εκ των οποίων απέσπασε εκείνα του σεναρίου και του Α΄ Γυναικείου Ρόλου για την Κάθριν Χέμπορν. Σημειωτέον, ο Σπένσερ Τρέισι έλαβε μία μεταθανάτια υποψηφιότητα για το Α΄ Ανδρικού, καθώς πέθανε από καρδιακή προσβολή μόλις 17 ημέρες μετά το τέλος των γυρισμάτων.

Θανάσης Πατσαβός