Οδοιπορικό στις διάφορες πτυχές της μουσικής κουλτούρας της Κωνσταντινούπολης, μέσα από τους ήχους του χθες και του σήμερα.
Μεγάλωσα στην Πόλη. Εμαθα απ έξω κάθε στίχο στο στόμα, κάθε νότα στο σάζι του πάπα του αραμπέση Ορχάν Γκεντζέμπαϊ, χάρη στις φθαρμένες από τη χρήση κασέτες του μπαμπά (τις έχει ακόμα). Μυήθηκα στα μακάμια (στους δρόμους) της «κλασικής τουρκικής μουσικής» όπως την αποκαλούν, από τη μεγάλη εκφράστριά της, την υπέργηρη τώρα (αλλά κοτσονάτη όπως τη βλέπω) Μουζερέν Σενάρ. Πρόλαβα τη Σεζέν Ακσου, την ανεγειρόμενη τότε «γέφυρα» ανάμεσα στο παλιό παραδοσιακό και το σύγχρονο ποπ τραγούδι, που έμελλε στα χρόνια του 80 να συνεργαστεί στενά και με αρκετούς Ελληνες μουσικούς. Εκτίμησα, πάλι χάρη στα 45άρια του μπαμπά, τους εναλλακτικούς ροκ ήχους και αυθάδικους στίχους μουσικών σαν τον Ερκίν Κοράι, που ποτέ δεν έπαψαν να έχουν πρόβλημα με την επίσημη λογοκρισία- ακόμη και μετά το 90, που απελευθερώθηκε η ανεξάρτητη δισκογραφία. Συμμερίζομαι και την αγάπη του Αλεξάντερ Χάκε, ξεναγού μας σ' αυτό το ντοκιμαντέρ - οδοιπορικό, για τις μεγαλουπόλεις της ποικιλίας και των αντιθέσεων, όπως περίτρανα είναι η Κωνσταντινούπολη- ένας κόμβος όχι απλά γεωγραφικός, αλλά και ουσιαστικά πολιτισμικός και πολιτιστικός.
Μπορεί, όμως, παρακαλώ ο υποφαινόμενος να γίνει επιτέλους αντικειμενικός; Δύσκολο. Ευχαρίστως να γεμίσω αράδες για το ταλέντο και την οξυδέρκεια του Φατίχ -«Μαζί Ποτέ»- Ακίν, για το πώς περνάει την κοινωνική ταυτότητα της Πόλης μέσα από τη μουσική της, για το πώς ρυθμίζει το μοντάζ του ανάλογα με τους χώρους και τους χρόνους, την ιδεολογία και τα συναισθήματά του, για το πώς δημιουργεί τελικά ένα πανανθρώπινο υλικό fusion κατ εικόνα της σχιζοφρενικής -με την καλύτερη έννοια- αυτής πόλης. Την ανατριχίλα όμως στη σπονδυλική στήλη πώς να τη βάλω σε λόγια;
ΡΟΜΠΥ ΕΚΣΙΕΛ