FYI

Τεχνητά vs φυσικά γλυκαντικά: Όλα όσα δεν γνωρίζετε

10.05.2018
Τεχνητά vs φυσικά γλυκαντικά: Όλα όσα δεν γνωρίζετε
Ένα άρθρο που συντάχθηκε από τη Marina Chaparro, RD, CDE, MPH, και δημοσιεύτηκε στο Harvard Health, του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, φέρει τον απροσδόκητο τίτλο «Μήπως να ξαναγυρίσουμε στη ζάχαρη;».

Το σκεπτικό της μελέτης αυτής στηρίζεται στον πολύ απλό συλλογισμό «καλύτερα κάτι φυσικό και πιο παχυντικό, παρά τεχνητές ύλες». Είναι, όμως, έτσι ακριβώς τα πράγματα;

Το παράδοξο συμπέρασμα του επιστημονικού αυτού πονήματος βασίζεται σε κάποια απρόσμενα στατιστικά στοιχεία, τα οποία δείχνουν -μεταξύ άλλων- ότι τα τεχνητά γλυκαντικά… παχαίνουν, παρότι δεν έχουν θερμίδες!

Προσφέροντας γλυκύτητα χωρίς θερμίδες, τα τεχνητά γλυκαντικά θεωρούνται η απάντηση στην προσπάθεια για αποτελεσματική απώλεια βάρους. Το μέσο αναψυκτικό με ζάχαρη, για παράδειγμα, παρέχει περίπου 150 θερμίδες, ενώ ένα με τεχνητά γλυκαντικά ούτε μία θερμίδα. Άρα, τα στατιστικά στοιχεία μοιάζουν εντελώς παράλογα!

Η Αμερικανική Ένωση για τον Καρκίνο (AHA) και η Αμερικανική Ένωση Διαβήτη (ADA) ερεύνησαν πολύ προσεκτικά τη χρήση τεχνητών γλυκαντικών σε ό,τι αφορά την καταπολέμηση της παχυσαρκίας, του μεταβολικού συνδρόμου, του διαβήτη και όλων των παραγόντων κινδύνου για καρδιακές παθήσεις. Τα αποτελέσματα της έρευνας ήταν μάλλον αντιφατικά...

Κι όμως, τα τεχνητά γλυκαντικά παχαίνουν!

«Η μείωση των θερμίδων θα μπορούσε να σας βοηθήσει να επιτύχετε και να διατηρήσετε ένα υγιές σωματικό βάρος, μειώνοντας, έτσι, τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων και διαβήτη», δήλωσε ο δρ Christopher Gardner, αναπληρωτής καθηγητής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ της Καλιφόρνιας, σε ένα δελτίο Τύπου.
Ο FDA (Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ) έχει εγκρίνει πέντε τεχνητά γλυκαντικά: σακχαρίνη, ακεσουλφάμη, ασπαρτάμη, νεοτάμη και σουκραλόζη. Όμως, ο τρόπος με τον οποίο το ανθρώπινο σώμα και ο εγκέφαλος απαντούν σε αυτά τα γλυκαντικά είναι πολύ περίπλοκος!
«Ανησυχούμε επειδή οι άνθρωποι που χρησιμοποιούν τεχνητά γλυκαντικά μπορεί να αντικαταστήσουν την απώλεια θερμίδων με άλλες πηγές, πιθανώς αντισταθμίζοντας την απώλεια βάρους ή τα οφέλη για την υγεία», εξηγεί ο δρ Ludwig. «Με άλλα λόγια, μπορεί να ξεγελαστούν και να σκεφτούν ότι, αφού πίνουν ένα λάιτ αναψυκτικό, είναι σε θέση να φάνε άνετα ένα γλυκό». «Είναι επίσης πιθανό αυτά τα προϊόντα να αλλάζουν τον τρόπο που δοκιμάζουμε τα τρόφιμα. Τα μη θρεπτικά γλυκαντικά είναι πολύ πιο ισχυρά από τη ζάχαρη. Μια ελάχιστη ποσότητα παράγει γλυκιά γεύση συγκρίσιμη με εκείνη της ζάχαρης, χωρίς τις ανάλογες θερμίδες. Η υπερδιέγερση των υποδοχέων ζάχαρης από τη συχνή χρήση αυτών των υπερέντονων γλυκαντικών μπορεί να περιορίσει την ανοχή σε πιο σύνθετες γεύσεις», συμπληρώνει ο δρ. Ludwig. «Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι που χρησιμοποιούν τακτικά τεχνητά γλυκαντικά μπορεί να αρχίσουν να βρίσκουν λιγότερο γευστικά άλλα γλυκά τρόφιμα, όπως τα φρούτα, και λιγότερο ελκυστικά τα ωμά ​​τρόφιμα, όπως τα λαχανικά».

Με άλλα λόγια, η τακτική χρήση τεχνητών γλυκαντικών ουσιών μπορεί να μας οδηγήσει να αποφεύγουμε υγιή, εξαιρετικά θρεπτικά τρόφιμα και να καταναλώνουμε περισσότερα τεχνητά, αρωματισμένα είδη με μικρότερη θρεπτική αξία. Επίσης, τα τεχνητά γλυκαντικά μπορεί να έχουν άλλη μία «παρενέργεια»: Οι έρευνες δείχνουν ότι μπορεί να μας εμποδίσουν να συσχετίσουμε τη γλυκύτητα με τη θερμιδική πρόσληψη. Ως αποτέλεσμα αυτού, ίσως να χρειαζόμαστε περισσότερα γλυκά και να παίρνουμε βάρος. Οι συμμετέχοντες σε μια μελέτη του Σαν Αντόνιο οι οποίοι έπιναν περισσότερα από 21 αναψυκτικά με μηδέν θερμίδες την εβδομάδα ήταν δύο φορές πιο πιθανό να γίνουν υπέρβαροι ή παχύσαρκοι!

Τα τεχνητά γλυκαντικά είναι ασφαλή;

Μελέτες σε ζώα υποδεικνύουν ότι τα τεχνητά γλυκαντικά μπορεί να είναι εθιστικά. Σε έρευνες που έγιναν σε αρουραίους που εκτέθηκαν στην κοκαΐνη στη συνέχεια δόθηκε η επιλογή μεταξύ ενδοφλέβιας κοκαΐνης ή σακχαρίνης από το στόμα. Οι περισσότεροι αρουραίοι επέλεξαν τη σακχαρίνη!
Το εάν τα μη θρεπτικά γλυκαντικά είναι ασφαλή εξαρτάται από τον ορισμό του «ασφαλούς». Οι περισσότερες έρευνες που οδήγησαν στην έγκριση των τεχνητών γλυκαντικών από τον FDA έχουν αποκλείσει τον κίνδυνο για καρκίνο. Ωστόσο, αυτές οι μελέτες έγιναν χρησιμοποιώντας πολύ μικρότερες ποσότητες τέτοιων υλών απ’ όσες καταναλώνονται από πολλούς ανθρώπους καθημερινά. Δεν γνωρίζουμε πραγματικά ποια είναι η επίδραση μεγάλων ποσοτήτων αυτών των χημικών ουσιών για μακρύ χρονικό διάστημα. Χρειάζεται, λοιπόν, να υπάρχει ένα μέτρο.

Επιπλέον, υπάρχουν κι άλλα προβλήματα υγείας εκτός από τον καρκίνο. Από μια Πολυεθνική Μελέτη για την Αθηροσκλήρωση προέκυψε ότι η καθημερινή κατανάλωση αναψυκτικών χωρίς θερμίδες συσχετίστηκε με 36% μεγαλύτερο κίνδυνο για μεταβολικό σύνδρομο και με 67% αυξημένο κίνδυνο για διαβήτη τύπου 2.

Βέβαια, τα τρόφιμα που περιέχουν σάκχαρα στη φυσική τους μορφή, όπως τα φρούτα, για παράδειγμα, τείνουν να είναι πολύ θρεπτικά, με υψηλή περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες και με χαμηλό γλυκαιμικό φορτίο. Από την άλλη, η ραφιναρισμένη, συμπυκνωμένη ζάχαρη που καταναλώνεται σε μεγάλες ποσότητες αυξάνει γρήγορα τα επίπεδα γλυκόζης και ινσουλίνης στο αίμα, τα τριγλυκερίδια, τους φλεγμονώδεις μεσολαβητές και τις ρίζες οξυγόνου και, ταυτόχρονα, τον κίνδυνο για διαβήτη, καρδιαγγειακές παθήσεις και άλλες χρόνιες ασθένειες.

Υπάρχουν άλλες λύσεις;

Το άρθρο του Χάρβαρντ καταλήγει με κωμικό τρόπο στον επίλογο «νομίζω ότι θα προτιμήσω ένα ποτήρι νερό και ένα μήλο»! Βέβαια, η ίδια η συντάκτρια της ανάλυσης αυτής χαριτολογεί γνωρίζοντας ότι αυτό είναι μάλλον αδύνατον, εφόσον τα γλυκά και τα αναψυκτικά έχουν γίνει αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητάς μας.

Άλλωστε, υπάρχουν άλλες, πολύ καλές λύσεις, όπως τα φυσικά γλυκαντικά. Το πιο γνωστό είναι η στέβια, ένα φυσικό, εξαιρετικά γλυκό προϊόν, που δεν περιέχει θερμίδες και, αν καταναλώνεται σε λογικά επίπεδα, φαίνεται ότι δεν έχει αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία. Τα περισσότερα, όμως, προϊόντα στην αγορά περιέχουν και τεχνητά γλυκαντικά μαζί με τη στέβια, γι’ αυτό πρέπει να διαβάζετε προσεκτικά τις ετικέτες. Μπορείτε να βρείτε, ωστόσο, προϊόντα με στέβια τα οποία τη συνοδεύουν με άλλα φυσικά γλυκαντικά. Μάλιστα, μία ελληνική εταιρεία, η λουξ, πρωτοπορεί σε αυτήν την κατεύθυνση. Είναι μία από τις ελάχιστες εταιρείες διεθνώς -αν όχι η μόνη!- που δημιούργησε μία νέα γενιά αναψυκτικών αποκλειστικά με φυσικά γλυκαντικά, την οποία ονόμασε «λουξ plus ‘n light». Θέλοντας να αποκλείσει πλήρως τα τεχνητά γλυκαντικά, συμπλήρωσε τη στέβια με σάκχαρα φρούτων και φρουκτόζη, τα οποία ο ανθρώπινος οργανισμός μπορεί να διαχειριστεί πολύ καλύτερα. Τα αναψυκτικά λουξ (πορτοκαλάδα, λεμονάδα) περιέχουν χυμό από 100% ελληνικά πορτοκάλια και λεμόνια από την Αργολίδα, 100% φυσικά γλυκαντικά, 60% λιγότερες θερμίδες, βιταμίνη C, ενώ δεν έχουν χρωστικές ουσίες. Επίσης, η λουξ cola plus ‘n light δεν εμπεριέχει φωσφορικό οξύ, ενώ γευστικά όλα τα είδη της ελληνικής αυτής εταιρείας δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από τα κλασικά αναψυκτικά - στοιχείο που σπάνια απαντάται σε άλλα αντίστοιχα προϊόντα.

Δεν χρειάζεται, λοιπόν, να καταλήξετε σε «ένα μήλο και ένα ποτήρι νερό». Το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να ψάξετε και να βρείτε το κατάλληλο προϊόν, με λίγες θερμίδες, το οποίο περιέχει μόνο φυσικές πρώτες ύλες. Και αυτό δεν είναι ακατόρθωτο…