Φαίνεται πως ο σκηνοθέτης Γκάμπριελ Ρέιντζ πέτυχε διάνα αυτό που ήθελε. Δυο αλυσίδες αιθουσών στην Αμερική αρνήθηκαν να προβάλλουν την ταινία του. Συντηρητικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί εξαπέλυσαν πόλεμο εναντίον της. Μέχρι και η Χίλαρι Κλίντον δήλωσε «ενοχλημένη» από ένα φιλμ που ενώνει δεξιοτεχνικά αρχειακό υλικό με δραματοποιημένες σκηνές για να εικονογραφήσει ένα πιθανό σενάριο δολοφονίας του πλανητάρχη. Πολύς ντόρος για το τίποτα, όμως. Για ένα επιφανειακό τέχνασμα μεταμφιεσμένο σε αιχμηρό σχόλιο που αναμασά στερεότυπα, χωρίς όμως τον παραμικρό πολιτικό λόγο.
Διότι τι ακριβώς προφασίζεται τούτο το ψευδοντοκιμαντέρ, πέρα από τη φανερή έλλειψη φαντασίας του εμπνευστή του; Οτι ο Μπους πέφτει νεκρός από τις σφαίρες ενός αγνώστου και η χώρα σκαρφίζεται μια ολοκαίνουργια απειλή εξ Ανατολής. Κι όλα αυτά δοσμένα με ένα σινεμά βεριτέ στυλ, το οποίο χειρίζεται με ενδιαφέροντα τρόπο υπαρκτά συμβάντα στην υπηρεσία μιας εικασίας, αλλά αποδεικνύεται φλύαρο και πομπώδες. Με τη σοβαροφάνεια για όπλο, η ταινία υπόσχεται να προκαλέσει. Αγνοεί εντούτοις μια σημαντική παράμετρο: πως η καλή προβοκάτσια χρειάζεται πνεύμα και λίγη πονηριά, στοιχεία που οπωσδήποτε δεν ανήκουν στις αρετές αυτού του φιλμ.
ΛΟΥΚΑΣ ΚΑΤΣΙΚΑΣ