Master of deconstruction

22.10.2009
Bernard Tschumi Από τους πρωτοπόρους αρχιτέκτονες του μεταμοντερνισμού και ένας εκ των δύο υπευθύνων για το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης.

Από τους πρωτοπόρους αρχιτέκτονες του μεταμοντερνισμού και ένας εκ των δύο υπευθύνων για το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης, ο Bernard Tschumi «αποδόμησε» τη γνώριμη εικόνα της αρχιτεκτονικής μέσα από τα πειραματικά, σουρεαλιστικά project του.

Το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης είναι πλέον γεγονός. Υλοποιήθηκε σύμφωνα με την αρχιτεκτονική μελέτη των Bernard Tschumi και Μιχάλη Φωτιάδη, η οποία επιλέχτηκε ύστερα από διεθνή διαγωνισμό που προκηρύχτηκε το 2001. Είχαν ήδη προηγηθεί τρεις άκαρποι αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί (1976, 1979 και 1989) όπου είχαν διερευνηθεί διάφορες εκδοχές για τη μορφή και τη θέση του κτιρίου. Το παλαιό Μουσείο της Ακρόπολης (χτισμένο το 1874, με μια προσθήκη του 1950) βρίσκεται διακριτικά πάνω στον Ιερό Βράχο, πίσω από τον Παρθενώνα. Λόγω, όμως, του μικρού μεγέθους του κρίθηκε ανεπαρκές τόσο για την προβολή των εκθεμάτων όσο και για την υποδοχή μεγάλου πλήθους επισκεπτών.

Το νέο μουσείο διαθέτει εκθεσιακούς χώρους εμβαδού 14.000 τ.μ. και βρίσκεται στο οικόπεδο Μακρυγιάννη, στο κέντρο μιας πυκνοδομημένης περιοχής. Η επιλογή της θέσης υπαγορεύτηκε από τη γειτνίαση με την Ακρόπολη και την άμεση οπτική επαφή με τον Παρθενώνα. Οι περιορισμοί ήταν πολλοί: στο ίδιο οικόπεδο συνυπάρχει το διατηρητέο νεοκλασικό κτίριο Weiler των παλιών στρατώνων και νοσοκομείου, ενώ κατά την εκσκαφή αποκαλύφθηκε μια αρχαία γειτονιά της Αθήνας με διαδοχικά αρχαιολογικά στρώματα που χρονολογούνται από την ύστερη Νεολιθική Εποχή (3.000 π.Χ.). Παρά τις εκτενείς απαλλοτριώσεις που πραγματοποιήθηκαν ώστε να δημιουργηθεί μια περιμετρική ζώνη πρασίνου, το νέο κτίριο, λόγω του μεγέθους του, δεν μπορεί να απομονωθεί από την οικιστική περιοχή που το περιβάλλει. Το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης έχει συμπαγή μορφή τραπεζοειδούς σχήματος και αναπτύσσεται σε τρία επίπεδα. Στο ισόγειο βρίσκονται οι χώροι υποδοχής και εξυπηρέτησης του κοινού, αμφιθέατρο, πωλητήριο, καφετέρια κτλ. Το δεύτερο επίπεδο ύψους 10 μ. λειτουργεί ως εκθεσιακός χώρος. Το τρίτο επίπεδο σχεδιάστηκε αποκλειστικά για την ανάδειξη της ζωοφόρου του Παρθενώνα καθώς και των αετωμάτων. Το σχήμα και οι διαστάσεις αυτού του ορόφου είναι ίδια με του Παρθενώνα, ενώ στρίβει ελαφρά σε σχέση με το υπόλοιπο κτίριο ώστε να έχει και τον ίδιο προσανατολισμό. Το κτίριο δείχνει να «αιωρείται» πάνω από την αρχαιολογική ανασκαφή. Ενα «δάσος» κυκλικών κιόνων από μπετόν το υπερυψώνουν σαν πιλοτή απελευθερώνοντας το κατώτερο επίπεδο του χώρου της ανασκαφής, ο οποίος επίσης θα είναι επισκέψιμος ως έκθεμα. Η αρχιτεκτονική προσέγγιση είναι μινιμαλιστική. Χρησιμοποιείται γυμνό μπετόν, μάρμαρο, χάλυβας και γυαλί. Δίνεται έμφαση στην εκτεταμένη χρήση του γυαλιού ώστε το φυσικό φως να λούζει τους εκθεσιακούς χώρους. Ετσι το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης αποκτά μια ασυνήθιστη διαφάνεια. Γυαλί υπάρχει και σε τμήματα του δαπέδου ενοποιώντας οπτικά τα επάλληλα επίπεδα του κτιρίου. Ο Tschumi σημείωσε ότι ήθελε να δημιουργήσει μια σαφή πορεία που θα ακολουθεί ο επισκέπτης, σαν αφηγηματικό ταξίδι στην ιστορία του Ιερού Βράχου. Πράγματι το νέο μουσείο, παρά το μέγεθός του, έχει απλή και κατανοητή δομή που βοηθά τον επισκέπτη να προσανατολιστεί ακολουθώντας μια σαφή πορεία ανάμεσα σε ελεύθερα, τοποθετημένα σε περίοπτη θέση αγάλματα.

Ο Bernard Tschumi, γαλλοελβετικής καταγωγής, γεννήθηκε το 1944 στη Λωζάνη της Ελβετίας. Σπούδασε αρχιτεκτονική στο Παρίσι και στη Ζυρίχη. Δίδαξε στην Architectural Association στο Λονδίνο (1970-1979), στο πανεπιστήμιο Princeton (1976-1980) καθώς και στο πανεπιστήμιο Columbia (1988-2003). Αρχικά έγινε γνωστός για το θεωρητικό του έργο. Υποστήριξε ότι δεν υπάρχει μια αυστηρά προκαθορισμένη σχέση ανάμεσα στην αρχιτεκτονική μορφή και τα γεγονότα που εκτυλίσσονται σε αυτή. Συνδύασε με πειραματικό τρόπο στοιχεία από τη θεωρία της αρχιτεκτονικής με τη μεθοδολογία του κινηματογράφου και με τεχνικές της λογοτεχνίας. Εμπνευσμένος από τα διαγράμματα και τις σημειώσεις του Ρώσου κινηματογραφιστή Σεργκέι Αϊζενστάιν, καθώς και από την τεχνική του μοντάζ δημιούργησε ένα εικαστικό, θεωρητικό project που δημοσιεύτηκε σε μορφή βιβλίου με τίτλο The Manhattan Transcripts (1981). Πρόκειται για μια αλληλουχία αποσπασματικών φωτογραφιών και αφηρημένων γεωμετρικών σχεδίων που αφηγούνται μια ιστορία φόνου, καταδίωξης και έρωτα. «Κάθε σχέση μεταξύ ενός κτιρίου και των χρηστών του είναι μια σχέση βίας καθώς συνεπάγεται την εισβολή του ανθρώπινου σώματος μέσα σε ένα δεδομένο χώρο. Πρόκειται για τη διείσδυση μιας "τάξης" μέσα σε μια άλλη "τάξη"», έγραφε σε ένα θεωρητικό του κείμενο στο βιβλίο.

Ο Bernard Tschumi με το θεωρητικό έργο του The Manhattan Transcripts διερεύνησε τη μεθοδολογία μιας νέας τάσης στην αρχιτεκτονική που ονομάστηκε «deconstruction» (αποδόμηση). Το 1983 του δόθηκε η ευκαιρία να υλοποιήσει αυτές τις θεωρητικές ιδέες στο Πάρκο της Villette στο Παρίσι καθώς κέρδισε σε διεθνή διαγωνισμό την αρχιτεκτονική ανάπλασή του. Παλαιότερα εκεί υπήρχαν σφαγεία, τα οποία κατεδαφίστηκαν και η περιοχή αναβαθμίστηκε με χώρους πρασίνου και διάφορα κτίρια πολιτιστικών και ψυχαγωγικών λειτουργιών. Ο Tschumi δημιούργησε μια σειρά εκκεντρικών κτιρίων βιομηχανικής αισθητικής με έντονους χρωματισμούς, τα οποία χαρακτηρίστηκαν ως "follies". Με αναφορές στους πρωτοπόρους του ρωσικού κονστρουκτιβισμού, ο Tschumi επιχείρησε να κεντρίσει τη φαντασία των επισκεπτών αποδομώντας γνώριμες εικόνες σε κάτι που μοιάζει με σουρεαλιστικό κολλάζ ή γιγαντιαίο παιδικό παιχνίδι. Ο Bernard Tschumi έχει σχεδιάσει πανεπιστημιακά κτίρια όπως το Lerner Hall Student Center στο πανεπιστήμιο Columbia (1999), τη Σχολή της Αρχιτεκτονικής στο Marne la Vallee στη Γαλλία (1999), το International University στο Μαϊάμι, καθώς και κτίρια γραφείων όπως τα κεντρικά γραφεία της εταιρείας Vacheron Constantin στη Γενεύη (2004).

Η αρχιτεκτονική του Νέου Μουσείου της Ακρόπολης έχει δεχτεί εγκωμιαστικά σχόλια, καθώς δεν είναι λίγοι αυτοί που το χαρακτηρίζουν ως «θαύμα της γεωμετρίας» και ως το σημαντικότερο δημόσιο κτίριο που οικοδομήθηκε στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά και αρνητικές κριτικές, με αποκορύφωμα τη διαμάχη σχετικά με την κατεδάφιση τριών διατηρητέων κτιρίων που εμποδίζουν τη θέα προς την Ακρόπολη. Ειπώθηκε ότι η μορφή του σηματοδοτεί κτίριο γραφείων ή ακόμα ότι δεν απορρέει από το πνεύμα της κλασικής αρχιτεκτονικής.

Γεγονός είναι ότι ο Παρθενώνας έχει μια ιδιαίτερη συμβολική βαρύτητα στην ιστορία της αρχιτεκτονικής αποτελώντας ένα σταθερό σημείο αναφοράς και δείγμα τελειότητας. Αναφορές στην κλασική αρχιτεκτονική του Παρθενώνα διατρέχουν και τη μοντέρνα αρχιτεκτονική, ιδιαίτερα μάλιστα στους γυάλινους ουρανοξύστες του Mies van der Rohe. Στο Νέο Μουσείο της Ακρόπολης οι αναφορές στην αρχιτεκτονική του Παρθενώνα γίνονται ως μια αφηρημένη συμβολική χειρονομία. Ο τελευταίος όροφος, «μεταγράφοντας» το περίγραμμα του Παρθενώνα, στρέφεται σε σχέση με τον κάνναβο του κτιρίου για να ευθυγραμμιστεί με το αρχαίο μνημείο στον Ιερό Βράχο. Ταυτόχρονα, όμως, αυτή η λοξή διάταξη δημιουργεί μια δυναμική ένταση στους χαμηλότερους ορόφους που είναι χαρακτηριστική του κινήματος deconstruction, παραπέμποντας στους χωρικούς μετασχηματισμούς όπως περιγράφονται στο έργο του αρχιτέκτονα The Manhattan Transcripts.