Δεν συμβαίνει τίποτα το συγκλονιστικό στη δεύτερη σκηνοθετική απόπειρα του Ερικ Ιζον, πάλαι πότε ελπιδοφόρου πρωτοεμφανιζόμενου για το φεστιβαλικό «Μanito» του 2002. Στο δικό του ταξίδι στο τέλος αυτής της ατμοσφαιρικής νύχτας, όλα μοιάζουν ταυτόχρονα μυστηριώδη και προβλέψιμα, αινιγματικά και απλοϊκά, γοητευτικά και συνειδητά απωθητικά.
Η αστυνομική ίντριγκα είναι απλά καλή, οι ερμηνείες είναι κάτι παραπάνω από αξιοπρεπείς (με εξέχουσα περίπτωση τον Μος Ντεφ, ο οποίος αποδεικνύεται σαφώς πιο δυνατός και από τον Μπρένταν Φρέιζερ και από τον Σκοτ Γκλεν), οι αναφορές στο είδος του φιλμ νουάρ είναι μάλλον πετυχημένες (μέχρι εκεί, όμως) και η δράση μοιάζει να έχει μοιραστεί ισόποσα με τη σιωπή μέσα στα 88 λεπτά που διαρκεί το φιλμ.
Αν υπάρχει κάτι που σε κάνει να μην εγκαταλείπεις στα μισά, θέλοντας πάση θυσία να φτάσεις στο τέλος, αυτό είναι μάλλον η διάχυτη μελαγχολία ενός υποκόσμου σε απόγνωση, η επιτηδευμένη, στα όρια του φανταστικού φωτογραφία που λες πως ξέφυγε από ταινία του Γουόνγκ Καρ Βάι και δεν υποκύπτει στιγμή σε φτηνό εξωτισμό, μα και μία ξεχασμένη προ πολλού επική διάθεση που ταίριαζε ανέκαθεν στα «αστυνομικά».
Τρία στοιχεία που μπορεί να μην αρκούν για να αλλάξουν το σινεμά (πόσο μάλλον τη ζωή σου), αλλά που σε κάθε περίπτωση μπορούν να μετατρέψουν άνετα μία επικίνδυνη νύχτα στο Σάο Πάολο σε μία ενδιαφέρουσα ταινία.
ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΡΑΝΑΚΗΣ