Η γλυπτική του Cragg είχε ως καλλιτεχνικό έναυσμα τη συνάντηση του με τις αγγλικές Land Art and Performance και εξακολουθεί να διακρίνεται ακόμα για το μεγάλο πλούτο των απρόσμενων μορφικών καινοτομιών και συνδυασμών. Ο Cragg αυτοπροσδιορίζεται ως υλιστής, καθώς επιχειρεί διαρκώς να ανανεώνει και να διευρύνει τα υλικά της τέχνης του. Χρησιμοποιώντας καθημερινά αντικείμενα, σκουπίδια ή ανακυκλώσιμα υλικά και υιοθετώντας τεχνικές όπως η συσσώρευση, η στοίβαξη ή η στρωματική διαβάθμιση αντικειμένων, προσδίδει στα πράγματα μια νέα, αναπάντεχη ερμηνεία. Εν προκειμένω, χρησιμοποιεί κυρίως το ατσάλι, το χαλκό και το ξύλο σε διατάξεις που παραπέμπουν σε γεωλογικές διαστρωματώσεις.
Τα τελευταία χρόνια, στο έργο του Cragg απαντούν κεφάλια και πρόσωπα ως οιονεί κατευθυντήριες δυνάμεις. Η κυκλοτερή κίνηση διαγράφει το ρυθμό των γλυπτών. Επικαλύψεις και στρωματώσεις αναδεικνύουν σωματικά τοπία με κυρτά και κοίλα, δίνοντας υπόσταση σε νέες φόρμες και χαρτογραφώντας, παράλληλα, τα κενά στο χώρο. Ο Cragg δημιουργεί τις φόρμες του από «καλλιτεχνικά ιζήματα που μοιάζουν να αναδύονται από διαφορετικές εποχές» (Eva Maria Stadler, 2008). Επανερχόμενες μορφές στοιβάζονται σε σουρεαλιστικούς τοτεμικούς πυλώνες. Η οριζόντια προέκταση βιομορφικών σχημάτων ανακαλεί το πάθος για την ταχύτητα των ιταλών φουτουριστών, όπως του Umberto Boccioni και του Giacomo Balla, ενώ η καθετότητα των γλυπτών-πυλώνων του παραπέμπει στον Constantin Brancusi, το γλύπτη που κατόρθωσε να απλοποιήσει τη φυσική μορφή με την αφαιρετική φορμαλιστική του γλώσσα. Η φύση σε όλες της τις εκφάνσεις (τις μικροδομές και τις μακροδομές της) αποτελεί το κυρίαρχο μοτίβο στο έργο του Tony Cragg τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια.
Το διακριτικό γνώρισμα του Tony Cragg είναι η πρωταρχική του μέριμνα να ανακαλύπτει διαρκώς νέες και πρωτόγνωρες μορφές, που εκπλήττουν το θεατή με τις απρόσμενες αναφορές τους σε βιομορφικά και τεχνολογικά σχήματα. Το 1911, ο κυβιστής γλύπτης Raymond Duchamp-Villon δήλωνε: «Κυρίαρχος σκοπός της τέχνης δεν είναι ούτε η περιγραφή ούτε η μίμηση, αλλά η δημιουργία άγνωστων όντων από στοιχεία που είναι πανταχού παρόντα αλλά αφανή». Την εύστοχη αυτή παρατήρηση θα μπορούσε κάλλιστα να την είχε κάνει ο Tony Cragg.
Ο Tony Cragg γεννήθηκε στο Λίβερπουλ το 1949 και ζει στο Βούπερταλ από το 1977. Φοίτησε αρχικά στο Gloucestershire College of Art and Design, προτού μεταπηδήσει στο Royal College of Art του Λονδίνου το 1973. Από τη δεκαετία του ’80 το έργο του έχει παρουσιαστεί σε σημαντικές διεθνείς εκθέσεις συμπεριλαμβανομένων των documenta 7 και 8 στο Κάσσελ (1982 και 1987) και των Μπιενάλε του Σάο Πάολο (1983) και της Βενετίας το 1980, το 1988 (εκπροσωπώντας τη Μεγάλη Βρετανία), το 1993 και το 1997. Το 1988 του απονεμήθηκε το Turner Prize και το 1992 αναγορεύτηκε Ιππότης των Γραμμάτων και των Τεχνών. Από το 1979 δίδαξε στην Ακαδημία Τέχνης του Ντύσσελντορφ, όπου εξελέγη καθηγητής το 1988, και το 2001 διορίστηκε Καθηγητής Γλυπτικής στην Ακαδημία Τεχνών του Βερολίνου. Από το 1994 είναι μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας των Τεχνών (Royal Academy of Arts) του Λονδίνου και από το 2002 μέλος της Ακαδημίας Τεχνών του Βερολίνου. Τον ίδιο χρόνο, χρίστηκε Διοικητής του Τάγματος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας (CBE). Το 2007, ο Tony Cragg απέσπασε την πιο εξέχουσα, ίσως, καλλιτεχνική διάκριση παγκοσμίως, το Praemium Imperiale. Το 2009 διαδέχτηκε τον Markus Lüpertz ως Πρύτανης της Ακαδημίας Τέχνης του Ντύσσελντορφ.
Ατομικές εκθέσεις του Tony Cragg έχουν φιλοξενηθεί, από τη δεκαετία του ’80, σε κορυφαία ιδρύματα, όπως την Kunsthalle της Βέρνης (1983), το Μουσείο της Λουιζιάνα στο Χούμλεμπεκ (1984), το Μουσείο του Μπρούκλυν στη Νέα Υόρκη (1988), το Μουσείο Kunstsammlung Nordrhein-Westphalen του Ντύσσελντορφ (1989), το Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγο (1990), το Μουσείο Reina Sofia στη Μαδρίτη (1995), το Μουσείο Von der Heydt στο Βούπερταλ (1999), την Πινακοθήκη Tate του Λίβερπουλ (2000), το Μουσείο Kunst- und Ausstellungshalle της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στη Βόννη (2003), το Μουσείο Neues της Νυρεμβέργης (2005), το Μουσείο Lehmbruck του Ντούισμπουργκ (2007), το Belvedere στη Βιέννη (κοινή έκθεση με τον F.X. Messerschmidt το 2008), τη Staatlichen Kunsthalle στο Καρλσρούε και το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Σάλτσμπουργκ (2009). Το 2011, εννέα έργα του καλλιτέχνη παρουσιάστηκαν στο Cour Marly, το Cour Puget και τη γυάλινη πυραμίδα του I. M. Pei's στο Λούβρο με τον τίτλο Figure Out – Figure In. Τον ίδιο χρόνο, αναδρομικές εκθέσεις του έργου του παρουσιάστηκαν στην Εθνική Πινακοθήκη της Σκωτίας στο Εδιμβούργο, το Κέντρο Γλυπτικής Nasher στο Ντάλλας και το Μουσείο Küppersmühle στο Ντούισμπουργκ. Το 2012, μια μεγάλης κλίμακας έκθεση ταξίδεψε στην Κίνα, όπου φιλοξενήθηκε στο Μουσείο Himalayas Art στη Σαγκάη, το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Τσενγκντού και το Μουσείο της Κεντρικής Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Πεκίνου.
ΙΝFO:
Εγκαίνια: 8 Σεπτεμβρίου 2015, 20:30
Ομιλία του καλλιτέχνη: 8 Σεπτεμβρίου 2015, 19:30
Διάρκεια: 10 Σεπτεμβρίου έως 8 Νοεμβρίου 2015
Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 8 Νοέμβριου 2015.