ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ: Με ‘σικ’, χαμόγελα και συχνές ερωτήσεις του τύπου: «Τελειώσατε?» και «Έχετε πολύ δουλίτσα ακόμη?» με εκδιώξανε από το νυχτερινό αναψυκτήριο Caramela, (πρώτη φορά μου συμβαίνει αυτό σε μαγαζί με ένα λάμδα), διότι απ’ έξω η ουρά ήταν μεγάλη κι από μέσα η αίθουσα τίγκα κι εγώ κράταγα ένα αθλιοτράπεζο, από το οποίο όμως με κιάλια έβλεπες μια χαρά τα διαδραματιζόμενα.
Με γυμνό μάτι επίσης μπορούσες να δεις ότι η Θέλξη (για το πολυδιαφημισμένο μπούτσο της οποίας ήμασταν όλοι εκεί) ΔΕΝ έχει την XXL μπροστινή κίνηση που υπόσχεται η αφίσα στις στάσεις των λεωφορείων, γεγονός που με αναγκάζει να ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΗΘΩ, διότι ‘γιατί μας κουβαλήσατε κύριοι μέχρι τη Συγγρού νυχτιάτικα αν η «Ξανθιά με τα βυζιά» (όπως την περιγράφει όλη η Αθήνα που δεν μπορεί να καταλάβει τι εννοεί ο ποιητής με το όνομα «Θέλξη») δεν έχει τα καυτά προσόντα που μας υπόσχεστε?'
Για να μην παρεξηγηθώ, ομιλώ επ’ ονόματι των αρσενικών φίλων και συγγενών μου και διαμαρτύρομαι για χάρη τους, καθότι προσωπικώς στα παπούτσια μου αν η Θέλξη έχει μεγάλα, μεσαία ή μικρά κι αν τα κάνει να αναβοσβήνουν στις στάσεις των λεωφορείων. (Ομολογώ όμως πως αν τα αναβόσβηνε Live θα είχα αρνηθεί να φύγω).
Φευ, όμως επί της Θέλξεως δεν αναβόσβηνε τίποτα: ούτε τα εξτένσιον, ούτε και η οπίσθια κίνηση που διαθέτει πιο μεγάλη από την εμπρόσθια.
Το μόνο που έσβηνε κάθε τόσο ήταν η φωνή αλλά δεν είχαμε πάει εκεί για να την ακούσουμε, σωστά?
Για να τα δούμε, είχαμε πάει και φύγαμε ανικανοποίητοι για να επιστρέψουμε στην αφίσα της Πάμελα Αντερσον που έχουμε δίπλα στο εικόνισμα και πάνω από το καντήλι, η οποία τα «δείχνει» στις αφίσες μεν διότι τα έχει κιόλας amen.
ΠΡΙΝ ΠΑΣ
ΤΗΛΕΦΩΝΟ: 210- 93.23.560-1
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: Λεωφ. Συγγρού 165
ΗΜΕΡΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ: Τρίτη-Κυριακή
ΕΝΑΡΞΗ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ: 23:30
ΤΙΜΕΣ
Ποτό: 15 ευρώ
Φιάλη Ουίσκι/4 άτομα: 130-140 ευρώ (κομπλέ)
Φιάλη κρασί/2 άτομα: 70-75 ευρώ (κομπλέ)
Μαστίγωμα/το άτομο: 40 ευρώ (κομπλέ)
Ήμουν κι εγώ εκεί...
Μπορεί να μην είδα όλο το πρόγραμμα, αλλά πρόλαβα και τις ωτοασπίδες να δω να εκτοξεύονται από τα αυτιά μου (μαζί με τα τύμπανα) σε μια σούζα της ορχήστρας με το 'καλό', το εκκωφαντικό, το echoο και το άρρεν αφρόψαρο που εναρξίζει το πρόγραμμα πρόλαβα να απολαύσω.
Με αποτέλεσμα να μην ξέρω αυτή τη στιγμή από πού να ξεκινήσω την περιγραφή αυτού του καραμελωτού οργίου εναντίον των εννέα μουσών των αρχαίων τεχνών.
Διότι ο ρυθμός του όλου ζητήματος είναι τόσο ιλιγγιώδης που έτσι και κάνεις ότι χαμηλώνεις τα μάτια για να στοχεύσεις τη στάχτη σου στο τασάκι, για παράδειγμα, έχεις χάσει τουλάχιστον τη μισή δράση του μπαλέτου και όλους τους στίχους που εκβάλουν οι ποικίλες ξανθιές που διαθέτει το μαγαζί προς τέρψιν των οφθαλμών των θαμώνων.
Έτσι την έπαθα κι εγώ και παραλίγο να χάσω το τραγούδι που δεν πρόλαβα να ακούσω ολόκληρο, αλλά έστω και μισό αξίζει τον κόπο να στο πω:
«Χωρίς εσένα
Με ποια αγκαλιά, με ποιο φιλί θα γίνω ένα
Χωρίς εσένα
Τώρα στα χείλη σιωπή, κενό στο βλέμμα»
[Τουλάχιστον σε αυτό το κατάστημα είναι όλοι ειλικρινείς και λένε τα πράγματα με το όνομά τους].
Το ανωτέρω το λέει η πιο άφωνος (βλ. με την περισσότερη σιωπή στο στόμα) κουτσομούρα ιχθυοτροφείου στην αρχή, αλλά το «κενό στο βλέμμα» αναφέρεται σε όλους τους συνεργάτες που μοχθούν κάτω από τους προβολείς που τους καυτηριάζουν τα ..κορμιά (τζάμπα αποτρίχωση για όλους) μόνο και μόνο για να μπορέσει να γιορτάσει τα γενέθλιά του ο Νίκος και ο Χρήστος (και 2-3 άλλες παρέες) και να μεθύσει μέχρι τελικής πτώσεως το υπόλοιπο μαγαζί που βρέθηκε εδώ για να δει το θαύμα της φύσης που τελικά ήταν απάτη της τεχνολογίας..
Τέλος πάντων το «κόλπο» με την κουτσομούρα, που δεν ήταν καν ξανθιά (είδηση), κράτησε αρκετά λεπτά κατά τη διάρκεια των οποίων την παρακολούθησα να ανεβοκατεβαίνει τους τόνους σαν ασανσέρ που αυτονομήθηκε και πάει πάνω-κάτω χωρίς να το καλεί κανείς.
Πρέπει επίσης να αναφέρω ότι σε αυτό το μαγαζί άκουσα όλα τα «γνωστά» και σεσημασμένα σουξέ της εποχής σε αγνώριστα «mix». (Όπου «μιξ» βλέπε φωνή που βγαίνει από κάποιον που έχει πέσει μέσα σε πηγάδι και φωνάζει να τον βγάλουν και ορχήστρα στο πλαίσιο της οποίας ο κάθε μουσικός παίζει άλλο ρυθμό ή παράγει το δικό του θόρυβο).
«Δεν κοιμάμαι
Τώρα μόνη δεν κοιμάμαι
Γιατί θυμάμαι
Όσα μου ‘λεγες θυμάμαι
Όπως παραδείγματος χάριν
Να μη σ’ αφήσω και τη ζωή μου να μη χαραμίσω»
(ή κάτι τέτοιο περίπου). Εκείνο το «παραδείγματος χάριν» μου κατάφερε δολοφονικό πλήγμα από το οποίο παραλίγο να μη συνέλθω.
Ευτυχώς όμως εκείνη τη στιγμή που έκανα να χάσω τις αισθήσεις μου, ανέτειλε επί της πίστας το νούμερο πέντε ξανθό, με χρυσόμαυρο φόρεμα και το αφρόψαρο της αρχής με άλλο μπλουζάκι (συνολικά πρέπει να αλλάζει καμιά 25αριά μπλουζάκια και φανελάκια μέχρι το πρωί).
Το χρυσό ανάγκασε το μάτι μου να γουρλώσει και τον εγκέφαλο να ξεχάσει τους λόγους για τους οποίους λιποθύμαγε λίγο πριν.
Το μαύρο φέτος φοριέται, εκτός από τις κηδείες, και όταν θέλεις να κάνεις ξέφρενο κέφι!?!
Το χρυσόμαυρο φόρεμα μαζί με ένα σορτσάκι από ασημί πούλιες με κόκκινο γύρω-γύρω και κόκκινη μπούτι-μπότα, που εμφανίστηκε αργότερα, ήταν από τα ελάχιστα μη μαύρα ρούχα που κάνουν πασαρέλα στην σκηνή της Caramela.
Έτσι διαδοχικά παρακολούθησα τα εξής:
1. νέο νούμερο με καυτό Μαύρο σορτς, ανοιχτά πόδια και ψωμωμένους γοφούς το οποίο έσκουξε το άγνωστο άσμα: «ΘΕΕΕλω ν’ ακούσω την καρδιά σου».
2. ξανθό παρελκόμενο ψάρι του βυθού, με μακρύ μαλλί, μπούτι-μπότα και φούστα κουρτίνα-balloon (όλα μαύρα πλην της χαίτης), το οποίο προσπάθησε να αναχαιτίσει τις εφόδους της ορχήστρας τσιρίζοντας από τα βάθη των βραγχίων του:
«Έχω πρόβλημα μεγάλο (λες και δεν το βλέπαμε)
«Δε μου φτάνεις θέλω κι άλλο
Έχω πρόβλημα σου λέω
Μόνη κάθομαι και κλαίω
Το μόνο που ζητάω απ’ τη ζωή μου πλέον
Είναι να έχω εσένα λιγάκι επιπλέον»
[«Πλέον και λιγάκι Επιπλέον»: η αριστουχότερη ρίμα της νύχτας, η οποία ενθουσίασε εκτός από την υποφαινόμενη και ολόκληρο σχεδόν το κοινό, το οποίο σφύριζε και χειροκροτούσε κάθε προσπάθεια που έκαναν οι αθλήτριες του καραμελοκαταστήματος για να ξεπεράσουν η μία την άλλη σε κουλές ενδυματολογικώς εμφανίσεις και σε παράφωνες επιθέσεις επί της «ερμηνείας» των τεκταινομένων..
Πιάσ’ τ’ αυγό και κούρευτο.]
3. επόμενο μαύρο φόρεμα, με ντεκολτέ που «κλείνει» στο στομάχι, και περιφέρεται με μία τεράστια ανατομική ανακρίβεια: επί του στομάχου λάμπει μία εκθαμβωτική καρδιά από ασημένιες πούλιες και στρας -το οποίο με έκανε να σταυροκοπηθώ αγγλιστί, υποτονθορύζουσα: «God Save the Queen» ή κάτι εξίσου άσχετο.
Στο μεταξύ η καρδιά στο στομάχι έχει πει στα γρήγορα ένα αγγλικό από το οποίο δεν κατάλαβα Χριστό και έχει ήδη παραδώσει τη σκυτάλη στο εντελώς άφωνο, το οποίο λέει τη μεγάλη επιτυχία «Tengo la Camisa negra» ("έχω μαύρο πουκάμισο") σε άπταιστα ιθπανοθιβετιανά.
Πάνω που είχα χαζέψει προσπαθώντας να μετρήσω πόσες παραλλαγές και παραλογές του μαύρου κυκλοφορούν στις ελληνικές βιτρίνες, νάσου το αγόρι-άντρας που θέλει οπωσδήποτε να γίνει Κουρκούλης όταν μεγαλώσει.. λιγάκι επιπλέον..
Ξεκινάει λοιπόν και λέει το «Δεν μπορώ, Δεν μπορώ» και το αποδίδει κυριολεκτικώς διότι δεν μπορεί, δεν μπορεί με τίποτα.
Αυτό το αγόρι διέθετε ένα εντελώς παραλληλόγραμμο κεφάλι. Υπέθεσα (διότι αν δε ρίξεις και μερικές υποθέσεις την ώρα που κάθεσαι και παρακολουθείς το παράλογο να πηγαινοέρχεται στην πίστα, πώς θα περάσει η ώρα;) ότι, είτε το είχε πατήσει αυτοκίνητο όταν ήταν πιο μικρό (αλλά την απέρριψα αυτή τη θεωρία για προφανείς λόγους πιθανοτήτων βιωσιμότητας), είτε, κατά τον τοκετό οι γυναικολόγοι και οι μαμές δεν βρήκαν κανονικούς εμβρυουλκούς και αναγκάστηκαν να χρησιμοποιήσουν κουτάλες μαγειρέματος για να βγάλουν το στρογγυλοκέφαλο νεογνό.
Εκτός από το σχήμα του κεφαλιού, αυτός ο βάναυσος και αντιεπιστημονικός χειρισμός του εμβρύου είχε ως αποτέλεσμα οι φωνητικές χορδές να έρθουν και να γίνουν μία χορδή και δυο σκοινιά απλώματος μπουγάδας, οπότε και το «δεν μπορώ, δεν μπορώ» πάλι understatement ήταν.
Το ντουέτο που ραπάρει
Βγαίνει εκείνη με το σορτς το ασημί που σου έλεγα πριν και στήνεται στη γωνία. Βγαίνει και το άρρεν αφρόψαρο της αρχής (που είναι δεν είναι 2 κιλά όλο μαζί με το μαλλί σηκωμένο όρθιο) και ραπάρει.
Οπότε ακούγεται το ντουέτο που κερδίζει το χρυσό σκούφο της στήλης:
ΤΟ ΘΗΛΥ: «Δε μπορώ ν’ αντισταθώ, σε θέλω, σε θέλω
Όσο και να προσπαθώ σε θέλω, σε θέλω»
ΤΟ ΑΡΡΕΝ (ενώ έχουν αρχίσει να πέφτουν τα λέπια του από «χαρά» για την ατάκα που ετοιμάζεται): «Τι θες? Τι θες?»
ΤΟ ΘΗΛΥ: «Σεξ!»
ΤΟ ΑΡΡΕΝ (γελώντας σα να του γαργαλάνε την ουρά) «Θέλει σεξ» (με φωνή που περιέχει κλείσιμο του ματιού).
Η ώρα περνούσε, κι εγώ αγχωμένη για να προλάβω να φύγω πριν με βγάλουν σηκωτή οι μετρ για να δώσουν το τραπέζι μου στους αδημονούντες θαμώνες που κατέκλυζαν τον χώρο υποδοχής, μέτραγα ξανθιές και κάθε φορά σκεφτόμουν ότι η επόμενη θα είναι η Θέλξη, επιτέλους.
Πού να ‘ξερα..
Μέχρι να βγει η Θέλξη υπέστην κατά σειρά τα εξής:
Α. Λιπόσαρκο αφρόψαρο: «Γυναίκες υπάρχουν πολλές πάρα πολλές
Αλλά ποτέ δεν είναι αρκετές».
Μας έπεισε.
Β. Κάποιο καινούριο νούμερο (τέτοιες ώρες τέτοια λόγια) που δήλωσε υπευθύνως ότι:
«Επικίνδυνα σε θέλω
Μέσα μου μιλάς
Επικίνδυνα σε θέλω
Κι όπου θες με πας
Επικίνδυνα σε θέλω
Θέλω να σε δω
Μεσ’ στο πιάτο αυτό»
[Για το σημείο με το πιάτο δεν παίρνω όρκο αλλά έτσι το άκουσα.]
Γ. Ο εφιάλτης συνεχίζεται (μέχρι να πάθει ο θαμών σκοτοδίνη), με θηλυκιά ύπαρξη από τον πλανήτη που είναι στη μόδα το πάρα πολύ κρεπαρισμένο μαλλί (εφέ υδροκέφαλου) που λέει:
«Που και που με θυμάσαι
Την πόρτα μου χτυπάς χαράματα
Που και που με θυμάσαι
Και κάπου σε πιάνουν τα κλάματα»
[Για το σημείο με τα κλάματα δεν είμαι σίγουρη, αλλά με τα χαράματα τι άλλο να ριμάρει ο ποιητής;].
Δ. Γι’ αυτό που είμαι σίγουρη είναι ότι, ενώ το εφέ υδροκέφαλο παραμένει επί της πίστας, εμφανίζεται το παραλληλόγραμμο κεφάλι αγόρι-άντρας και στις 00:47 ακριβώς εκτοξεύουν ομού, αμφότεροι και οι.. τέσσερις (αν υπολογίσεις το κάθε κεφάλι για δύο) την ερωτική μπαλάντα:
«Αααααα, τώρα που σ’ έχω αγκαλιάαα»
Σε αυτό το σημείο ομολογώ πως σκιάχτηκα, διότι είχα καιρό να πάω σε πίστα και δε θυμόμουνα ότι το γυρίζουν το θέαμα σε τσίρκο, με σπάνια ΟΥΦΟ στην αρένα.
Ε. Ακολουθεί ηχογραφημένο μήνυμα από το υπερπέραν με πολλά μπουμπουνητά και μια κολασμένη φωνή που λέει κάτι αγγλικά βρυκολάξ, περί Θεού και δαιμόνων.
Μετά, πάνω σε ένα βαρύ Beat σκάει μύτη το corps du ballet (4 μπαλαρινοειδείς) που πλαισιώνει έναν υπερυψωμένο τύπο ο οποίος άδει (βλ. και Άδη επίσης) «Στην αγορά του Αλ Χαλίλι/ θα σου κάνω μία μελανιά» κ.λπ., σε ρεμίξ ντίσκο, Ιησούς Χριστός νικά.
Κάποιος από την αντροπαρέα πίσω μου ρωτάει: - «Ποιος είναι αυτός?» και κάποιος άλλος του απαντάει: «Ποιος τον μπιπ τον μπιπ...», λόγια από τα οποία κατάλαβα ότι και οι πίσω μου για να δουν τις μπροστινές ρόδες της Θέλξης είχαν έρθει.
Στο μεταξύ ο υπερυψωμένος έχει προσγειωθεί και κοπανιέται σαν δαιμονισμένος πίθηκος ενώ προσπαθεί να παραστήσει το Ρουβά, και τρίζουν τα τραπέζια και τα γυαλικά από τα μπάσα και τα μπητ που έχουν πάρει την ανηφόρα κι έχουν φτάσει στις αμυγδαλές του φιλοθεάμονος, και σε κάποια δόση μας προειδοποιεί ο άδων ότι θα μας πει ένα τραγούδι από το cd ΤΟΥ που μόλις κυκλοφόρησε (πανικός εγώ, διότι ποιο CD, πότε, πού και έλεος).
Εκεί που αυτομαστιγώνεται ο νυν προσγειωμένος, κάποιος από το πρώτο τραπέζι του φωνάζει ένα κομπλιμάν τύπου: «Είσαι Θεός» και ο υπερυψωμένος απαντά συγκαταβατικά «Ναι, καλός είμαι» (?!?!?!?!).
Μετά και από αυτόν τον καταπέλτη κάνει μια ανάποδη τούμπα αλά Ρουβάς στη Γιουροβίζιον με ανώμαλη προσγείωση και αποχωρεί περιχαρής, διότι στο μεταξύ έχει ανοίξει και το άσπρο πουκάμισο και φαίνεται το άτριχο στήθος (διότι είπαμε ότι στο καραμελομάγαζο η αποτρίχωση είναι δωρεάν).
ΣΤ. Σου έχω βγάλει την ψυχή, μέχρι να φτάσω στο προκείμενο, ε?
Καθόλου δε σε λυπάμαι που κάθεσαι και απλώς διαβάζεις όσα εγώ εβίωσα δια.. ζώσης.
Πού ήμουν;
Φεύγει ο Ρουβάς και μπαίνει ο κουβάς ή τέλος πάντων για να μην υπερβάλλω, ένας γραβατωμένος με πολλές τρίχες παντού τύπου «λέω λαϊκά και μασάω λάχανα» και μας υποβάλλει στο μαρτύριο του σουξέ:
«Δε σε νοιάζει
Που πατάω γκάζι
Λιώμα στο ποτό»
Στίχος που μας πιάνει όλους απροετοίμαστους να αρνηθούμε την κατηγορία και αναγκαζόμεθα να ομολογήσουμε ότι δεκάρα δε δίνουμε αν στουκάρει ο λυκάνθρωπος, αρκεί να στρίψει προς την έξοδο του καταστήματος.
Οπότε κι αυτός, για να μας εκδικηθεί, δίνει ένα ρεσιτάλ ερμηνείας και, εν αντιθέσει με τους προηγούμενους που δήλωναν ευκρινώς και απρόκλητα ότι «δεν μπορούν», αυτός μας κάνει φινάλε με ένα «Για σένανε μπορώ».
Κάτσε κάτω από τη μπάρα, τώρα για να μάθεις.
Οι ώρα έχει πάει μία και τέταρτο κι ακόμη περιμένουμε να δούμε αν τα δύο της Θέλξης μπορούν να κάνουν έλξεις
Επιτέλους αρχίζει να κατεβαίνει μια πλατφόρμα από το ταβάνι επί της οποίας είναι απλωμένη σα λιαστή ντομάτα έτοιμη για όλα, με την γυμνή πλάτη προς το κοινό η Θέλξις!
Να ανοίξω μια παρένθεση για να σου πω ότι στην «Καραμέλα» δεν μου πρόσφεραν τίποτα κι όταν ζήτησα μερικά παγάκια για να μην πίνω το νερό του τραπεζιού ζεστό, το παιδί μου έφερε 3 (ολογράφως τρία) παγάκια ακριβώς, προφανώς για να μου στείλει κωδικοποιημένο μήνυμα περί του τι παίζεται εδώ μέσα.
Ας γυρίσω όμως στη Θέλξη, η οποία ξετυλίγεται ως αιλουροειδές και κατεβαίνει στην πίστα αποδίδοντας με νότες εκτός πενταγράμμου αλλά πολύ πειθώ το:
Έχεις τα μάτια που λατρεύω
Την αγκαλιά που λαχταρώ
Έχεις μωρό μου όλα όσα θέλω
Κι είσαι το άλλο μου μισό»
Προφίλ η Θέλξη έχει μέτρια μεν μπροστινή κίνηση αλλά δυναμική οπίσθια.
Καμία όμως σχέση με όσα πληθωρικά και ασυμμάζευτα υπόσχεται επί της αφίσας, εξ ου και ΞΑΝΑΔΙΑΜΑΡΤΥΡΟΜΑΙ διότι θεωρώ το όλο θέμα σκάνδαλο μεγέθους Κοσκωτά και βγάλε.
Δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά.
Τι τις έχουν, κυρά μου, τις σιλικόνες στα ράφια οι χειρουργοί άμα εσύ τις αποφεύγεις και πώς είναι δυνατόν να κάνεις καριέρα με δυο ενισχυμένα σουτιέν και με μια φωτοσοπημένη φωτογραφία που δείχνει τα μέτρια μεγάλα και αποπλανει το κοινό για να μην πω ότι το παραπλανεί κιόλας.
ΑΙΣΧΟΣ.
Καταγγέλλω τους αρμόδιους, τους υπεύθυνους και όποιον άθλιο πουλάει δύο κανονικά μαχητικά για πυραύλους προς εκτόξευση από το Κανάβεραλ.
Τέλος πάντων τώρα που ξέσπασα μπορώ να σου πω ότι από εξτένσιον η Θέλξη το πάει μέχρι τη μέση κι ότι από φωνή στις μεν χαμηλές την έχανα εντελώς στις δε ψηλές δεν την έβρισκα μέσα σε καμία κλίμακα (δοκίμασα και τη Ρίχτερ). Παρά την έλλειψη σε νότες η αοιδός κάνει ό,τι περνάει από το μαλλί και το κορμί της για να δώσει μία δραματική απόχρωση από «βαθύ λαρύγγι» στις ερμηνείες της. Γι’ αυτό το λόγο, φαντάζομαι το αριστερό χέρι ελεύθερο από μικρόφωνο είναι μονίμως σηκωμένο ψηλά ενώ τη στιγμή που λέει «Μα το Θεό σ’ αγαπάω λυπήσου με», δε διστάζει μέχρι και στο πάτωμα να κυλιστεί προκειμένου να αποδώσει την απόγνωση στην οποία έχει περιέλθει η ηρωίς του άσματος (και μαζί της όλο το φιλοακρωάμον κοινό).
Αλλά φυσικά το θέμα μας δεν είναι αυτό.
Το Θέμα είναι ότι η Θέλξη τραγουδάει με αφόρητο echooo το κάτωθι μέγα σουξέ, προσεχώς:
«Ντύθηκα, στολίστηκα και περιμένω
Να ‘ρθεις να χτυπήσεις να κατέβω
[..]
Στολισμένη απ’ τα Χριστούγεννα
Έμεινα μέχρι το Μάη μήνα»!!
Στη μία και 23 πρώτα λεπτά γίνεται κι ένα έξτρα τζέρτζελο τύπου υπερθέαμα, με τη Θέλξη στη μέση να τραγουδάει άγνωστο τι και δύο αγόρια-μπαλαρίνους (έναν μαύρο κι έναν λευκό) μέσα σε δύο ρόδες με κόκκινο νέον γύρω-γύρω, να στροβιλίζονται, το λευκό ως κοντοσούβλι και το μαύρο ως ξεροψημένο κοκορέτσι, λόγω χρωματικής ποικιλίας.
Μετά, το πρόγραμμα συνεχίζεται με ρεφρέν πάνω στο ρεφρέν μέχρι να μαζέψει τις ελλείψεις της η Θέλξη και να παραχωρήσει τη θέση της στον Πάνο Καλίδη, πριν την είσοδο του οποίου η ορχήστρα κάνει intro ενός δεκαλέπτου τουλάχιστον.!
Τι εισαγωγή ήταν αυτή; Ούτε στο Γενικό Κρατικό δεν κάνουν τόσην ώρα για να σε βάλουν μέσα..
Η ορχήστρα αρχίζει δίνει τα ρέστα της σε θόρυβο, τα μπαλέτα, με ξεσκισμένα μπλουζάκια τα αγόρια και μικρότατα σουτιέν τα κορίτσια, αναδεύονται σα σιρόπι για το βήχα προ της χρήσεως, η ορχήστρα παίζει κάτι που ξεκινάει από τα 9/8 του ζεϊμπέκικου περνάει μέσα από το τούνελ του άλλα αντ’ άλλων, τραβάει επ ολίγον κατά dance και disco μεριά και καταλήγει σε ένα ηλεκτρονικοτσιφτετελόρυθμο διανθισμένο με κουλουβάχατα, φασαρία κι ένα κλαρινάτο φινάλε (για να μην ξεχνιόμαστε κιόλας).
Να σημειώσω τώρα ότι σε αυτό το δεκάλεπτο σόου αντιμετώπισα και την πιο κουλή φιγούρα που έχω δει μπαλέτο να εκτελεί (και πίστεψέ με έχω δει πάαρα πολλές). Πάνω εκεί λοιπόν στην αλά Matrix χορογραφία που δεν ξέρεις αν η μπαλαρίνα έχει πάθει κόψιμο ή απλώς εκτελεί μία μελοδραματική ηθελημένη πτώση προς τα εμπρός, βλέπω όλα τα αγόρια να βάζουν τα χέρια τους μπροστά από τη μικρή περιοχή τους, όπως ακριβώς κάνουν κι οι ποδοσφαιριστές λίγο πριν χτυπηθεί φάουλ από απόσταση που απειλεί την εστία τους, για να διασώσουν την ικανότητα διαιώνισης του είδους.
Τώρα, Θού Κύριε κ.λπ. να μην αρχίσω ποιου είδους τη διαιώνιση διασφαλίζει αυτή η ..ευρηματική και αμίμητη φιγούρα διότι θα χαλάσουμε τις καρδιές μας.
Για να μην πολυλογώ (χε,χε,χε) κάποια στιγμή εδέησε και βγήκε και το μοβ σακάκι μέσα στο οποίο κυκλοφορούσε ο Καλίδης, αφού πρώτα πήρε φωτιά το μαγαζί από τους προβολείς που ανάψανε όλοι μαζί για να τον προϋπαντήσουν.
«Άσε με μόνο μου Έχω μάθει να παλεύω με τον πόνο μου»
- «Παντρεύεται κανείς?», ρωτάει.
- «ΝΑΙΑΙΑΙΑΙ», ακούγεται από τα τρία τέταρτα της αιθούσης (το υπόλοιπο ένα τέταρτο είχε απαντήσει λίγο πριν με το ίδιο «ΝΑΙ» στο αν κάποιος έχει γενέθλια).
Βάζει μπρος ο Καλίδης και μας λέει «Happy Birthday to you» σε ρυθμό καρακατσανέικο, τσάμικο, και σε ρεμίξ για γιδοπρόβατα πριν αποταθεί στους μέλλοντες γαμπρούς παύλα νύφες και τους αφιερώσει το «Πάρε τηλέφωνο τον κερατά/ καλύτερα τώρα παρά μετά» , διότι στο Καραμελομάγαζο μπορεί να κάνουν θυσίες στο βωμό του κιτς κάθε βράδυ και να καίνε τα καλύτερα σφαχτά για να κατευνάσουν την οργή των καλόγουστων Θεών, αλλά έχουν και χιούμοράκι.. αήττητο.
Πάνω που είχα αρχίσει να σημειώνω διάφορα (&^%$&(*&^%$^*) για μία εντελώς ημίγυμνη μπαλαρίνα που είχε σκάσει κάπου στο βάθος ψηλά και κουνιότανε σα να είχε εισβάλλει ο διάολος μέσα της, ήρθε ένας άλλος υπεύθυνος και με ξαναρώτησε αν έχω πολύ δουλίτσα ακόμη, οπότε είπα κι εγώ «άι σιχτίρ» και την έκανα με μεγάλες δρασκελιές. Εξ ου και το ρεπορτάζ αυτό είναι γεμάτο ελλείψεις (σαν τα βυζιά της Θέλξης ένα πράγμα) διότι είμαι βεβαία ότι μετά την έξοδο του Καλίδη θα έβγαιναν οι ελέφαντες και οι παρδάλεις και θα γινόταν ο χαμός της απόλυτης διάλυσης.
ΥΓ. Η ημέρα ήταν Τετάρτη, στο μαγαζί δεν έπεφτε καρφίτσα, έπεφτε όμως λουλουδικό σε ποσότητες νταλίκας και τη στιγμή που έφευγα είχαν ήδη αρχίσει να σηκώνονται οι νεαροί θαμώνες για να τα σπάσουν όλα. Καλή Χρονιά και βοήθειά μας.
Τελικά αξίζει να πάω;
Αν πας κι εσύ γιατί σε έπεισε η αφίσα περί του μεγέθους των παραθύρων της Θέλξης θα απογοητευτείς.
Αν όμως επιμένεις να ακούσεις τη Θέλξη να σου τα ρίχνει με τα εξτένσιον δεμένα κόμπο, να σου κουνιέται σε στάση «επικίνδυνα αγαπάς» με το μάτι γλαρό και μισοκλεισμένο και να σε «ανάβει» ως ναζιάρα γάτα, να πας οπωσδήποτε, διότι και τα ποτά είναι φτηνά και το μοναχικό.. μετά τζάμπα.
Το άλλο το ξέρεις;
Εκείνο που λέει:
«Είσαι της ζωής μου γούρι
Μεσ’ στον καύσωνα παγούρι»
Έτσι την είχα πατήσει κι εγώ που δεν ήξερα ποια ήτο η Θέλξις μέχρι που μου έγραψε ένα μέιλ μία καλή, τρόπος του λέγειν, φίλη και με ενημέρωσε.
Και πήγα μεσ’ στο καταχείμωνο να με κάψουν Γιάννημ’ να μ’ αλείψουν λάδι.
Ρετάρω ή μου φαίνεται?
ΟΙ ΜΟΥΣΙΚΟΙ & Ο ΗΧΟΣ:
Αφόρητος.
Γεωργία Λαιμού.
Ησουν κι εσύ εκεί; Πες μου τι είδες μ' ένα mail...: [email protected]
CARAMELA: Πάνος Καλίδης, Θέλξη ()