Γιατί δίνουμε στα παιδιά το όνομα των γονιών μας;

25.06.2015
Πόσο μάς επηρεάζει η «ψυχολογική κληρονομιά» και πώς αντανακλάται στην καθημερινότητά μας; Ο διάσημος παιδοψυχίατρος-ψυχαναλυτής Ρ. Βenghozi μάς το εξηγεί σε μια αποκαλυπτική συνέντευξη στο περιοδικό «αρμονία».

Τελικά, είμαστε δέσμιοι της οικογενειακής μας ιστορίας και κληρονομιάς; Ή, μήπως, μπορούμε να την τροποποιήσουμε προς το συμφέρον μας; Η συζήτηση με τον dr Pierre Benghozi, παιδοψυχίατρο-ψυχαναλυτή ζεύγους - οικογένειας και ομάδων και συντονιστή του Psychoanalytic Couple and Family Therapy Section της European Federation for Psychoanalytic Psychotherapy in the Public Sector (EFPP), ήταν άκρως αποκαλυπτική.

Τι είναι αυτό που ονομάζουμε «ψυχολογική κληρονομιά»; Πώς εξηγείται;

Για να το εξηγήσω, συνηθίζω να χρησιμοποιώ ως παράδειγμα το δίχτυ: Είναι φτιαγμένο από θηλιές και κόμπους, που εξασφαλίζουν μια λειτουργία του «ψυχικού περιέχοντος», δίνοντας την αίσθηση του δεσμού, της σχέσης που υφαίνεται: από τη μια, διασχίζοντας τις γενιές, διαγενεαλογικά, από τον πατέρα στο γιο κ.λπ, κι από την άλλη, από τις κοινωνικές διασυνδέσεις μας, το γεγονός ότι κάποιος ανήκει σε μια κοινωνική ομάδα. Αυτές οι δυο μεταβλητές, λοιπόν, φτιάχνουν το δίχτυ στο οποίο περικλείεται το ψυχικό μας περιεχόμενο. Η ψυχική μας «μηχανή», όμως, έχει την ικανότητα να δέχεται τα στοιχεία και να τα μετατρέπει, είναι μια δυναμική διαδικασία. Η συνεχής παρουσία προβλημάτων στη ζωή δείχνει ότι αυτή η διαδικασία έχει δυσκολίες να λειτουργήσει θετικά και δημιουργικά.

Κληρονομούμε μόνο τα ατομικά μας χαρακτηριστικά ή μήπως υπάρχει και μια ασυνείδητη αναπαραγωγή μη εκφρασμένων ζητημάτων μεταξύ των γενεών;

Αυτό που μεταδίδεται διαγενεαλογικά είναι μια ασυνείδητη και μια συνειδητή κληρονομιά: τα ατομικά χαρακτηριστικά από τη γιαγιά, τον παππού κ.λπ. και μια «διαθήκη», θα λέγαμε, που μεταδίδεται ως κουλτούρα της οικογένειας. Η μετάδοση αυτής της κουλτούρας διατρέχει τις γενιές: είτε ως υλικό που έχει αφομοιωθεί και το έχουμε προσαρμόσει στη ζωή μας είτε ως ασυνείδητες ψυχικές καταστάσεις, συχνά μη ειπωμένες, ανομολόγητες. Αυτές οι «σκιές» γλιστράνε ανάμεσα στις γενιές, διατρέχουν τις ζωές μας, χωρίς να έχουν καταφέρει να μεταβολιστούν, να μετατραπούν, να ονοματιστούν. Είναι ένα «άγνωστο» ψυχικό υλικό που εγγράφεται στην κληρονομιά και δεν μπορεί να έρθει στο μυαλό ως σκέψη ή εξήγηση «γιατί το παθαίνω ή γιατί το κάνω αυτό;». Μεταφράζεται με την έννοια του μυστικού και αναπαράγει, μεταξύ άλλων, και την έννοια της ντροπής.

Εννοείτε αίσθημα ντροπής εξαιτίας της απώθησης ή της απόκρυψης μυστικών; Πώς κληρονομείται η αίσθηση της ντροπής;

Ερευνώ εδώ και είκοσι χρόνια την ασυνείδητη μετάδοση της ντροπής στο πλαίσιο των οικογενειακών δεσμών και πώς αυτή βρίσκεται μέσα μας ως κληρονομιά. Πώς εκδηλώνεται, με ποια συμπτώματα και ποιες συμπεριφορές, ιδιαίτερα στην εφηβεία, που είναι μια εξαιρετικά ευαίσθητη ηλικία, όπου αποκρυσταλλώνονται ψυχικά ζητήματα και ξυπνούν ασυνείδητα φαντάσματα, τα οποία επιζητούν τακτοποίηση. Σε πολλές οικογένειες υπάρχουν μυστικά αστυνομικού τύπου: όλοι ξέρουν ότι κάτι υπάρχει, αλλά ξέρουν ότι δεν πρέπει να το αγγίξουν. Αυτό είναι στο συνειδητό επίπεδο. Υπάρχουν όμως και μυστικά που είναι πραγματικά μυστικά! Δεν ξέρουμε ότι κουβαλάμε ένα μυστικό, αυτό όμως μεταδίδεται με ασυνείδητα ίχνη. Πολλοί αισθάνονται ότι υπάρχει κάτι μέσα τους που όμως είναι και σαν να είναι έξω από αυτούς! Σαν να είναι εγγαστρίμυθοι! Η εκδήλωση συμπεριφορών όπως η κατάθλιψη, η εξάρτηση από ουσίες ή αλκοόλ εγγράφεται σε τέτοιες ασυνείδητες οικογενειακές αναμεταδόσεις.

Το βαφτιστικό όνομα που μας δίνουν και δίνουμε με τη σειρά μας στα παιδιά πόσο μας βαραίνει ως «κληρονομιά»;

Το μικρό μας όνομα είναι αυτό που μας κάνει ξεχωριστούς μέσα στη φυλή της οικογένειας και, ταυτόχρονα, είναι η συμβολική μετάδοση της κληρονομιάς της. Τις περισσότερες φορές μέσω του ονόματος οι γονείς προβάλλουν στο παιδί τις φαντασιώσεις και τις επιθυμίες τους. Μοιάζει με μοίρα κατά κάποιον τρόπο. Τώρα τι θα την κάνει το παιδί αυτή τη μοίρα είναι άλλο θέμα, παραμένει όμως μια σημαντική παράμετρος της διαγενεαλογικής μεταβίβασης, ένας πυρήνας που συνδέει γονείς και παιδί.

Μια κριτική ένσταση είναι ότι όλα όσα μας διαμορφώνουν είναι καταγεγραμμένα ήδη στο γενετικό μας βιβλίο. Είναι, άραγε, τα πάντα βιολογικά προκαθορισμένα ή υπάρχουν πράγματα που μπορούμε να αλλάξουμε;

Είναι προφανές ότι δεν έχουμε μια ψυχή έξω από το σώμα μας ή το αντίθετο. Είμαστε όλοι βιο-ψυχο-κοινωνικο-σωματικά όντα. Οι διαθέσεις μας, οι αγωνίες μας, οι φόβοι μας διυλίζονται και εκφράζονται μέσα από τη σωματική μας διάσταση. Δεν πρέπει, όμως, να μπερδεύουμε την κληρονομιά που μεταδίδεται με βιολογικούς όρους με εκείνη που μεταδίδεται με ψυχικές διεργασίες. Δείτε, για παράδειγμα, πόσο διαφορετικά μπορεί να είναι δυο παιδιά της ίδιας οικογένειας. Μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι κάθε παιδί έχει το δικό του βιβλίο DNA, που του δίνει τα μπλε ή τα μαύρα μάτια, τα στοιχεία του χαρακτήρα του κ.λπ. Όλα λοιπόν εξαρτώνται από τη βιολογία; Δεν αρνούμαι τον πολύ σημαντικό ρόλο που παίζει ο βιολογικός παράγοντας στην ανάπτυξή μας, υπάρχει όμως η μετάδοση του ψυχικού υλικού, που είναι σαν το λευκό φως που διασχίζει ένα πρίσμα. Αυτή η διάθλαση μας δίνει τα άλλα χρώματα, και κάθε παιδί κληρονομεί ένα από αυτά, όχι όλα. Το αναμορφώνει, το επεξεργάζεται, το μετασχηματίζει ανάλογα με το δικό του ψυχικό όργανο, κι αυτή η μετάδοση είναι ψυχικού τύπου, που συμπληρώνει εκείνη του βιολογικού.

Ακούμε ιστορίες για «καταραμένες» οικογένειες: από τον αρχαίο ελληνικό μύθο με τον Οιδίποδα και τους Ατρείδες ως τη σύγχρονη εποχή με τους Κένεντι. Σε τι συνίσταται αυτή η «κατάρα» που διατρέχει μια οικογένεια;

Είναι ένα το ερώτημα. Στον Οιδίποδα, π.χ., όπως τον ερμήνευσε ο Φρόιντ, πρόκειται για την τιμωρία που έρχεται ως αποτέλεσμα της ενοχής για την αιμομιξία. Μπορούμε να «ξαναδούμε» το κείμενο διαμέσου της γενεαλογικής κληροδότησης του αιμομικτικού και της ντροπής που ασυνείδητα μεταβιβάζεται μαζί του. Δεν θα καταλαβαίναμε τη μοίρα των απογόνων του, αν δεν βλέπαμε ότι αυτή η μοίρα είναι η εξέλιξη ενός σεναρίου διαγενεαλογικής μεταβίβασης της ντροπής που δεν καταναλώθηκε και δεν μετασχηματίστηκε. Αναφέρατε τους Κένεντι. Πρέπει να σημειώσουμε, όμως, ότι καμία «κατάρα» δεν ξεκινά από τον πατέρα για να συνεχίσει στο γιο. Πάει πιο βαθιά μέσα στην οικογενειακή ιστορία, είναι εγγεγραμμένη στην κληρονομική μετάδοση. Και προφανώς πρόκειται για μια δυσλειτουργία που άπτεται του ανομολόγητου και εκείνου που δεν έχει γίνει δυνατόν να επεξεργαστεί.

Ποιες είναι οι ενδείξεις ότι το σενάριο της ζωής επαναλαμβάνεται; Πώς μπορεί να το καταλάβει κανείς και να το αλλάξει;

Καθένας μπορεί να νιώσει ότι τη ζωή του τη στοιχειώνουν φαντάσματα από το παρελθόν. Είναι εμφανές στις επιλογές της ζωής μας, στη δουλειά που διαλέξαμε, στον άνθρωπο με τον οποίο αποφασίσαμε να ζήσουμε μαζί, να κάνουμε οικογένεια, στις επιτυχίες και στις αποτυχίες μας. Φυσικά, πρέπει να αναλογιστούμε και να αναλάβουμε το μερίδιο της ευθύνης που μας αναλογεί, ότι δεν φταίνε πάντα μόνο οι άλλοι. Από τη στιγμή αυτής της αποδοχής αρχίζει μια δημιουργική φάση. Η οποία όμως ποτέ δεν ανθίζει μέσα στην άρνηση της πραγματικότητας, δηλαδή στο να αρνηθείς τις ρίζες σου. Η αυτοπραγμάτωση δεν γίνεται μέσα στην άρνηση. Το σημαντικό είναι να μπορέσεις να συνθέσεις δημιουργικά και να εξελίσσεις την κληρονομιά της οικογένειας με τα νέα δεδομένα του περιβάλλοντός σου, ψυχικού και υλικού. Και να πας πιο κάτω, σε μια πραγματικότητα που σε εκφράζει και σε βοηθά να ζεις καλύτερα. Ας κάνουμε την ψυχική κληρονομιά της οικογένειας αφορμή για δημιουργία!

Σε τι μπορεί να μας βοηθήσει προσωπικά και κοινωνικά η ανακάλυψη και η διαχείριση της οικογενειακής μετάδοσης;

Είναι πλέον περισσότερο από προφανές το πώς οι προσωπικές ιστορίες εμπλέκονται με τα κοινωνικά φαινόμενα και γεγονότα, όπως η βία των νέων, οι συμμορίες. Ας πούμε κάτι τετριμμένο: τι θα γίνει αργότερα ένα παιδί που δεν μπορεί να αποχωριστεί το κρεβάτι της μητέρας του; Βλέπετε πως αυτές οι πολύ μπανάλ ιστορίες της οικογενειακής κατάστασης αντηχούν στη ζωή του αυριανού ενηλίκου και πολίτη. Στα σημερινά κοινωνικά πλαίσια, που δοκιμάζονται από την κρίση σε πολλαπλά επίπεδα, είναι σημαντικό να σκεφτούμε τι είναι πιο αποτελεσματικό: να συμπεριφερθούμε με τη μέθοδο του κουκουλώματος, δίνοντας δηλαδή στον άρρωστο ένα χάπι, ή να είμαστε ανοιχτοί, να ακούμε τις διαδικασίες που σηματοδοτούν αλλαγές και να τους δίνουμε ένα νόημα; Κάποιες αλλαγές μπορεί να μοιάζουν χαοτικές, αποτελούν όμως και πηγή έμπνευσης και δημιουργίας.

AΠΟ ΤΗΝ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΓΓΑΝΑ, ΨΥΧΟΛΟΓΟ-ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΥΤΡΙΑ

Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό Αρμονία, τεύχος 125

Επικαιροποίηση: Ιούνιος 2015.