Ρεσιτάλ μετριότατων εφέ και κακόγουστης υπερβολής, κατάλληλου μονάχα για straight-to-video εφηβικό χαβαλέ με μπυρόνια και διαγωνισμούς ρεψίματος.
Μερικές φορές δεν υπάρχει τίποτα πιο διασκεδαστικό από μία εκτροχιασμένη ταινία τρόμου που δεν παίρνει τον εαυτό της στα σοβαρά, και το «Piranha 3D» που εξαπέλυσε ο Αλεξάντρ Αζά πριν από δύο χρόνια, σπέρνοντας τον τρόμο στα λουόμενα party animals της λίμνης Βικτόρια, ήταν ακριβώς αυτό: ένα camp λουτρό αίματος, ικανό να προκαλέσει οργασμούς στους φανατικούς τρομολάγνους των κάθε λογής σπλάτερ ένοχων απολαύσεων. Όλα αυτά μοιάζουν μακρινή ανάμνηση στον κινηματογραφικό διάδοχό του, που μπορεί να πολλαπλασιάζει τα D στον τίτλο του, αδυνατεί όμως να αναπαράγει έστω και στο ελάχιστο την ευχαρίστηση.
Η πρόθεσή του «Piranha 3DD» να ξεπεράσει σε ακρότητα (και ακρωτηριασμούς) τον προκάτοχό του μένει μονάχα στα χαρτιά (εκεί όπου κάθε νοσηρό γκαγκ έμοιαζε σαφώς καλύτερο), καθώς παρά την ευπρόσδεκτη επέλαση επί της οθόνης πολυάριθμων σιλικονούχων βύζων που γίνονται βορά των ξελιγωμένων πιράνχα, το αποτέλεσμα είναι ένα ρεσιτάλ μετριότατων εφέ και κακόγουστης υπερβολής, κατάλληλου μονάχα για straight-to-video εφηβικό χαβαλέ με μπυρόνια και διαγωνισμούς ρεψίματος. Όσες διαστάσεις κι αν προσθέσεις δεν μπορείς να σώσεις μία ταινία, που θεωρεί αποκορύφωμα ιδιοφυούς παρωδίας την κρυόπλαστη γκεστ εμφάνιση του Ντέιβιντ-«Baywatch»-Χάσελχοφ. Ας ελπίσουμε τουλάχιστον ότι ο πιο-ξεπεσμένος-πεθαίνεις κριτής ταλέντων δεν ελπίζει σε μία α λα Κουέντιν Ταραντίνο ανάσταση της ξεμωραμένης καριέρας του.
Θανάσης Πατσαβός