Έχουν περάσει 51 χρόνια από την δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, και ακόμη και σήμερα δύσκολα θα μπορούσε να βρει κανείς ένα πολιτικό πρόσωπο που να συντηρεί ακόμη τον μύθο και το εκτόπισμα που φέρουν τα ονόματα-σύμβολα.
Το όνομα του Γρηγόρη Λαμπράκη είναι συνώνυμο με την νοσταλγική, μελαγχολική ιδέα τού τι θα μπορούσε να είχε συμβεί, αν το ρεύμα ειρήνης και κοινωνικής ευαισθησίας, του οποίου ηγούνταν, είχε προλάβει να γιγαντωθεί και να επικρατήσει σε ένα πολιτικο-κοινωνικό κλίμα που γίνονταν ολοένα και πιο τοξικό, σε μια Ελλάδα που έμοιαζε χαμένη στην άβυσσο του διχασμού και του παρακράτους.
Είναι δύσκολο κανείς να διαχωρίσει το μύθο του Λαμπράκη από τον άνθρωπο, όπως και την πολιτική του δράση από το γεγονός της δολοφονίας του. Παρόλο που για δεκαετίες ο Λαμπράκης έδινε το φωτεινό παράδειγμα κοινωνικής προσφοράς και πολιτικής δραστηριοποίησης, ήταν ο τρόπος και ο χρόνος του θανάτου του, αλλά και τα κύματα των έπειτα αντιδράσεων σε όλα τα επίπεδα της ελληνικής κοινωνίας, που τον ανέδειξαν αυτόματα στο σύμβολο αλλαγής και προόδου που είναι σήμερα.
Παρακολουθώντας το ντοκιμαντέρ «Μαραθώνιος Μιας Ημιτελούς Άνοιξης», βλέπεις ότι η μετατροπή του σε αυτό το ρομαντικό σύμβολο είναι απολύτως λογική, αν όχι αναπόφευκτη. Πετυχημένος αθλητής, λαμπρός και πρωτοποριακός επιστήμονας, αφοσιωμένος γιος, αδελφός και γείτονας, ανήσυχος πολίτης, δραστηριοποιημένος ακτιβιστής και, τέλος, προοδευτικός πολιτικός, ο Λαμπράκης συγκεντρώνει ό,τι μπορεί κανείς να θελήσει σε έναν ηγέτη, τότε, και ακόμη περισσότερο ίσως, και τώρα.
Η προσέγγιση της ταινίας δεν είναι στην πραγματικότητα ρηξικέλευθη (ακολουθεί την κλασική δομική τακτική των συνεντεύξεων-μαρτυριών, τις οποίες ντύνει με το σχετικό αρχειακό υλικό), ούτε προτίθεται να αρθρώσει αντίρρηση στα αγιογραφικά χαρακτηριστικά του πρωταγωνιστή της.
Η απόφασή, όμως, του σκηνοθέτη Στέλιου Χαραλαμπόπουλου να εξιστορήσει παράλληλα το χρονικό της δολοφονίας, την κηδεία και τις μετέπειτα εκρηκτικές αντιδράσεις, και τη μέχρι τότε ζωή και πολιτική πορεία του Λαμπράκη, αναζωογονεί σημαντικά και πειστικά την αφήγηση, τονώνοντάς την με σασπένς αλλά και υφέρποντα επίκαιρα σχόλια, σε συνδυασμό με τις ενδιαφέρουσες αποκαλύψεις και τοποθετήσεις των συγγενών, φίλων, συναγωνιστών και αυτοπτών μαρτύρων.
Η πολύχρονη και γεμάτη από δυσκολίες έρευνα του Χαραλαμπόπουλου υπήρξε ενδελεχής και τα αποτελέσματά της είναι σε μερικές περιπτώσεις εντυπωσιακά: επιστολές και αποσπάσματα ημερολογίων, σπάνιες και άγνωστες φωτογραφίες, μέχρι και βιντεοσκοπημένες στιγμές από την περίφημη μαραθώνια πορεία για την ειρήνη.
Πουθενά όμως αυτά τα ευρήματα δεν χρησιμοποιούνται απλώς προς όφελος της συναισθηματικής χειραγώγησης, ακόμη και στην περίπτωση των (συγκινητικών) εικόνων της κηδείας του Λαμπράκη.
Όλα βρίσκουν αβίαστα τη θέση τους στο πλαίσιο της σκιαγράφησης της προσωπικότητας του Γρηγόρη Λαμπράκη, και κυρίως του πολιτικού του σκεπτικού, και αναβιώνουν το κλίμα της εποχής (ανατριχιαστικά αναγνωρίσιμο όταν το συγκρίνει κανείς με τα σημερινά χαρακτηριστικά της πολιτικής σκηνής), ανάγοντας την ταινία από τηλεοπτικών χαρακτηριστικών ντοκιμαντέρ σε πραγματικά κινηματογραφική, συναρπαστική δημιουργία.
Διαβάστε τη συνέντευξη του Στέλιου Χαραλαμπόπουλου στο cinemag.gr εδώ