Είδαμε το ακατάλληλο «Στέλλα Κοιμήσου» του Γιάννη Οικονομίδη στο Εθνικό

07.11.2016
Το «Στέλλα Κοιμήσου», την πιο συζητημένη και sold out παράσταση της χρονιάς, είδαμε στη Νέα Σκηνή του Εθνικού σε σκηνοθεσία του περισσότερο κινηματογραφικού Γιάννη Οικονομίδη.

Σ΄αυτό το πρώτο θεατρικό έργο του Οικονομίδη, όλα θυσιάζονται στο βωμό του χρήματος και της κοινωνικής ανόδου, ο θεσμός της οικογένειας, η ευτυχία των μελών και ιδιαίτερα των παιδιών, αλλά και κάθε ίχνος ηθικής αξίας εξαφανίζεται, ενώ στην επιφάνεια επιπλέει μόνο το... συμφέρον.

Η υπόθεση καθόλου πρωτότυπη, τουναντίον θα λέγαμε χιλιοειδωμένη στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση: Μέσα στην πολυτελή βίλα του νεόπλουτου αρχιμαφιόζου Αντώνη Γερακάρη, η κόρη του Στέλλα αρνείται να παντρευτεί αυτόν που της επιβάλλεται, έναν νεαρό γιο υπουργού, γεγονός που θα αποτελέσει εφαλτήριο για τον πατέρα της να ανέλθει στον στίβο της πολιτικής. Η Στέλλα ερωτευμένη μ΄ έναν συνομήλικο ηθοποιό, επιμένει για το αυτονόητο δικαίωμα της προσωπικής επιλογής. Ωστόσο, ο έρωτας ή οποιαδήποτε άλλη έκφραση ατομικής ελευθερίας, ακυρώνεται με «μαφιόζικες» και άκρως πατριαρχικές μεθόδους, μπροστά στο συμφέρον, που υποχρεώνει σε υποταγή στις ήδη ειλημμένες αποφάσεις.

Όλα τα παραπάνω διαρκούν μόλις μιάμιση ώρα, πριν το κυριακάτικο μεσημεριανό της οικογένειας Γερακάρη. Αποτελούν, δηλαδή, μία μόνο σκηνή από τη ζωή αυτής της ελληνικής οικογένειας, μία χρονική στιγμή που ωστόσο αντικατοπτρίζει όλη τους τη ζωή. Γι΄ αυτό και το κοινό αισθάνεται διαρκώς πως κοιτά τη ζωή της οικογένειας μέσα από την κλειδαρότρυπα, λαθραία.
Πού έγκειται όμως η διαφορά, τι κάνει την υπόθεση αυτή και τελικά την παράσταση αυτή τόσο ξεχωριστή; Το γεγονός ότι ο Γιάννης Οικονομίδης καταγράφει με άκρατο ρεαλισμό ένα κομμάτι της σημερινής πραγματικότητας και δίνει σάρκα και οστά σ’ έναν κόσμο εδραιωμένο στο ψέμα, το χρήμα, τη χυδαιότητα και το έγκλημα με βασικό του όπλο τη γλώσσα του κειμένου. Ένα κείμενο που πάλλεται σαν ανθρώπινο κορμί με καρδιακούς παλμούς στα ύψη και διαμορφώνεται κάθε βράδυ από τους ίδιους τους ηθοποιούς, από τη θέρμη, το πάθος και το θυμό της ψυχοσύνθεσης των ηρώων που ενσαρκώνουν. Ένα κείμενο που περιέχει μια γλώσσα ωμή και σκληρή, γεμάτη βωμολοχίες, χυδαία και ακραία βίαιη που συχνά έφερνε σε αμηχανία και «τσάκιζε τα κόκαλα» του κοινού που άκουγε ένα ακατάσχετο, ταυτόχρονο, σχεδόν συνειρμικό, υβρεολόγιο σε πολύ υψηλά ντεσιμπέλ.

Το καστ των ηθοποιών στάθηκε ιδιαιτέρως προσεγμένο, έδεσε μεταξύ του και μας χάρισε στιγμές μοναδικής χημείας. Ο Στάθης Σταμουλακάτος ήταν αναμφισβήτητα η μεγάλη αποκάλυψη της παράστασης, καθώς έδωσε μία απρόσμενα εκπληκτική ερμηνεία στο ρόλο του πάτερ φαμίλια, Αντώνη Γερακάρη. Μία ερμηνεία, που μολονότι εκτείνεται μέσα σε μόλις 30 λεπτά, διακρίθηκε από ένα μοναδικό κινησιολογικό και ερμηνευτικό κρεσέντο κόβοντας την ανάσα μας στις τελευταίες σιωπές της. Η Ελλη Τρίγκου ήταν επίσης εξαιρετική στο ρόλο της μίας κόρης της οικογένειας, της Ανθής, που όντας φανερά προσκολλημένη στον πατέρα της, έχει διαβρωθεί εκ των έσω και δεν μπορεί να κοιτάξει γύρω της αντικειμενικά και να αντιληφθεί την πραγματικότητα. Έξοχος ο Γιάννης Νιάρρος στο ρόλο του αδελφού και μαύρου προβάτου της οικογένειας, Γιώργου. Ο νεαρός ηθοποιός με μια υφέρπουσα ειρωνεία και έναν διαρκή έντονο σαρκασμό πυροδοτούσε διαρκώς καταστάσεις και συγκέντρωνε μονίμως το μένος όλων στο πρόσωπό του.
Εμφανώς πιο αδύναμη η Ιωάννα Κολλιοπούλου στο ρόλο της Στέλλας, δεν κατάφερε να μας πείσει για την τραγικότητα του χαρακτήρα της, καθώς πολλές φορές νιώσαμε πως φοβόταν να καταδυθεί στα άδυτα της ψυχής της ηρωίδας που ενσάρκωνε. Άχρωμες και χωρίς ιδιαίτερο χαρακτήρα οι ερμηνείες της Μάγιας Κώνστα στο ρόλο της Θείας Βάσως και της Καλλιρόης Μυριαγκού στο ρόλο της μητέρας της οικογένειας.

Αξίζει να δει κάποιος το «Στέλλα Κοιμήσου»; Ναι, αρκεί να είναι προετοιμασμένος για το τι θα δει. Η παράσταση αυτή του Γιάννη Οικονομίδη μόνο συμβατική δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Τουναντίον, είναι κανονική γροθιά στο στομάχι, καθώς θέτει επί τάπητος ζητήματα που αφορούν τη ζωή έτσι όπως τη ζούμε, τις αξίες που την περιβάλλουν, τα θέλω και τα πρέπει μας.

Γεωργία Οικονόμου
[email protected]