Η αβάσταχτη απελπισία της τρίτης ηλικίας αρχίζει όταν ο κόσμος δεν χρειάζεται πια τις υπηρεσίες σου. Η σύνταξη, ίσως η πιο υπόκωφα συντριπτική στιγμή της ανθρώπινης ύπαρξης, μετατρέπει την καθημερινότητα σε κάτι που μοιάζει περισσότερο με υπνοβασία. Αναστέλλοντας προσωρινά την πραγματικότητα, ο Μπεντ Χάμερ σκηνοθετεί τα γηρατειά όπως θα ήταν στην άλλη πλευρά του καθρέφτη: ο Οντ Χόρτεν, 67χρονος πρώην οδηγός τρένου δίχως οικογενειακές υποχρεώσεις, αρχίζει ξαφνικά να αποκοιμιέται σε λάθος μέρη. Οταν ξυπνάει, τίποτα δεν είναι πια το ίδιο: η δημόσια πισίνα έχει μετατραπεί σε καταφύγιο ερωτευμένων ζευγαριών, ενώ ο εορτασμός της σύνταξης του τον βρίσκει κρυμμένο κάτω από το κρεβάτι ευτυχισμένης, πλην άγνωστης, οικογένειας!
Με άλλα λόγια, όπου και να πάει περισσεύει. Το οπτικό χιούμορ του σαρδόνιου Νορβηγού σκηνοθέτη πέφτει βαρύ στους καλοστεκούμενους ώμους του Χόρτεν αλλά έχει το λόγο του: παρακολουθώντας τις σκανδιναβικές βινιέτες της μετά-συνταξιοδοτικής του ζωής, γίνεται σταδιακά εμφανές ότι πρόκειται για μια ιστορία καθυστερημένης ενηλικίωσης. Αφήνοντας τα τρένα να περνούν, ο Χόρτεν ξέχασε να μεγαλώσει! Το φλερτ του με ηλικιωμένη κυρία βρίσκεται ακόμα σε προεφηβικό στάδιο, ενώ η νεανική αποδοκιμασία της γερασμένης πλέον μητέρας του τον βαραίνει σαν να μην πέρασε μια μέρα! Ωστόσο, παρά τη μελαγχολική χροιά των αριστοτεχνικών εικόνων του Ρόζενλουντ και τον επιφανειακό κυνισμό του Χάμερ, ο πυρήνας της ταινίας παραμένει αισιόδοξος και η αργοπορημένη ωρίμανση του Χόρτεν αποδεικνύεται πιο συναρπαστική κι από παρθένου 17χρονου.
Δέσποινα Παυλάκη