Στη συνέχεια, με βάση τη Ρώμη, ταξίδεψε στην Ευρώπη και πήρε συνεντεύξεις από τους Mies van der Rohe και Le Corbusier, οι οποίες δημοσιεύτηκαν στην πατρίδα του.
Ο ίδιος περιέγραψε την καριέρα του σαν μια σειρά από απροσδόκητες στιγμές έμπνευσης και δημιουργικότητας. Μία από αυτές ήταν το 1942, όταν αρθρογραφούσε για το περιοδικό Architectural Forum: Καθώς κοιτούσε φωτογραφίες πόλεων, συνέλαβε την ιδέα του πεζοδρομημένου εμπορικού κέντρου. Mία άλλη, το 1945, όταν δημιούργησε το Storagewall, το πρώτο αρθρωτό σύστημα αποθήκευσης, το οποίο φιλοξενήθηκε σε άρθρο του περιοδικού Life. Εκεί το είδε ο D.J. DePree, ιδρυτής της εταιρείας Herman Miller, και ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη για να συναντήσει τον Nelson και να τον πείσει να γίνει διευθυντής σχεδιασμού. Ετσι γεννήθηκαν μία μακρά και θερμή φιλία, συνεργασίες με τους σχεδιαστές Charles & Ray Eames, Isamu Noguchi, Harry Bertoia, Irving Harper και συγκλονιστικά έπιπλα, όπως ο παιχνιδιάρικος καναπές Marshmallow (1957 - ΄61). Παράλληλα, μέσω της εταιρείας του, George Nelson & Associates, σχεδίασε μια σειρά από προϊόντα ορόσημα.
Το μανιφέστο του: Για να μπορεί ένας σχεδιαστής να ασχοληθεί δημιουργικά με τις ανθρώπινες ανάγκες, πρέπει πρώτα να έρθει σε ριζοσπαστική, συνειδητή ρήξη με όλα όσα θεωρεί μη ανθρώπινα. Ο Nelson πίστευε στο απόλυτο design, «το οποίο δεν είναι τίποτα περισσότερο ή λιγότερο από μια διαδικασία συσχετισμού των πάντων με τα πάντα». Μία από τις πιο διάσημες δημιουργίες του είναι η Coconut Chair (1955), μια καρέκλα που δικαιολογεί το όνομά της θυμίζοντας εξωτικό φρούτο. Το ρολόι τοίχου Ball Clock (1948) «εκκολάφθηκε» μια νύχτα που έπινε με τους φίλους και συνεργάτες του, Noguchi και Harper. Φτιαγμένα με χιούμορ και φαντασία, τα ρολόγια του αποδυναμώνουν την αυστηρότητα με την οποία είναι συνδεδεμένη η έννοια του χρόνου.
Mάρθα Κορινθίου