Από τον ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΥΡΙΔΗ
Είναι ο άνθρωπος που έζησε και γνωρίζει πράγματα και καταστάσεις από τη ζωή του Δημήτρη Παπαμιχαήλ όπως κανείς άλλος. Σήμερα ο επί 28 ολόκληρα χρόνια καλύτερός του φίλος σχεδόν αδερφός του, ο πιο έμπιστος και ο «άνθρωπος που του έκλεισε τα μάτια», ο Μιχάλης Βάλσαμος, λίγες μέρες πριν από την κατά μέτωπο δικαστική σύγκρουση της Νάντιας Μουρούζη και των νόμιμων κληρονόμων του αξέχαστου ηθοποιού μας μιλάει αποκλειστικά στο ΛΟΙΠΟΝ για εκείνον και ρίχνει φως σε άγνωστες πτυχές της ζωής του.
Πώς γνωριστήκατε με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ;
«Πριν από 28 χρόνια ο Δημήτρης κατά τη διάρκεια παραστάσεών του στην Επίδαυρο ήρθε και γνώρισε την Ερμιόνη και τον οικισμό Πόρτο δρα και μαγεύτηκε από την ομορφιά της περιοχής από την πρώτη στιγμή. Έτσι, αγόρασε ένα σπίτι γρήγορα. Εγώ κάνω μέχρι και σήμερα οικοδομικές εργασίες στον οικισμό. Του είχε χαλάσει λοιπόν μια πέργκολα κάποια στιγμή, με φώναξε, πήγα, τη διόρθωσα και από την πρώτη στιγμή δεθήκαμε σαν πραγματικοί φίλοι. Φίλοι με το πραγματικό νόημα της φιλίας μέχρι το τέλος. Ήμουν και ο άνθρωπος που σχεδόν του έκλεισα και τα μάτια όταν έφυγε».
Νιώθουμε τη συγκίνηση του ανθρώπου που τον έζησε τόσα χρόνια από τόσο κοντά. «Είμαι πολύ τυχερός που τον γνώρισα», λέει σήμερα και συνεχίζει: «Τον γνώρισα όταν ήταν παντρεμένος με την κ. Νανά Ιλικρινή. Εν συνεχεία ο Δημήτρης χώρισε, ήταν με την κ. Χειμώνα και το τέλος του το πέρασε με την αγαπημένη του σύντροφο και αγαπημένη μου φίλη Νάντια Μουρούζη, με την οποία μιλάω μέχρι και σήμερα».
Τα μεγάλα παράπονα
Κάθε φορά που ο Παπαμιχαήλ πήγαινε στην Ερμιόνη ο 62χρονος σήμερα Μιχάλης Βάλσαμος ήταν ο πρώτος άνθρωπος που έπαιρνε τηλέφωνο. «Περάσαμε πολύ δυνατές στιγμές με τον Δημήτρη. Και πιο πολύ την τελευταία πενταετία της ζωής του, που αντιμετώπιζε και τα προβλήματα υγείας και ήταν πιο συγκινητικά τα πράγματα. Έφυγε με τρεις ανεκπλήρωτες επιθυμίες. Τρία παράπονα που τον βασάνιζαν».
Τι παράπονα είχε;
«Μένω σε ένα παραθαλάσσιο μέρος της Ερμιόνης, που απέναντι από το σπίτι μου είχε μια οικοδομή που δεν είχε ολοκληρωθεί. Ήθελε να την αγοράσει για να είμαστε πιο κοντά και να φύγει μια για πάντα από την Αθήνα. Αλλά υπήρχε συγκεκριμένος λόγος που ήθελε να φύγει από την Αθήνα. Δυστυχώς, δεν πρόλαβε Η δεύτερη επιθυμία του ήταν να πειστεί ο δήμαρχος Ερμιόνης να φτιάξουμε μια θεατρική ομάδα. Και η τρίτη, επειδή και εγώ είμαι από την Κεφαλλονιά και τότε, καλοκαίρι του 2004, γυριζόταν το Μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι, είχαμε πει το Σεπτέμβριο να πηγαίναμε να δούμε τα σκηνικά και τους τόπους των γυρισμάτων, αλλά δεν πρόλαβε, γιατί έφυγε στις 8 Αυγούστου. Δεν τον τίμησε η πολιτεία όπως έπρεπε και το σημαντικότερο, το οποίο θα λέω μέχρι να πεθάνω, είναι ότι μου έλεγε ότι τον είχαν ξεχάσει οι πάντες».
Εννοείτε και την οικογένειά του;
«Δεν θέλω να μπω σε λεπτομέρειες και διαμάχες αυτή τη στιγμή με κανέναν. Όμως, όταν λέω ότι τον είχαν ξεχάσει οι πάντες, το εννοώ. Ειδικά την τελευταία πενταετία εγώ τον πήγαινα για μπάνιο, που το είχε ανάγκη για την υγεία του. Τότε είχε πρόβλημα με τα πόδια του και είχε κάνει κάποια εγχείρηση».
Ερχόταν κανείς άλλος να τον δει στην Ερμιόνη, ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα που αντιμετώπιζε τα προβλήματα υγείας;
«Απολύτως κανείς. Αδέρφια μου, έλεγε σε μένα και στη γυναίκα μου, είστε μονάχα εσείς. Και γι αυτό δεν είναι τυχαίο που ήθελε να μείνει στην Ερμιόνη μόνιμα. Σιχάθηκε τον κόσμο γιατί σύντομα κατάλαβε ότι όσοι τον πλησίαζαν το έκαναν για το χρήμα και για να ανέβουν. Με έπαιρνε πολλές φορές τέσσερις τα ξημερώματα και έκλαιγε Ήταν πολλές φορές στεναχωρημένος από τη μοναξιά και την απομόνωση που του φύλαγαν μερικοί».
Θα προσβάλει ο Γιάννης τη διαθήκη του πατέρα του;
«Ήθελε να αλλάξει ο Δημήτρης τη διαθήκη και αυτά που έγραφε για το γιο του»!
Μοιραία φτάνουμε στο θέμα της αποκλήρωσης του γιου του Γιάννη και της δικαστικής διαμάχης της Νάντιας Μουρούζη κατά των νόμιμων κληρονόμων του. Σήμερα η Νάντια δηλώνει μέσω της δικηγόρου της ότι θα ήθελε να εξασφαλιστεί ο γιος του Δημήτρη, ενώ η ίδια δεν διεκδικεί τίποτε παραπέρα από τα προσωπικά αντικείμενά της, για τα οποία έγιναν ασφαλιστικά μέτρα. Πληροφορίες του ΛΟΙΠΟΝ λένε ότι σύντομα ο Γιάννης θα προχωρήσει σε προσβολή της διαθήκης μέσω του δικηγόρου του.
Αυτό που έγραψε στη διαθήκη του για το γιο του οφείλεται εν μέρει στο παράπονό του αυτό;
«Δεν γνωρίζω, αλήθεια. Αυτό που ξέρω όμως και για πρώτη φορά το λέω είναι ότι είχε την πρόθεση να αλλάξει τη διαθήκη και όσα έγραφε σε αυτήν για τον Γιάννη. Πριν γίνει το κακό και φύγει μου είχε πει, επειδή και εγώ είμαι πατέρας και ο πιο καλός του φίλος, ότι ήθελε να μιλήσουμε μαζί γι αυτό το θέμα. Να πούμε κάτι πολύ σοβαρό. Πιστεύω λοιπόν ότι θα την άλλαζε. Γι αυτό άλλωστε έκανε και δεύτερη διαθήκη χωρίς αναφορές στο γιο του. Πιστεύω ότι ήθελε και ήταν έτοιμος να κάνει τρίτη διαθήκη. Ήταν ένα πείσμα της στιγμής. Ένας θυμός της στιγμής ήταν αυτά που έγραψε για τον Γιάννη. Ο Δημήτρης, άλλωστε, ήταν απόλυτος στις απόψεις του. Την επομένη το πρωί, όμως, το μετάνιωνε. Είχε καρδιά μικρού παιδιού».
Σήμερα οι νόμιμοι κληρονόμοι και η Νάντια βρίσκονται στα δικαστήρια
«Δεν θέλω να πάρω θέση με τη μία ή την άλλη πλευρά. Εγώ λέω καλύτερα να τα βρούνε, να σταματήσει όλη αυτή η κακή και αρνητική δημοσιότητα, γιατί έτσι διασύρεται και προσβάλλεται η μνήμη του Δημήτρη. Ας τον αφήσουν αναπαυμένο και να θυμόμαστε μόνο τα καλά».
Επισκέπτεται κανείς σήμερα το σπίτι του Δημήτρη στην Ερμιόνη;
«Όχι, κανείς. Τα κλειδιά τα κρατάω εγώ. Ίσως να πουληθεί, αφού, σύμφωνα με τη διαθήκη, έχει περάσει στους κληρονόμους Ούτε η Νάντια έχει έρθει στο σπίτι. Δεν μπορεί. Μου λέει ότι της είναι αδύνατον με όλες αυτές τις αναμνήσεις».
Επιστρέφουμε στις τελευταίες στιγμές και με δάκρυα στα μάτια μου λέει:
«Την Κυριακή που έφυγε, στις 9.30 το πρωί έκανε μπάνιο στο ντους και μου είπε: Έλα, ρε Βάλσαμε, μέσα να πούμε καμιά κουβέντα. Του είπα ότι θα επέστρεφα, γιατί είχα και κάτι δουλειές να κάνω. Πήγε η ώρα 13.15 όταν τελείωσα και είπα να μην τους ενοχλήσω, γιατί ίσως να κοιμούνταν. Αν πήγαινα, ίσως να προλάβαινα και κάτι Με πήρε 13.20 τηλέφωνο η Νάντια και μου είπε: Τρέξε, γιατί ο Δημήτρης κάτι έπαθε. Έτρεξα, αλλά, δυστυχώς, δεν μπορούσα να τον συνεφέρω».
Σήμερα ο Μιχάλης Βάλσαμος έχει φτιάξει ένα τραγούδι για εκείνον και μου ζητάει να κλείσουμε με ένα στίχο από αυτό: «Το πνεύμα σου αθάνατο, η τέχνη σου αιώνια, ως καλλιτέχνης πάλεψες σε μαρμαρένια αλώνια»