Πρωτότυπος τίτλος: Notre Jour Viendra
Σκηνοθεσία: Ρομάν Γαβράς
Πρωταγωνιστούν: Βενσάν Κασέλ, Ολιβιέ Μπαρτελεμί
Πλοκή: Τι κάνεις όταν είσαι ένας κοκκινομάλλης έφηβος, που δεν έχεις κανένα πραγματικό φίλο εκτός από τον ψυχίατρό σου; Όταν όλοι σε μισούν, ιδιαίτερα η οικογένειά σου; Όταν οι συμμαθητές σου σε κοροϊδεύουν και σε κακομεταχειρίζονται;
Γνώμη: Πληγωμένος από τη λεκτική βία της μητέρας και της αδελφής του, απόβλητος από την ομάδα ποδοσφαίρου που συμμετέχει και ατυχής ακόμα και στη διαδικτυακή σχέση που διατηρεί με ένα κορίτσι, το οποίο αποδεικνύεται αγόρι, ο Ρεμί νιώθει απόκληρος. Στον δρόμο του μπαίνει ξαφνικά ο Πατρίκ, τοπικός ψυχαναλυτής που βαριεστημένος από τις συνεδρίες του με τους ντόπιους εφήβους θα τον πάρει μαζί του σε ένα αλλοπρόσαλλο ταξίδι απελευθέρωσης, στην πορεία του οποίου η Ιρλανδία προκύπτει, από μία ταξιδιωτική διαφήμιση, ως "γη της επαγγελίας"...
Στην αναζήτηση της ταυτότητας και της συνείδησής του, ο Ρεμί (Ολιβιέ Μπαρτελεμί) αντιπροσωπεύει τη στερημένη από καθοδηγητικά πρότυπα νεολαία της Γαλλίας. Στη βίαιη εκτόνωση της απόγνωσής του τον καθοδηγεί ο Πατρίκ (Βενσάν Κασέλ), αγνώστων λοιπών στοιχείων ψυχαναλυτής, τον οποίο παρατηρούμε να δρα παρορμητικά, καθώς φαίνεται να βυθίζεται στην ανία και την κατάθλιψη.
Το παιχνίδι ταυτοπροσωπιών του Ρομέν Γαβράς, γιου του Κώστα Γαβρά, που υπογράφει εδώ την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, ξεσπά στην οθόνη σαν μια περιπετειώδης ταινία δρόμου, που μετατρέπεται σε θρίλερ - ένα νεορεαλιστικό μανιφέστο (η πλειονότητα των ηθοποιών που πλαισιώνουν το πρωταγωνιστικό δίδυμο είναι κάτοικοι των περιοχών του γαλλικού Βορρά, όπου γυρίστηκε η ταινία), παρεξηγήσιμο, καθώς ενστερνίζεται το γκροτέσκο, αλλά υπολογίσιμο στην ουσία του, χάρη στην αντισυμβατικότητα και τη φαντασία του δημιουργού του.
Άντα Δαλιάκα