ΑΠΟ ΤΗ ΝΑΤΑΣΑ ΓΙΑΝΝΟΥΣΗ
copyright: mario testino
photos: afp/www.iml.gr
Οταν φωτογράφισε την Κέιτ Μος στην τουαλέτα και δημοσίευσε τη φωτογραφία, αυτή το θεώρησε δημιουργικό και αστείο. Οταν απαθανάτισε την Νταϊάνα για το περίφημο εξώφυλλο του περιοδικού Vanity Fair τo 1997, τη μεταμόρφωσε από μια συντηρητική αριστοκράτισσα σε σέξι είδωλο. To 2001, σε μια δημοπρασία της βρετανικής Vogue για φιλανθρωπικό σκοπό, η Πατρίσια Ντόχερτι του οίκου Burberry πλήρωσε 35.000 για να τη φωτογραφίσει, πλειοδοτώντας έναντι της Ελ ΜακΦέρσον. Η δουλειά του είναι περιζήτητη. Ο λόγος για τον Μάριο Τεστίνο, τον φωτογράφο μόδας που κάθε διασημότητα και κάθε μοντέλο επιθυμεί διακαώς να της κάνει το πορτρέτο. Θεωρείται υπεύθυνος για το τέλος των σούπερ μόντελ (Σίντι, Ναόμι, κ.ά.) και για τη λαμπρή καριέρα της Κέιτ Μος (η αγαπημένη του μούσα), της Στέλα Τέναντ και άλλων μοντέλων, κυρίως από τη Μεγ. Βρετανία. Την Τζακέτα Γουίλερ την ανακάλυψε περπατώντας σε έναν δρόμο της αριστοκρατικής γειτονιάς Νάιτσμπριτζ στο Λονδίνο.
Το φωτογραφικό λεύκωμα Let me in! του εκδοτικού οίκου Taschen που κυκλοφόρησε πρόσφατα σε περιορισμένη έκδοση 1.000 αντιτύπων (όλα υπογεγραμμένα από το ίδιο τον Τεστίνο) συγκεντρώνει όλα τα backstage πάρτι και τις αυθόρμητες συναντήσεις που αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της δραστήριας καθημερινότητας του Τεστίνο. Η Νικόλ Κίντμαν, που έχει στηθεί πολλές φορές μπροστά στον φακό του, προλογίζει το λεύκωμα, που στο εξώφυλλο απεικονίζει ένα από τα πιο γλυκά ζευγάρια του Χόλιγουντ, σύμφωνα με τον ίδιο: η Ντέμι Μουρ βάζει κραγιόν στα χείλη του Αστον Κούτσερ, έτσι απλά, χωρίς λόγο.>
Από το Περού στην κορυφή
Ο Περουβιανός Τεστίνο έφθασε στο Λονδίνο πριν από τριάντα χρόνια, αναζητώντας την τύχη του. Για να εξασφαλίσει τα προς το ζην στην αρχή εργάστηκε ως σερβιτόρος. Αλλά είχε πάντα στόχο να σταδιοδρομήσει στη φωτογραφία μόδας. Νοίκιασε ένα διαμέρισμα σε κτίριο εγκαταλειμμένου νοσοκομείου και το μετέτρεψε σε στούντιο. Εκεί ξεκίνησε να φωτογραφίζει εκκολαπτόμενα μοντέλα που ήθελαν να ετοιμάσουν το πορτφόλιό τους αντί του πενιχρού αντίτιμου των 30 ανά φωτογράφηση. Τελικά, οι πολύχρωμες λουστραρισμένες φωτογραφίες του, με το ιδιαίτερο, αναγνωρίσιμο, στυλ του, του χάρισαν επιτυχία, αναγνωρισιμότητα και την οικονομική επιφάνεια που πάντα επιθυμούσε. Σήμα-κατατεθέν της δουλειάς του είναι η ικανότητα να δίνει τη δική του ερμηνεία για την προσωπικότητα των πιο γνωστών διασημοτήτων και να αιχμαλωτίζει με τον φακό του την αληθινή τους οντότητα, όπως τουλάχιστον αυτός την αντιλαμβάνεται. Οι διάσημοι αισθάνονται ασφαλείς όταν τους φωτογραφίζει ο Τεστίνο. Του ανοίγονται. Τις περισσότερες φορές η άποψή του και η φωτογραφική του προσέγγιση βρίσκει σύμφωνους τους ίδιους, αλλά και τον θεατή, όπως αποδεικνύεται εκ των πραγμάτων...
Ιταλικής καταγωγής, ο Τεστίνο είναι το δεύτερο από τα έξι παιδιά της οικογενείας του. Γεννήθηκε στη Λίμα και η λατινοαμερικάνικη γοητεία του τον έχει σίγουρα βοηθήσει στη δουλειά του. Είναι ψηλός, μαυρισμένος, με καλή ανατροφή, ευγενικός, φοράει απλά αλλά κομψά ρούχα. Δεν παραπονιέται για το ισχιακό που τον βασανίζει και δεν τον αφήνει να καθίσει στην ίδια θέση παραπάνω από πέντε λεπτά. Ενδιαφέρεται για τις μπίζνες, γι αυτό «ξεκοκαλίζει» τους Financial Times. Φίλοι του είναι όλοι οι πλούσιοι και διάσημοι που φωτογραφίζει. Είναι λάτρης του ωραίου και γι αυτό όλοι οι βοηθοί του θα μπορούσαν άνετα να κάνουν καριέρα σαν μοντέλα αντί να του κρατούν το φλας (ο πιο στενός του βοηθός, ο Πίτερ, είναι σωσίας του Τζόνι Ντεπ). Σπάνια φωτογραφίζει τον εαυτό του διότι «δεν υπάρχει λόγος να τονίζεις ότι δεν έχεις τόσο τέλεια εμφάνιση όσο τα μοντέλα που φωτογραφίζεις».
Είναι σήμερα ο πιο πολυταξιδεμένος και ο πιο διάσημος φωτογράφος, με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο της μόδας. Ενας πραγματικός μάγος της φωτογραφίας... Ταξιδεύει ανά τον κόσμο για να φωτογραφίσει τη Μαντόνα, την Κάμερον Ντίαζ, την Ελίζαμπεθ Χάρλεϊ, την Κίρα Νάιτλι, την Γκουίνεθ Πάλτροου, την Κάθριν Ζέτα-Τζόουνς, τον πρίγκιπα Κάρολο αλλά και τον πρίγκιπα Χάρι. Καθόλου όμως δεν νιώθει το υπέρτατο δέος, φωτογραφίζοντας όλες αυτές τις σημαντικές προσωπικότητες. Τους φέρεται σαν όλους τους ανθρώπους που φωτογραφίζει. Θέλει να τους γνωρίσει πρώτα σαν προσωπικότητες και μετά να πιάσει στα χέρια του την κάμερα. Αυτός είναι ο τρόπος που δουλεύει με όλους, όπως έχει πει ο ίδιος σε συνεντεύξεις του. «Μερικοί φωτογράφοι συμπεριφέρονται στα μοντέλα τους σαν να μην αξίζουν τίποτα παραπάνω. Δεν θέλουν να ξέρουν τίποτα γι αυτά. Τα βλέπουν σαν ένα λευκό καμβά, πάνω στον οποίο μπορούν να ζωγραφίσουν. Εγώ αγαπάω τους ανθρώπους. Συνειδητοποίησα πριν από αρκετό καιρό ότι η δουλειά είναι το πιο μεγάλο τμήμα της ζωής μου. Εκτός και αν απολαμβάνω να φωτογραφίζω κάθε άτομο, η ζωή μου θα είναι αρκετά βαρετή». Αυτή η ανθρώπινη προσέγγιση του Τεστίνο ισχύει ακόμα και για τα πιο άσημα μοντέλα. «Οταν φωτογραφίζω, με ενδιαφέρει ειλικρινά κάθε κορίτσι. Θέλω να μάθω τα γούστα, τις ιδέες, το χιούμορ, την προσωπικότητά της. Προσπαθώ να την αναδείξω, όποια κι αν είναι. Για μένα, αυτό είναι πιο σημαντικό από το concept της φωτογράφησης, ή οτιδήποτε προσπαθώ να πετύχω με το τελευταίο φωτιστικό τρικ».
Ο Μάριο Τεστίνο δεν πιστεύει ότι οι φωτογραφίες του χρήζουν περαιτέρω αναλύσεως. Προτιμά να τις θεωρεί ως μία εικαστική εμπειρία παρά ως πόνημα της διανόησης. Παρ όλα αυτά η δουλειά του, επειδή ακριβώς παντρεύει την πολυτέλεια, την τέχνη της πώλησης, τη λάμψη, την ομορφιά, τη μαγεία, αποτελεί αντικείμενο θαυμασμού και μελέτης. Απόδειξη ότι πολλές φωτογραφίες του θεωρούνται έργα τέχνης και έχουν βρει θέση μέσα στα πιο επιβλητικά μουσεία και στις μεγαλύτερες γκαλερί (όπως η National>
>Portrait Gallery του Λονδίνου). Ο ίδιος, όμως, θαυμάζει τη δύναμη του φωτορεπορτάζ, το οποίο, όπως λέει, «αποτελεί ντοκουμέντο ενός γεγονότος που υπήρξε μία πολύ συγκεκριμένη στιγμή, δεν υπήρχε ένα δευτερόλεπτο πιο πριν και δεν θα υπάρξει ποτέ ξανά. Αυτό έχει επηρεάσει πολύ και τη δική μου δουλειά - συνήθως προσπαθώ να τραβήξω φωτογραφίες που φαίνονται σαν απλώς να υπάρχουν, σαν να μην έχουν απαιτήσει καμία προσπάθεια».
Φωτογράφηση-σταθμός
Ο Τεστίνο έχει απρόσκοπτη, ελεύθερη πρόσβαση στους πιο ποθητούς πρωταγωνιστές του παγκόσμιου σταρ σίστεμ. Πιθανότατα, οι πιο γνωστές δουλειές του είναι τα πορτρέτα της Νταϊάνα, οι σέξι καμπάνιες του οίκου Gucci και οι ασπρόμαυρες διαφημίσεις της Burberry με πρωταγωνίστρια την Κέιτ Μος. Είναι ίσως ο μοναδικός φωτογράφος που μπορεί να φέρνει εις πέρας φωτογραφήσεις όπως αυτή για το τεύχος Millenium της βρετανικής Vogue, στο οποίο συναντήθηκαν μπροστά στον φακό του το παρελθόν (Λόρδος Σνόουντον, Σερ Χάρντι Αμις κ.ά.) και το παρόν της βρετανικής μόδας (Τζον Γκαλιάνο, Αλεξάντερ ΜακΚουίν, Ντέβον Αόκι, Ναόμι Κάμπελ κ.ά.).
Τα περίφημα πορτρέτα της Νταϊάνα αποτέλεσαν θέμα μίας μοναδικής έκθεσης στο Παλάτι του Κένσιγκτον, το οποίο πλέον λειτουργεί ως εκθεσιακός χώρος, και ενός ξεχωριστού λευκώματος με τίτλο Diana Princess of Wales, που επίσης κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Taschen. Αυτή η φωτογράφηση έγινε μόλις τρεις μήνες πριν από τον άδικο χαμό της και ήταν καθοριστική τόσο για την επαγγελματική του καταξίωση όσο και για τον ίδιο προσωπικά.
Γι αυτό την έχει συγκρατήσει στη μνήμη του με κάθε γλαφυρή λεπτομέρεια. «Για να είμαι ειλικρινής, δεν συνειδητοποίησα αμέσως τη σημασία εκείνης της φωτογράφησης γιατί κάθε μέρα φωτογραφίζω κάποια σημαντική προσωπικότητα. Δεν ήμουν εντελώς προετοιμασμένος για να φωτογραφήσω την Νταϊάνα. Δεν ήξερα πώς έπρεπε να συμπεριφερθώ. Προσπαθούσα να τη χαλαρώσω με κάθε τρόπο. Πρώτα της έδειξα πώς περπατούν τα μοντέλα, τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες. Ετυχε να έχω αυτό το CD. Στη μουσική έχω πολύ κιτς γούστο. Μερικές φορές ακούω τη Γαλλίδα τραγουδίστρια Αλιντά. Εκείνη τη μέρα είχα πολύ δυνατά τη μουσική της Αλιντά και πιθανότατα η Νταϊάνα να με είχε θεωρήσει φρικιό! Την παρακάλεσα να χορέψει. Της το ζήτησα πολλές φορές. Εκείνη μου απάντησε: Εντάξει, ξέρω τι μου ζητάς - αλλά εγώ δεν είμαι από το Περού. Είμαι Αγγλίδα».
Επίσης, η συνεργασία του με τη Μαντόνα ήταν ιδιαίτερα σημαντική γιατί τον εκτόξευσε πέρα από τα σύνορα της μόδας. Η ίδια η Madonna είχε δει τη δουλειά του σε κάποιο περιοδικό. Είχε ήδη φωτογραφηθεί για μία καμπάνια μόδας του οίκου Versace από τον Ρίτσαρντ Αβεντον, αλλά το αποτέλεσμα δεν της άρεσε. Ζήτησε λοιπόν από τον Τζιάνι Βερσάτσε να γίνει ξανά η φωτογράφηση, αυτή τη φορά από τον Τεστίνο. Το αποτέλεσμα ενθουσίασε τον Ιταλό σχεδιαστή, ο οποίος αποφάσισε να τον συστήσει στην πρώτη σελίδα της καμπάνιας. Εκείνη η λεζάντα, Versace presents Madonna by Testino, έκανε τον Τεστίνο άμεσα και ευρέως αναγνωρίσιμο.
Οταν δεν φωτογραφίζει για τις ανάγκες κάποιου περιοδικού (συνεργάζεται με ηχηρούς τίτλους όπως το Vanity Fair, η βρετανική, γαλλική, αμερικανική και ιταλική Vogue, το GQ κ.ά.), ο Τεστίνο και πάλι... φωτογραφίζει. Εδώ και λίγα χρόνια, ο φωτογράφος που γεννήθηκε πριν από 53 χρόνια, διατηρεί ένα προσωπικό αρχείο από ανεπίσημα στιγμιότυπα από τη ζωή των σταρ, πολλούς από τους οποίους απαθανατίζει σε χαλαρές στιγμές στα παρασκήνια των επίσημων φωτογραφήσεων. Το φωτογραφικό λεύκωμα Let me in! παρουσιάζει μόνο μερικές από αυτές, όλες μέχρι τώρα αδημοσίευτες. Είναι μία πρόσκληση σε έναν κόσμο λαμπερό και απόμακρο για τους περισσότερους από εμάς, που συχνά κρύβει ευπρόσδεκτες εκπλήξεις και μία πιο ανθρώπινη πλευρά από αυτήν που εμφανίζεται πάνω στο κόκκινο χαλί, στη μεγάλη οθόνη ή στις γυαλιστερές σελίδες των περιοδικών.