Το έργο ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου με τους Ξένια Καλογεροπούλου, Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου, Χρήστο Σαπουντζή, Γιώργο Παπαγεωργίου, Ντένη Μακρή, Ηλιάνα Μαυρομάτη, Αλέξανδρο Χρυσανθόπουλο, Παντελή Βασιλόπουλο.
Το πρώτο αριστούργημα του «τρομερού παιδιού» του γαλλικού ρομαντισμού, καταγράφει με συγκίνηση και λεπτό χιούμορ τους στρόβιλους της ερωτικής δίνης μέσα στην οποία περιπλέκονται ένα ή και περισσότερα ερωτικά τρίγωνα. Πρόκειται για ένα έργο αντισυμβατικό και τολμηρό που ταυτόχρονα δικαιώνει τον όρο «κλασικό» μέσα από την ορμητική δύναμη της ιδιάζουσας ποιητικότητάς του και την αγέραστη πρωτοτυπία του.
Οι «Ιδιοτροπίες της Μαριάννας» γράφτηκαν από τον Μυσσέ το 1832 όταν ήταν μόλις 22 χρονών, η αξία του έργου όμως δεν αναγνωρίστηκε την εποχή εκείνη. Ένας από τους λόγους είναι ότι συγκαταλέγεται στα έργα που δύσκολα μπορεί κανείς να κατατάξει: Κωμωδία ή δράμα; Έργο τρυφερό και ευαίσθητο ή ξεδιάντροπα σαρκαστικό; Εξυμνεί την αθωότητα ή την ελευθεριότητα; Ή μήπως όλα τα παραπάνω ταυτοχρόνως, γεγονός που το καθιστά έναν ύμνο στην ανθρώπινη αντίφαση και αμφιθυμία, μια υπομειδιούσα ελεγεία στο εφήμερο και το φευγαλέο που στοιχειώνει το «πραγματικό»;
Ο Ντε Μυσσέ είναι ελάχιστα παιγμένος στην Ελλάδα και ενώ στην εποχή του τα έργα του θεωρήθηκαν κατάλληλα μόνο για ανάγνωση, αποδεικνύεται πολύ πιο σύγχρονος από πολλούς ομότεχνούς του, οι οποίοι, αν και ξεσήκωσαν θύελλες στη θεατρική σκηνή της εποχής τους, σήμερα αργοσβήνουν στην αφάνεια.
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ
Στις «Ιδιοτροπίες της Μαριάννας» τα φαινόμενα απατούν. Ξεκινώντας από την ίδια την υπόθεση: αρχικά όλα δείχνουν γνώριμα- ένας νέος είναι απελπισμένα ερωτευμένος με μια απόμακρη και ακατάδεχτη νέα, ωραία παντρεμένη γυναίκα. Ο καλύτερός του φίλος αναλαμβάνει να μεσολαβήσει για χάρη του, με απρόβλεπτες συνέπειες και ανατροπές… Ή μήπως προβλεπόμενες; Ο ερωτευμένος νέος τι ακριβώς αγαπάει; Μια γυναίκα που δεν έχει δει ποτέ του; Τον ίδιο τον έρωτα; Ή κάτι ακόμα πιο σκοτεινό; Ο έκλυτος και ελευθεριάζων φίλος του που σαρκάζει ιερά και όσια, γιατί αναλαμβάνει μια τόσο «ιερή αποστολή»; Για να αποκαθηλώσει πλήρως ή να εξυψώσει την ίδια την ιδέα του έρωτα; Η νεαρή Μαριάννα τι είναι τελικά; Μια ιδιότροπη κακομαθημένη γυναίκα ή ένα πλάσμα που διεκδικεί το δικαίωμά της να αγαπάει και όχι μόνο να αγαπιέται, να νιώσει πραγματική και όχι σύμβολο;
Γύρω από το βασικό τρίγωνο του έργου δημιουργούνται παράλληλα «τρίγωνα» σε διαστρωματώσεις ηλικιακές (σύζυγοι σε κρίση ηλικίας που το πάθος τους οδηγεί μέχρι το έγκλημα ή μητέρες που, όπως σημειώνουν μελετητές, αν ο Φρόυντ γνώριζε το έργο, σίγουρα θα στήριζε μέρος της θεωρίας του στον τρόπο που ο Μυσσέ τις παρουσιάζει) αλλά και ταξικές (αήθεις υπηρέτες, εξαθλιωμένες ρουφιάνες, θλιβερές πόρνες, ένας κόσμος ένδειας και απελπισμένης προσπάθειας επιβίωσης, σε πλήρη αντιδιαστολή με τον κόσμο των «κακομαθημένων» πλουσιόπαιδων).
Αρκετά χρόνια μετά την έκδοσή του, το έργο παρέμενε άπαιχτο. Προκειμένου να παιχτεί ζητήθηκε αργότερα από τον συγγραφέα του να αυτολογοκρίνει το κείμενό του, κόβοντας βλάσφημες αναφορές και αφαιρώντας τα στοιχεία του τολμηρού ερωτισμού που το χαρακτήριζαν. Ο Μυσσέ υπάκουσε, είτε γιατί είχε «ηττηθεί» από τη ζωή όπως εν τέλει οι ήρωές του είτε γιατί κατάλαβε ότι η πραγματική τόλμη του έργου κρυβόταν κάπου αλλού. Είναι χαρακτηριστικό πάντως πως ενώ έργα άλλων συγγραφέων όπως ο Ουγκώ ή ο Γκωτιέ που μεσουρανούσαν στο ρομαντικό γαλλικό θέατρο την εποχή που το έργο του Μυσσέ παρέμενε άπαιχτο έχουν σχεδόν εξαφανιστεί από τις σκηνές του 20ου και 21ου αιώνα, η «Μαριάννα» και οι «Ιδιοτροπίες» της συνεχίζουν να γοητεύουν αδιαλείπτως τις σκηνές των δυτικών θεάτρων. Έδωσαν μάλιστα την έμπνευση σε μια ταινία που συγκαταλέγεται στις σπουδαιότερα κινηματογραφικά δημιουργήματα όλων των εποχών: Τον «Κανόνα του Παιχνιδιού» του Ζαν Ρενουάρ του 1939.
Ο Θωμάς Μοσχόπουλος σημειώνει χαρακτηριστικά: «Το έργο είναι ένα μικρό κομψοτέχνημα. Σκιαγραφεί το πανόραμα μιας ολόκληρης κοινωνίας που αιωρείται μεταξύ λάσπης, ακριβών αρωμάτων, ιδρωμένης σάρκας και φίνων κρασιών, φαντασίωσης και άχθους. Είναι ο κόσμος του πρώτου «εκρηκτικού» ρομαντισμού που μακράν απέχει από τη μετέπειτα «ζαχαρένια» επιφάνεια που του έχει προσδοθεί στις μετέπειτα μεταλλάξεις του. Ένας κόσμος εκρηκτικός, βίαιος, ιλιγγιώδης, σαρδόνιος μηδενιστικός και λάγνος, ένας κόσμος όπου το πάθος αποτελεί τη μόνη πιθανότητα χαράς, ζωής και απόλαυσης, ένας κόσμος όπου η ανάγκη για αλήθεια παλεύει λυσσαλέα πριν την καταπιεί πλήρως η λήθη και η άρνηση. Κι όμως όσο σκοτεινά κι αν ακούγονται όλα αυτά, ο Μυσσέ, με την λεπτή του προσωπική ειρωνεία, καταφέρνει να καθιστά τον κόσμο αυτό ανάλαφρο και παιγνιώδη, σαν ένα πρόσκαιρο μεθύσι, μια φαιδρή εξαπάτηση της σοβαροφάνειας μας».
ΓΙΑΤΙ Ο ΜΥΣΣΕ ΣΗΜΕΡΑ
Αν κάποιος αναρωτηθεί τι σχέση έχουν τα ήθη της εποχής του Μυσσέ με το σήμερα και ποιον ενδιαφέρουν οι αναφορές σε τόσο «μακρινές» απεικονίσεις ζωής, μια ματιά στο πώς περιγράφει ο ίδιος ο συγγραφέας το ιστορικό-κοινωνιολογικό και ψυχολογικό πλαίσιο της εποχής του αρκεί. Πρόκειται για την περίοδο που ακολουθεί την έκπτωση της Γαλλικής Επανάστασης και των ιδανικών της καθώς και την ήττα του λαϊκιστή Ναπολέοντα που αυτοστέφθηκε «Αυτοκράτορας» και συνεχιστής των ιδεωδών της Επανάστασης βουτώντας στο αίμα ολόκληρη την Ευρώπη και τη χώρα του σε πλήρη ματαίωση. Στα παρακάτω αποσπάσματα από το βιβλίο του «Εξομολόγηση ενός τέκνου του Αιώνα», ο ίδιος ο Μυσσέ δίνει την πιο πειστική απάντηση γιατί παραμένει πάντα επίκαιρος:
«Όπως όταν πλησιάζει μια καταιγίδα, φυσάει μέσα στα δάση ένας αέρας τρομερός που κάνει τα δέντρα να ανατριχιάζουν κι ύστερα ακολουθεί μια βαθιά σιωπή, έτσι ακριβώς ο Ναπολέων είχε συνταράξει ολόκληρο τον κόσμο στο πέρασμά του. Οι βασιλείς που ένιωσαν να ταλαντεύεται το στέμμα τους, όταν έφεραν τα δυο τους χέρια στο κεφάλι τους το μόνο που έπιασαν ήταν τα μαλλιά τους τα ορθωμένα από το φόβο. Ο Πάπας είχε διανύσει τριακόσιες λεύγες για να τον ευλογήσει στο όνομα του Θεού και να του φορέσει το διάδημά του κι εκείνος, του το άρπαξε από τα χέρια. Έτσι ακριβώς είχαν ταρακουνηθεί τα πάντα στο ζοφερό δάσος της γηραιάς Ευρώπης κι έπειτα έπεσε σιωπή.
…Μπροστά στον Ναπολέοντα το μεγαλείο του θρόνου ολόκληρο είχε κάνει την κίνηση εκείνη που οδηγεί στην πλήρη κατάρρευση και δεν ήταν μόνο αυτό το μεγαλείο που κατέρρευσε, αλλά μαζί του κατέρρευσε και η θρησκεία, η αριστοκρατία, η κάθε θεϊκή και ανθρώπινη εξουσία. Ήταν σαν μια συνολική άρνηση των πάντων σε γη και σε ουρανό, την οποία θα μπορούσες να την ονομάσεις απογοήτευση ή ακόμα και απελπισία, λες και η ανθρωπότητα είχε πέσει σε λήθαργο και εκείνοι που της έπαιρναν το σφυγμό την θεώρησαν νεκρή. Όπως εκείνος ο στρατιώτης που τον ρώτησαν παλιά «σε τι πιστεύεις» ; κι εκείνος απάντησε αμέσως: « στον εαυτό μου» έτσι και η νεολαία της Γαλλίας, ακούγοντας την ίδια ερώτηση απάντησε αμέσως «Σε τίποτα απολύτως».
…Έτσι οι πλούσιοι σκέφτονται: Μόνο ο πλούτος είναι αληθινός, όλα τα άλλα είναι ένα όνειρο. Ας χαρούμε κι ας πεθάνουμε. Όσοι έχουν μικρότερη περιουσία σκέφτονται: Η αλήθεια υπάρχει μόνο στη λήθη, όλα τα άλλα είναι ένα όνειρο, ας ξεχαστούμε κι ας πεθάνουμε. Και οι φτωχοί λένε: Η μόνη αλήθεια είναι η δυστυχία, όλα τ’ άλλα είναι ένα όνειρο, ας βλασφημήσουμε κι ας πεθάνουμε.
Είπανε λοιπόν στους φτωχούς: κάνεις υπομονή ως την ώρα της κρίσης μια και δικαιοσύνη δεν υπάρχει και περιμένεις την αιώνια ζωή για να απαιτήσεις την εκδίκησή σου- αιώνια ζωή όμως δεν υπάρχει. Εσύ συσσωρεύεις τα δάκρυά σου και τα δάκρυα των δικών σου, τις κραυγές των παιδιών σου και τα αναφιλητά της γυναίκας σου, για να τα εναποθέσεις στα πόδια του Θεού την ώρα του θανάτου σου. Μα Θεός δεν υπάρχει.
Αν όμως ο φτωχός, έχοντας καταλάβει κάποια στιγμή ότι οι παπάδες τον ξεγελούν, ότι οι πλούσιοι τον κλέβουν, ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν τα ίδια δικαιώματα, ότι ο πλούτος υπάρχει σε τούτον μόνο τον κόσμο και ότι η αθλιότητά του δεν είναι δείγμα ευσέβειας, αν ο φτωχός έχοντας πίστη πλέον μόνο στον εαυτό του, στα δυο του χέρια και σε τίποτε άλλο, πει μια ωραία μέρα: Πόλεμο στους πλούσιους! Έχω κι εγώ δικαίωμα στις απολαύσεις αυτού του κόσμου, αφού άλλος κόσμος δεν υπάρχει! Δική μου ολόκληρη η γη, αφού ο ουρανός είναι άδειος, δική μου όπως και ολονών, αφού είμαστε όλοι ίσοι! Τότε, ω εσείς εξαίσιοι στοχαστές, εσείς που τον οδηγήσατε ως εκεί, τι θα του πείτε, εάν στο τέλος νικηθεί;
Όλη η αρρώστια του αιώνα αυτού προέρχεται από δύο αιτίες, ο λαός που πέρασε τόσα και τόσα κουβαλάει στην καρδιά του δύο πληγές: Ότι εκείνο που ήταν δεν είναι πια κι εκείνο που θα ‘ρθει δεν έχει φτάσει ακόμη. Μη αναζητάτε αλλού το μυστικό των δεινών μας».
Μετάφραση: Ξένια Καλογεροπούλου
Σκηνοθεσία: Θωμάς Μοσχόπουλος
Δραματουργική συνεργασία: Μαριλένα Παναγιωτοπούλου
Σκηνικά: Ευαγγελία Θεριανού
Κοστούμια: Κλαίρ Μπρέσγουελ
Φωτισμοί: Σοφία Αλεξιάδου
Μουσικός Συνεργάτης: Κορνήλιος Σελαμσής
Βοηθός σκηνοθέτη: Θάλεια Γρίβα
Β’ βοηθός σκηνοθέτη: Μαρία Χανδρά
ΔΙΑΝΟΜΗ (με σειρά εμφάνισης):
ΣΙΟΥΤΑ: Ξένια Καλογεροπούλου
ΜΑΡΙΑΝΝΑ: Ηλιάνα Μαυρομάτη
ΣΕΛΙΟ: (+ΟΡΣΙΝΙ): Ντένης Μακρής/ Αλέξανδρος Χρυσανθόπουλος
ΚΛΑΥΔΙΟΣ: Χρήστος Σαπουντζής
ΤΙΜΠΙΑ: Παντελής Βασιλόπουλος
ΟΚΤΑΒΙΟΣ: Γιώργος Παπαγεωργίου
ΕΡΜΕΙΑ: Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου
INFO:
Θέατρο Πόρτα: Μεσογείων 59, 115 26 Αθήνα
τηλ.: 210 77 11 333
ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ- Από 28 Iανουαρίου
ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΩΡΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ
Πέμπτη 21:15
Παρασκευή 21:15
Κυριακή 18:30
Από 20/2: Και Σάββατο 21:15
ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ
Κανονικό 15€
Φοιτητικό, AMEA, άνω των 65, Πολυτέκνων 10€
Ανέργων 8€