Αμελί

12.06.2014
Το εξαιρετικά επιδραστικό για την ποπ κουλτούρα φιλμ του Ζαν-Πιερ Ζενέ επιστρέφει, γεμίζοντας ξανά τη μεγάλη οθόνη με τον αλέγρο ρομαντισμό της Αμελί Πουλάν, της ηρωίδας που υποδύθηκε μοναδικά η Οντρέ Τοτού, με οπτικό φόντο ένα ονειρικά πολύχρωμο Παρίσι και ηχητικό τις χαρακτηριστικότατες μελωδίες του Γιαν Τιρσέν.

Μία από τις πλέον αναγνωρίσιμες και πολυαγαπημένες ταινίες του σύγχρονου γαλλικού σινεμά επιστρέφει στις ελληνικές αίθουσες δεκατρία ολόκληρα χρόνια μετά την κυκλοφορία της.

Η υποψήφια για πέντε Όσκαρ «Αμελί» του Ζαν-Πιέρ Ζενέ είχε προκαλέσει αίσθηση στην όχι και τόσο μακρινή εποχή της, φέρνοντας ένα αναπάντεχο κύμα αισιοδοξίας και ρομαντισμού που δεν περιορίστηκε στα όρια της σκοτεινής αίθουσας, αλλά απλώθηκε αποφασιστικά στην ποπ κουλτούρα των ‘00s, χαρίζοντας παράλληλα στην Οντρέ Τοτού το ρόλο της ζωής της.

Η πασίγνωστη πια ιστορία της κοπέλας που χαρίζει τον τίτλο στην ταινία, περνά από τα δύσκολα παιδικά χρόνια και τη στέρηση μιας ουσιαστικής γονεϊκής παρουσίας (φυσικής ή συναισθηματικής) στην ενηλικίωση μέσα από την αποθέωση της αλτρουϊσμού και της προσφοράς στον άλλο, προτού καταλήξει στον πάντα δύσκολο στην επίτευξη ρομαντικό έρωτα, ο οποίος ανάγεται στην πεμπτουσία της ύπαρξης.

Το σβέλτο μοντάζ που παίζει με την ονειροπόληση και τον συνειρμό, το γλυκόπικρο χιούμορ που αγκαλιάζει μαγικά όλα τα σοβαρά και δυσάρεστα της ζωής, η χαρακτηριστική, πανταχού παρούσα off αφήγηση από τον Αντρέ Ντουσολιέ κι ένα κάδρο πάνω στο οποίο χορεύουν ασταμάτητα τα κορεσμένα χρώματα που γαργαλούν τον αμφιβληστροειδή, συνθέτουν εν πολλοίς το ιδανικό πλαίσιο εντός του οποίου η ταινία του Ζενέ εκμεταλλεύτηκε τα δύο βασικά ατού της προκειμένου να εδραιωθεί στη συνείδηση του κοινού.

Το πρώτο αφορά φυσικά στην παρουσία της Τοτού, σε μία ερμηνεία βασισμένη στο σπιρτόζικο βλέμμα και τα αμυδρά σουφρωμένα χείλη, η οποία σημάδεψε ανεξίτηλα την καριέρα της.

Το δεύτερο κι εξίσου σπουδαίο, αν όχι σημαντικότερο, δε θα μπορούσε να είναι άλλο από το εξαρχής «καταδικασμένο» να γίνει κλασικό σάουντρακ που συνέθεσε ο Γιαν Τιρσέν, το οποίο και του χάρισε διεθνή αναγνώριση.

Δίχως άλλο, οι μελωδίες του Τιρσέν έγιναν το αδιαμφισβήτητο σήμα κατατεθέν της ταινίας, υπερβαίνοντας ακόμα και τούτο το πλημμυρισμένο στα χρώματα και το φως Παρίσι που αποτελεί από μόνο του έναν ξεχωριστό πρωταγωνιστή.

Είναι αλήθεια πως ο πρωτόγνωρος ενθουσιασμός που αγκάλιασε την «Αμελί» το 2001 οδηγούσε προς μία βεβαιότητα πως η ταινία του Ζενέ θα επιδρούσε καταλυτικά στο σινεμά και ειδικότερα στο είδος της ρομαντικής κομεντί.

Τελικά, αποδείχθηκε σαφώς ικανότερη στη διείσδυσή της στην ποπ κουλτούρα: επηρέασε σημαντικά τη γυναικεία μόδα, το καφέ στη Μονμάρτη όπου γυρίστηκαν πολλές σκηνές της έγινε τουριστική ατραξιόν της περιοχής, η αφίσα της ταινίας στόλισε άπειρα δωμάτια, ενώ η παιχνιδιάρικη αισθητική της αγαπήθηκε εξίσου με την πασίγνωστη μουσική της.

Κάπως έτσι, η «Αμελί» εξακολουθεί να είναι ένα αξιομνημόνευτο φιλμ για την εποχή του αν και λίγο καθοριστικό για ό,τι ακολούθησε στο γαλλικό σινεμά, παραμένοντας αγαπησιάρικα παλιομοδίτικο και μαζί προσκολλημένο στην ίδια πηγή νοσταλγίας και ρομαντισμού από την οποία ξεπήδησε.

Ταυτόχρονα, σηματοδοτεί και το ταβάνι στις καριέρες τόσο του σκηνοθέτη όσο και της πρωταγωνίστριάς του.

Ο Ζενέ δεν έφτασε ποτέ ξανά στην επιτυχία μιας «Αμελί» ή στην σατιρική οξυδέρκεια ενός «Delicatessen» (1991). Η δε Τοτού, αποτυγχάνει σταθερά να ζευγαρώσει τη μοναδική μέχρι τώρα αληθινά σημαντική ερμηνεία της.