Είδαμε το Τρίτο Στεφάνι ***

06.10.2011
Η Νϊνα και η Εκάβη, δύο γυναίκες οικείες, γεμάτες δύναμη και αδυναμίες, ξετυλίγουν μπροστά μας το νήμα της ζωής τους: γάμοι, απιστίες, διαζύγια, θάνατοι, οικονομικές αποτυχίες, αλλά και παντός είδους οικογενειακά δράματα.

«Το όνομά σου ξεκινάει από Ν. Κρατάς στα χέρια σου τρία στεφάνια»
Το «Τρίτο Στεφάνι» του Κώστα Ταχτσή, ένα από τα σημαντικότερα νεοελληνικά μυθιστορήματα, μεταφέρθηκε δύο χρόνια πριν με μεγάλη επιτυχία στη σκηνή του Εθνικού θεάτρου από τον Σταμάτη Φασουλή και τον Θανάση Νιάρχο και φέτος επέστρεψε στο Παλλάς. Πρόκειται για ένα έργο αυτοβιογραφικό που μέσα από τις προσωπικές ιστορίες της Νίνας και της Εκάβης, παρουσιάζει όλη την ιστορία της νεότερης Ελλάδας (ο Μακεδονικός αγώνας, οι Βαλκανικοί πόλεμοι, η Μικρά Ασία, ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Κατοχή).
Δύο γυναίκες οικείες, γεμάτες δύναμη και αδυναμίες, ξετυλίγουν μπροστά μας το νήμα της ζωής τους: γάμοι, απιστίες, διαζύγια, θάνατοι, οικονομικές αποτυχίες, αλλά και παντός είδους οικογενειακά δράματα. Αυτό που προξενεί ιδιαίτερη εντύπωση είναι πως δεν υπάρχει καμία υγιής σχέση μεταξύ των ηρώων, παρά μόνο ασφυκτικές σχέσεις αρρωστημένης εξάρτησης, και καταπίεσης. Οι μανάδες «ευνουχίζουν» από την υπερβολική τους αδυναμία τα αρσενικά στοιχεία που τους περιστοιχίζουν(βλ. σχέση Εκάβης με τον γιο της Δημήτρη), ενώ απομακρύνουν κάθε θηλυκή παρουσία που «απειλεί» το μικρόκοσμό τους (βλ. σχέση Νίνας με την κόρη της Μαρία και σχέση Εκάβης με την κόρη της Ελένη).

Το εγχείρημα των Φασουλή - Νιάρχου, να μεταφέρουν στο θεατρικό σανίδι το βιβλίο του Ταχτσή σε μία τετράωρη παράσταση, ήταν πραγματικά μεγαλεπήβολο και εμπεριείχε μέσα του μεγάλο ρίσκο, καθώς δεν είχαν να τα βγάλουν πέρα μόνο με τη δυσκολία της θεατρικής διασκευής, αλλά και με τη φυσική κόπωση αφενός μεν των ηθοποιών και αφετέρου δε του κοινού. Ωστόσο, παρά τους σκοπέλους, ο Σταμάτης Φασουλής κατάφερε να μας χαρίσει μία αξιοπρεπή παράσταση που έρρεε ευχάριστα, με πολύ δυνατές στιγμές και ολοκληρωμένους χαρακτήρες –κυρίως γυναικείους. Η λιτή, σχεδόν συμβατική, σκηνοθετική του γραμμή έδωσε πρωταγωνιστικό ρόλο στο λόγο του κειμένου, γεγονός που βοήθησε πολύ στην εξέλιξη της πλοκής, δημιούργησε όμως μία ψυχρή ατμόσφαιρα που «απαγόρευε» οποιαδήποτε ταύτιση με τους ήρωες και την εποχή της «παλιάς» Ελλάδας. Έξυπνα και ενδιαφέροντα κάποια από τα σκηνοθετικά του τεχνάσματα, με προεξέχον αυτό του φωνητικού «ντουμπλαρίσματος» των ηθοποιών που υποδύονταν τον ίδιο χαρακτήρα σε διαφορετικές ηλικίες.
Μας ξένισαν τα μίνιμαλ σκηνικά της Έλλης Παπαγεωργακοπούλου, καθώς δεν έδωσαν ένα χαρακτηριστικό στίγμα στην παράσταση ούτε κατόρθωσαν να δημιουργήσουν τη ζεστή και γραφική ατμόσφαιρα που απαιτούσε το έργο. Τουναντίον το υπερβολικά λευκό φόντο και το διαρκές στριφογύρισμα του σκηνικού μας κούρασε.

Οι σπαρακτικές ερμηνείες των δύο κεντρικών πρωταγωνιστριών, της Φιλαρέτης Κομνηνού και της Νένας Μεντή, απογείωσαν την παράσταση.

Η Φιλαρέτη Κομνηνού ήταν μία υποκριτική έκπληξη για εμάς, παρόλο που την έχουμε ξαναθαυμάσει σε προηγούμενες δουλειές της. Φυσική ως Νίνα, άνετη, γεμάτη χάρη και μπρίο έδωσε στον εύθραυστο και ανασφαλή χαρακτήρα της ηρωίδας έναν ξεχωριστό δυναμισμό και μία μοναδική ευαισθησία.
Η Νένα Μεντή στο ρόλο της Εκάβης ήταν επίσης συγκλονιστική. Παρόλο που μας θύμισε την ερμηνεία της ως Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, γεγονός λογικό αφού υποδύονταν μία επίσης «παλιά» Ελληνίδα γυναίκα με παρόμοια βιώματα, μας καθήλωσε με την ισχυρή και απέθαντη γυναικεία της κράση, το πείσμα και την αλλόκοτη παραξενιά της.

Συμπαθητική και χωρίς εκπλήξεις η Μαρία Ζορμπά στο ρόλο της Μαρίας, της κόρης-μπούφου της Νίνας, αδύναμη και σχεδόν καρικατούρα η Τάνια Τρύπη στο ρόλο της Ελένης, της κόρης της Εκάβης.

Εξαιρετικά αδύναμους ερμηνευτικά βρήκαμε τους περισσότερους ανδρικούς χαρακτήρες. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε τι ήταν αυτό που οδήγησε τον Φασουλή να δώσει στον Θεοχάρη Ιωαννίδη κάποιους από τους βασικούς ρόλους του έργου, αφού η ερμηνεία του μπορεί να χαρακτηριστεί από αδιάφορη έως τραγελαφική.

Φωτεινές εξαιρέσεις στους άνδρες ο πολύ καλός Γιάννης Νταλιάνης στο ρόλο του Αντώνη- δεύτερου συζύγου της Νίνας και ο Γιάννης Στάνκογλου που ήταν ο καταλληλότερος στο ρόλο του παραστρατημένου και περιθωριακού Δημήτρη, του γιου της Εκάβης. Άνδρας παλαιάς κοπής με καθαρόαιμη μαγκιά, σκληρός, τραχύς, ωμός, αλλά και αφελής, παρορμητικός και αυτοκαταστροφικός.

Τα όποια αρνητικά της παράστασης υπερκέρασε το απογειωτικό και έντονα φορτισμένο φινάλε που ένωσε τις ζωές όλων των ηρώων και τους λύτρωσε με μία αιματοβαμμένη κάθαρση.

Γεωργία Οικονόμου, Κική Παπαδοπούλου