O Σούπερμαν του Μπράιαν Σίνγκερ δεν είναι ο Σούπερμαν της DC Comics. Ούτε ο Σούπερμαν του Ρίτσαρντ Ντόνερ. Ούτε ο Σούπερμαν του Κρίστοφερ Ριβ. Ο Σούπερμαν του Μπράιαν Σίνγκερ είναι ένας καινούργιος ήρωας. Και στην πραγματικότητα είναι Ο ΗΡΩΑΣ. Σε αντίθεση με κάθε ισχυρό ανταγωνιστή του, ο Σούπερμαν δεν έχει σπίτι ούτε οικογένεια ούτε σχεδόν... όνομα και, κυρίως, δεν έχει σκοτεινή πλευρά. Μόνιμος κάτοικος του ουρανού (μέσα και έξω από την ατμόσφαιρα της Γης) ξέρει ακριβώς ποιος είναι και ποια ακριβώς είναι η αποστολή του. Γι αυτό είναι και ο πιο μοναχικός, ο πιο σιωπηλός, ο πιο μελαγχολικός. Βρίσκεται στη Γη (ένας εξωγήινος χωρίς πλανήτη) μόνο για να την προστατεύσει. Χωρίς τον κίνδυνο δεν υπάρχει. Είναι ένας κύριος Κεντ, που κανείς δεν του δίνει σημασία, κανείς δεν μπορεί να τον αγαπήσει και κυρίως κανείς δεν μπορεί να καταλάβει ότι είναι ο Σούπερμαν. Και φυσικά είναι ο μόνος που δεν φοράει μάσκα (η μάσκα του είναι ο Κλαρκ Κεντ), γιατί δεν έχει τίποτα να κρύψει πέρα από τη βαθιά του θλίψη για το χρέος που φέρει εις βάρος κάθε θνητής του επιθυμίας.
Ξεπερνώντας με ευκολία σούπερ - ήρωα κάθε πιθανή σύνδεση με τη μυθική πρώτη ταινία του Ντόνερ (αφήνοντας μόνο τους πανομοιότυπους τίτλους, το βασικό μουσικό θέμα του Τζον Γουίλιαμς και τη φωνή του Τζορ Ελ Μάρλον Μπράντο ως vintage αναφορές), ο Σίνγκερ κρατάει την κάμερα καρφωμένη πάνω στον αποκαλυπτικό Μπράντον Ράουθ και διεκπεραιώνοντας χορταστικά τις σκηνές δράσης, απομακρύνεται συχνά από το κέντρο βάρους ενός κατ επιταγή blockbuster για να σώσει με τη σειρά του τον Σούπερμαν. Μέσα από το καταραμένο love story του με την Λόις Λέιν (και πίσω από το οικογενειακό δράμα που θα ανατρέψει τα δεδομένα), ο Σούπερμαν είναι για τον Σίνγκερ (όπως ακριβώς και οι X-Men) ένας «ξένος» σε αναζήτηση πατρίδας.
Η αγριότητα με την οποία οι μπράβοι του Λεξ Λούθορ τον τραυματίζουν (σε μία σκηνή που μόνο από «λάθος» θα επιβίωνε σε μία ταινία 250 εκατομμυρίων δολαρίων), πριν ο ίδιος ο Λούθορ τον «σκοτώσει», επιβεβαιώνει την υποψία που από την αρχή της ταινίας αρχίζει να εισβάλλει διακριτικά στο μυαλό ακόμα και του πιο ανυποψίαστου θεατή. Ο Σίνγκερ αγαπάει τον σούπερ ήρωά του περισσότερο από την ίδια την ταινία, αφήνοντας αξιοπρεπώς ξεκρέμαστους τόσο τον Λούθορ του Σπέισι (απολαυστικός, αν και χωρίς ίχνος βάθους) όσο και το σύμπαν της «Daily Ρlanet» αποσπασματικά ακόμη και την ίδια τη Λόις Λέιν (εξαρχής η Κέιτ Μπόσγουορθ δεν ήταν και η καλύτερη επιλογή). Φτάνει στο σημείο να τραβάει τη δράση σε μάκρος μόνο για να δώσει στον Σούπερμαν την ευκαιρία να μείνει μόνος (στις ωραιότερες σκηνές της ταινίας), ένα ιπτάμενο αντικείμενο αγνώστου ταυτότητας που ταξιδεύει στο διάστημα, αφουγκραζόμενο τις κραυγές των θνητών, ένας μοναχικός ταξιδιώτης του χρόνου, του χώρου και της Ιστορίας.
Ενα θαύμα της φύσης καταδικασμένο να είναι ατελές. Ακριβώς όπως και αυτή η Επιστροφή, που σηματοδοτεί μια νέα εποχή ταινιών δράσης. Ταινιών φτιαγμένων από σκηνοθέτες - δημιουργούς, οι οποίοι αναλαμβάνουν εξ ολοκλήρου την ευθύνη της ανατροπής μύθων της ποπ κουλτούρας που κάποιοι καταδικάζουν πριν ακόμη την εναρκτήρια σκηνή...
ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΡΑΝΑΚΗΣ