Ένα έργο που μέσα από κωμικές και τραγικές καταστάσεις παραμένει αινιγματικό και τρομακτικό. Kαι σε αυτό το έργο, όπως στα περισσότερα του Πίντερ, μία φαινομενικά κοινότοπη κατάσταση σταδιακά φορτίζεται με απειλή, τρόμο και μυστήριο, παράλληλα με τη λεπτομερή αποτύπωση των διακυμάνσεων και την ηθελημένη παράλειψη μιας εξήγησης ή ενός κινήτρου της δράσης.
Εμείς μιλήσαμε με τον Ακη Βλουτή για το έργο αυτό και όχι μόνο….
Ας μιλήσουμε για το Πάρτυ Γενεθλίων, παρουσιάστε μας τον ήρωα που υποδύεστε.
Τι να πω γι' αυτό το πρόσωπο; είναι ένας κάποιος, δεν ξέρουμε από που έρχεται, δεν ξέρουμε που πάει, ξέρουμε μόνο μένει σε μια παραθαλάσσια πανσιόν και τον τελευταίο χρόνο έχει βρει ένα απάγκιο ένα απανεμι. Είναι ένα πρόσωπο, όπως τα περισσότερα πρόσωπα του Πίντερ που δε μας δίνει κανένα συγκεκριμένο στοιχείο για να καταλάβουμε τι είναι αυτό που του συμβαίνει. Πάντως το σίγουρο είναι ότι μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα αισθανόμενος τόσο βαθιά πληγωμένος από τους δύο ανθρώπους που μπαίνουν μέσα εκεί βγάζει εμφανή στοιχεία κατάρρευσης - απίστευτο φόβο που αυτά τον οδηγούν σιγά-σιγά στην πλήρη μετάλλαξη του σε ένα άγριο ζώο.
Τι είναι αυτό που κάνει τον Πίντερ τόσο αγαπητό στο ελληνικό κοινό;
Κοιτάξτε, μου είναι δύσκολο να απαντήσω έτσι όπως τίθεται η ερώτηση νομίζω ότι στην παρούσα φάση είναι λίγο μπερδευτικό να χρησιμοποιούμε τόσο ισχυρά κλισέ. Νομίζω ότι βρισκόμαστε σε μία πολύ περίεργη κρίση, μια κρίση τοπική ακραία σε φαινόμενα, μια κρίση ευρωπαΐκή, μια κρίση παγκόσμια, μια κρίση που κανείς δεν ξέρει που θα μας οδηγήσει, πιθανόν μ' έναν τρόπο αν κάτι ήταν αγαπητό κάπως δεν ξέρω αν είναι ακόμα, αυτή τη στιγμή νομίζω ότι είναι το τελευταίο πράγμα που αφορά το κοινό. Σε σ' αυτή την κατάσταση που βρισκόμαστε νομίζω πως οτιδήποτε γενικότροπο είναι μακράν αυτης της καθημερινότητας. Γνωρίζω ότι μπορεί να φαίνεται ότι δεν απαντώ αλλά νομίζω ότι δεν υπάρχουν απαντήσεις αυτή τη στιγμή.
Τον Φεβρουάριο ανεβαίνει στο Από Μηχανής Θέατρο η παράσταση Ποιος φοβάται την Βιρτζίνια Γουλφ σε σκηνοθεσία του Γιώργου Κιμούλη. Μιλήστε μας για το έργο και για το ανέβασμα της παράστασης.
Για να τον Άλμπυ και ειδικά για το Ποιος φοβάται την Βιρτζίνια Γουλφ έχουν ειπωθεί τόσα πολλά, έχει μια μεγάλη μυθολογία και αυτός γύρω απ' το όνομά του και το ίδιο το έργο. Νομίζω ότι στην παράσταση την οποία σχεδιάζουμε μπορούμε να πούμε ότι αν έχει κάτι ενδιαφέρουν είναι δύο άνθρωποι σε κρίση μέσης ηλικίας που μέσα από μία πολύ εξαντλητική συνάντηση – συναναστροφή με ένα νεότερο ζευγάρι οδηγούνται μέσα από μία εξοντωτική διαδικασία λίγος έως πολύ και δυο στον εξορκισμό τις ψευδαίσθησης. Συνειδητοποιώντας ότι όλο το φαντασιοτικό τους - το παιδί αυτό που έχουνε φτιάξει μέσα στο κεφάλι τους γίνεται πιο υπαρκτό από την ερημιά τους και έτσι σταδιακά οδηγούνται στην απόλυτη κατάρρευση της ψευδαίσθησης - για να το αντιμετωπίσουμε όλοι στην πορεία της ζωής μας και ειδικά σε αυτή την ηλικία το φάσμα του τέλους που αχνοφαίνεται. Παράλληλα σε πολλά επίπεδα κοινωνικό, προσωπικό, δημόσιο, σεξουαλικό, γονεϊκό, συντροφικό, επαγγελματικό όλα περνούν από «γενεές 14». Μένουμε με έναν τρόπο στη πρώτη τοποθέτηση μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο ισχυρά ως προς το τέλος της ιστορίας έτσι όπως την καταλαβαίνουμε -αν και αναρωτιέμαι αν ίσως είναι πιο αντιληπτό από ποτέ ότι η ιστορία γράφεται με άλλους τρόπους πια. Άρα δεν ξέρουμε αν η ιστορία θα είναι πια ιστορία ή κάτι άλλο
Παρά την οικονομική κρίση, είστε από τα θέατρα που προγραμματίζουν και υλοποιούν ένα ρεπερτόριο για όλη τη θεατρική περίοδο. Το κράτος είναι απόν. Πώς αντιμετωπίζετε αυτή την κατάσταση; Νιώθετε αισιόδοξος παρά τις δυσκολίες;
Μέχρι τώρα προσπάθησα να έχω ένα θέατρο ρεπερτορίου, αυτή είναι η δουλειά μας, να οργανώνουμε, να παίζουμε, να στηρίζουμε τις παραστάσεις να έρχονται οι θεατές και να μας βλέπουν και όλοι όσοι ασχολούνται με το θεατρικό φαινόμενο. Όμως, τα πράγματα δείχνουν ότι γίνονται όλο και πιο δύσκολα και δεν ξέρω πόσο ακόμα θα αντέξω να το κάνω, πάντως η απουσία του κράτους έτσι κι αλλιώς είναι προς όλα τα τοπία γύρω μας, το πιο οδυνηρό και το πιο επικίνδυνο είναι ότι απαξιώνεται βαθιά ο πολιτισμός και πολιτισμός δεν είναι μόνο το θέατρο και φυσικά ο πολιτισμός δεν είναι τουρισμός και φυσικά δεν μιλάμε για τους αρχαιολογικούς χώρους που υπάρχουν ερήμην τους, μιλώ για τον σύγχρονο πολιτισμό που ορίζει πολιτισμικά ένα λαό. Παρότι είμαι ένας αισιόδοξος άνθρωπος και γι' αυτό έχω αντέξει μέσα σε αυτά τα 10 χρόνια που ζούμε μία μεγάλη κρίση όμως εδώ που έχουμε φτάσει φοβάμαι στιγμές ότι είμαι ουτοπικός, αρχίζω να σκέφτομαι ότι περισσότερο πλησιάζω σε μία ουτοπία παρά σε μια πραγματικότητα.