Μισό αιώνα μετά, οποιαδήποτε κριτική για τη σημασία της ταινίας ακυρώνεται. Με την απόσταση του χρόνου και την ψύχραιμη μελέτη της κινηματογραφικής εξέλιξης αλλά και των κοινωνικοπολιτικών ανατροπών, όλες οι δηλώσεις μοιάζουν εύκολες και αφελείς. Κοινωνικά, το «χωρίς αιτία» δράμα των εφήβων της μεταπολεμικής Αμερικής, οι οποίοι δεν ήθελαν απλά να επιβιώσουν της βόμβας, αλλά να ζήσουν και ξεσπούσαν με την αμφισβήτησή τους για τη βολεμένη, ευνουχισμένη γενιά των πατέρων τους, έπιασε τους μεσοαστούς θεατές απροετοίμαστους. Οι έννοιες «χάσμα γενεών», «εφηβική ανησυχία», «σύγκρουση με το κατεστημένο» δεν ήταν αρχετυπικές. Γεννήθηκαν τότε, τότε καταγράφηκαν στα πρώτα βιβλία κοινωνιολογικής παρατήρησης, τότε εκτέθηκαν σε ψυχιατρικές μελέτες.
Η κινηματογραφική απόδοση του φαινομένου, όμως, ήταν η μεγαλύτερη επανάσταση απ όλες. Γυρισμένος σε ασπρόμαυρο φιλμ που μεταλλάχθηκε αργότερα σε έγχρωμο CinemaScope, ο «Επαναστάτης» του Ρέι αποτελεί υπόδειγμα «ψυχολογικής σκηνοθεσίας» με την κάμερα να στήνεται, να τρέχει, να ξεσπά ως ένας ακόμα απρόβλεπτος, έφηβος ήρωας. Να κουλουριάζεται στο πάτωμα μαζί με τον Τζιμ που χαζεύει ένα παιδικό παιχνίδι, να γαληνεύει στην αγκαλιά της Τζούντι όταν εκείνη μουρμουρίζει το «Νανούρισμα» του Μπραμς. Να πέφτει στο γκρεμό όταν προκαλείται.
Σήμερα όλα αυτά θεωρούνται κλασικά. Ο Νίκολας Ρέι όμως ήταν... ο Τοντ Σόλοντζ των 50s. Γιατί έστρεψε την κάμερα πέρα από την επιφάνεια, γιατί επέτρεψε τους περίεργους διαλόγους, γιατί αφουγκράστηκε το υπόκωφο. Γιατί συνειδητοποίησε ότι στην ηλεκτρισμένη ενέργεια του πρωταγωνιστή του κρυβόταν όλη η ταινία. Ο Τζέιμς Ντιν ήταν ο νέος εύθραυστος ήρωας: απέρριπτε το «μάτσο» πρότυπο της προηγούμενης γενιάς, εξέφραζε ευαισθησίες, η αρρενωπότητά του ήταν εγκεφαλική, η ομορφιά του σχεδόν θηλυκή. Ο Ντιν έκανε τη δική του επανάσταση, εκθέτοντας ωμό συναίσθημα και φέρνοντας θεατρικές φόρμες αυτοσχεδιασμού στο πανί. Δεν πρόλαβε να δει αν όλα αυτά ήταν αναίτια ή αν θα εκτόξευαν τη ρότα της κινηματογραφίας σε άλλες τροχιές. Σκοτώθηκε τρεις βδομάδες πριν την πρεμιέρα της ταινίας. Αντίθετα με τον ήρωά του στο φιλμ, δεν έζησε ούτε καν επιβίωσε. Εγινε όμως μύθος.
Πόλυ Λυκούργου