Νάταλι Πόρτμαν: H Nάταλι των θαυμάτων

30.04.2008
Λίγο πριν κλείσει 26 χρόνια ζωής, αλλά όπως πάντα ωριμότερη από την ηλικία της, η ψυχολόγος - πτυχιούχος του Χάρβαρντ ανοίγει την καρδιά της και ξεδιπλώνει τη σκέψη της, με αφορμή μια παιδική ταινία διαφορετική από τις άλλες...

Απο την Ιωάννα Παπαγεωργίου

Στο «Μαγαζί των θαυμάτων» του Ζακ Χέλμ, η Νάταλι είναι η Μόλι Μαχόνι, μια χαρισματική πιανίστρια που πασχίζει να συνθέσει τη δική της μελωδία, ενώ το εκκεντρικό αφεντικό της (ένας απολαυστικά αλαφροΐσκιωτος Ντάστιν Χόφμαν) αποφασίζει να της αφήσει κληρονομιά το μαγικό μαγαζί του, με τα απίθανα παιχνίδια και τις κυκλοθυμικές διαθέσεις. Στην πραγματικότητα, η Νάταλι είναι μια μικροκαμωμένη αλλά πανέμορφη γυναίκα, αποφασισμένη να ρουφήξει το μεδούλι της ζωής.

Τι σε προσέλκυσε στο «Μαγαζί των θαυμάτων»;

Θαύμαζα τον Ζακ ως σεναριογράφο («Πιο παράξενο και από παράξενο») και τον είχα συναντήσει σε διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις, πολύ προτού συνεργαστούμε. Ηξερα ότι είναι ένας υπέροχος, ομιλητικός τύπος. Οταν βρισκόμουν στο Βερολίνο για τα γυρίσματα του «V for Vendetta», πριν από τέσσερα χρόνια, μου έστειλε ένα λευκό κουτί τυλιγμένο με κόκκινο φιόγκο. Μέσα βρήκα το σενάριο του «Μαγαζιού των θαυμάτων» και ένα γράμμα από τον Ζακ στο οποίο μου εκμυστηρευόταν: «θέλω να φτιάξω ένα φιλμ που θα είναι τόσο αγαπητό στα παιδιά όσο ένας χυμός μήλου, μια βόλτα στο Λούνα Παρκ ή ο Γουίλι Γούονκα». Καθώς διάβαζα το σενάριο διαπίστωσα πως ήταν όλα όσα μου υποσχόταν ο Ζακ. Ηταν αυθεντικά γλυκό. Οχι γλυκανάλατο. Ηταν μοναδικό, έξυπνο, αστείο και απέπνεε μια εξαιρετικά συναρπαστική ατμόσφαιρα. Σκέφτηκα επίσης ότι ήταν ένα εν δυνάμει φιλμ για μεγάλους το οποίο πολύ θα ήθελα να πάω να δω με τους φίλους μου. Μπόρεσα να ταυτιστώ σχεδόν απόλυτα με τα διλήμματα της ηρωίδας μου. Αισθάνομαι ότι είναι οικεία στους περισσότερους συνομήλικούς μου, που καθώς ενηλικιώνονται δεν επιθυμούν να επαναλάβουν τη μουσική άλλων, αλλά να συνθέσουν τη δική τους.

Εσύ ως ηθοποιός, έχεις τέτοιου είδους διλήμματα ή αμφιβολίες;

Θεέ μου, συνέχεια! Νομίζω ότι τη στιγμή που παύεις να αμφιβάλεις για τον εαυτό σου, το κεφάλι σου πρήζεται τόσο από τον αέρα που έχουν πάρει τα μυαλά σου που δεν μπορείς να βγεις από την πόρτα. Πάντα φοβάμαι και πάντα περνάω έναν κύκλο ανασφάλειας προτού παροτρύνω τον εαυτό μου: «ΟΚ, Νάταλι, απλώς πρέπει να κάνεις τη δουλειά σου». Και το χειρότερο που μπορεί να σου συμβεί είναι να αποτύχεις. Θα πονέσεις, αλλά δεν μπορείς παρά να προχωρήσεις. Το καλό με αυτήν τη δουλειά είναι ότι κανείς δεν πεθαίνει. Είναι δύσκολο και συναισθηματικά οδυνηρό να συμμετέχεις σε μια ταινία που παίρνει κάκιστες κριτικές, χρεοκοπεί στο box-office και κάνει τους πάντες δυστυχισμένους. Είναι όμως κάτι που ξεπερνιέται και η εμπειρία του σε κάνει πιο δυνατό και έτοιμο να αντιμετωπίσεις τις προκλήσεις.

Πόσο σημαντική ήταν για σένα η φαντασία όταν μεγάλωνες;

Τα τρία πρώτα χρόνια της ζωής μου έζησα στην Ιερουσαλήμ. Μετά έζησα για λίγο στο Μέριλαντ και στο Κονέκτικατ, μέχρι που όταν έκλεισα τα 9 μετακομίσαμε στο Λονγκ Αϊλαντ της Νέας Υόρκης, όπου μεγάλωσα και ζω ακόμη. Ηταν πολύ σημαντικό για μένα να ασκώ τη φαντασία μου γιατί ως μοναχοπαίδι ένιωθα αρκετή μοναξιά. Ετσι περνούσα ατελείωτες ώρες κλεισμένη στο μπάνιο φτιάχνοντας ολόκληρες ιστορίες για τα αδιάβροχα παιχνίδια μου.

Επίσης φιλοξενούσα τα λούτρινα ζωάκια μου στο κρεβάτι μου με βάρδιες, έτσι ώστε να μην αφιερώσω σε κάποιο περισσότερη προσοχή από τα υπόλοιπα και υπάρξουν ζήλιες ή τσακωμοί μεταξύ τους. Μοιραζόμουν μαζί τους τα μυστικά μου, τους μιλούσα και τα έβαζα να συζητούν...

Πώς καταφέρνεις να μην επιτρέπεις στη διασημότητα να εκτροχιάσει τη ζωή σου;

Καταρχάς, ο Τύπος έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια. Δεν ήταν έτσι όταν ήμουν παιδί. Δεν υπήρχαν παπαράτσι παρά μόνο σε πρεμιέρες ή επίσημες εκδηλώσεις. Δεν εισέβαλλαν τόσο αδιάκριτα στη ζωή σου. Τώρα πλέον, κυριολεκτικά, οι πάντες παρακολουθούνται συνεχώς και ολόκληρη η ζωή τους καταγράφεται με λεπτομέρειες. Αντίθετα, μεγαλώνοντας εγώ είχα την ευκαιρία να βγω έξω με τους φίλους μου, να μεθύσω και κανείς να μην πάρει χαμπάρι. Αισθάνομαι πραγματικά τυχερή, γιατί δεν ήμουν κακό παιδί. Δεν είχα κάποιο πρόβλημα. Απλώς, όπως όλοι, έκανα λάθη, τα οποία όταν δεν γίνονται δημόσια μπορούν να γίνουν μαθήματα που σε βοηθούν να ωριμάσεις και να γίνεις ένας υπεύθυνος ενήλικας, ικανός για σοφές αποφάσεις. Διαφορετικά, η πίεση του να είσαι διαρκώς το καλό παιδί δεν αντέχεται. Σε αποπροσανατολίζει, ιδιαίτερα αν είσαι νέος. Αφενός δεν θέλεις να ξαναδείς στα μάτια σου παπαράτσι και αφετέρου, ταυτόχρονα, δοκιμάζεις να δώσεις μια ικανοποιητική για αυτόν παράσταση. Κοίτα όλα αυτά τα κοριτσάκια που παπαγαλίζουν «είμαι παρθένα!» και μετά χάνουν κάθε έλεγχο της ζωής τους τόσο ιλιγγιωδώς που είναι αδύνατο να προβλέψεις την κατάληξή τους.

Πού οφείλεται αυτή η αλλαγή;

Στο διαδίκτυο. Λειτουργεί σαν ένας τρόπος απόδρασης από την καθημερινότητα. Ταυτόχρονα όμως αντικαθιστά και το χωριό. Κάποτε ήμασταν μέλη μιας μικρής κοινωνίας, μέσα στο πλαίσιο τις οποίας αναρωτιόμασταν τι κάνει ο γείτονας. Με άλλα λόγια, κουτσομπολεύαμε. Τώρα πια μπορείς να ανοίξεις κουβέντα και να βρεις κοινά ενδιαφέροντα ακόμα και με έναν άγνωστο. Εχεις οπωσδήποτε μια αφορμή για να συζητήσεις τις ανθρώπινες σχέσεις. Γιατί όλοι γνωρίζουν ότι η Μπρίτνεϊ Σπιαρς ξύρισε το κεφάλι της και κινδυνεύει να χάσει την κηδεμονία των παιδιών της. Από αυτήν την άποψη, το διαδίκτυο εξυπηρετεί μια κοινωνική ανάγκη. Είναι όμως εκτός ελέγχου. Οπως και οι παπαράτσι. Γιατί τώρα οποιοσδήποτε μπορεί να βγάλει μια καλή φωτογραφία και να κερδίσει πολλά χρήματα από αυτήν. Αρκεί να αγοράσει μια ψηφιακή μηχανή.

Εσύ πώς τα αντιμετωπίζεις όλα αυτά;

Σε σχέση με ό,τι συμβαίνει σε άλλους συνάδελφους, δεν παραπονιέμαι. Δεν υφίσταμαι υπερβολική πολιορκία, αν και ζώντας στη Νέα Υόρκη δεν υπάρχει περίπτωση να βγω από το σπίτι και να μη με βγάλουν έστω μια φωτογραφία. Είναι παράξενο να είσαι γυναίκα μόνη ακολουθούμενη από ένα τσούρμο άντρες. Αν δεν κρατούσαν κάμερες θα μπορούσα να καλέσω την αστυνομία και να καταγγείλω ότι με παρενοχλούν. Επειδή όμως κρατούν τις κάμερες, η συμπεριφορά τους δικαιολογείται? Σκέφτομαι ότι μια λύση είναι να μετακομίσω. Είναι όμως δύσκολη η απόφαση, γιατί στη Νέα Υόρκη βρίσκονται οι οικογένεια και οι φίλοι μου. Από την άλλη όμως δυσκολεύομαι όλο και περισσότερο να ζήσω εκεί. Αυτό που με ενοχλεί είναι η γνώση ότι κάθε φορά που μιλάω σε κάποιον και προσπαθώ να έρθω σε ουσιαστική επαφή μαζί του, αντιλαμβάνομαι με την άκρη του ματιού μου έναν φωτογράφο. Είναι μια γνώση που σημαδεύει ανεξίτηλα τις συνδιαλλαγές μου με άλλους ανθρώπους.

Από όσο ξέρω, δεν σου αρκεί να είσαι διάσημη ηθοποιός του σινεμά...

Ναι. Είμαι τυχερή γιατί η δουλειά μου είναι τέτοια που μπορώ να της επενδύω μερικούς μήνες τον χρόνο και τον υπόλοιπο καιρό να αφιερώνομαι στα άλλα ενδιαφέροντά μου. Τελευταία, είχα την ευκαιρία να ασχοληθώ με το micro-finance, που έχει βοηθήσει εκατοντάδες γυναίκες ανά τον κόσμο. Αρχικά ήθελα να δουλέψω στη Μέση Ανατολή, όπου γίνονται προσπάθειες εποικοδομητικής σύμπραξης των γυναικών της Παλαιστίνης με τις γυναίκες του Ισραήλ. Επικοινώνησα με τη Βασίλισσα της Ιορδανίας, Ράνια, που κατά κάποιον τρόπο αποτελεί είδωλό μου. Είναι μια εξαιρετικά συμπονετική, εύγλωττη, πανέξυπνη και θαυμάσια Παλαιστίνια. Πίστεψε ότι μπορούσαμε να κάνουμε κάτι μαζί και με μύησε στη λογική του micro-finance. Ετσι εκτέθηκα για πρώτη φορά σε πραγματική φτώχια και άρχισα να συναντώ φτωχούς ανθρώπους. Είχα τη δυνατότητα να καθίσω και να ακούσω το πώς κυλά η καθημερινότητα, τις ελπίδες, τα όνειρα και τους στόχους τόσο μακρινών και όμως τόσο κοντινών συνανθρώπων μου. Εμαθα πως με το micro-finance μπορούμε να πολεμήσουμε τη φτώχια από τα θεμέλιά της, αφού παρέχει πρόσβαση σε τραπεζικές υπηρεσίες και κεφάλαιο σε γυναίκες, ώστε να ξεκινήσουν μικρές επιχειρήσεις. Ετσι, δεν χρειάζεται να περιμένουν κάποιον φιλανθρωπικό οργανισμό. Φροντίζουν μόνες τους τον εαυτό τους, φροντίζοντας την επιχείρησή τους. Με αυτόν τον τρόπο αισθάνονται υπερήφανες για τον εαυτό τους. Και τα παιδιά τους αισθάνονται υπερήφανα για εκείνες. Ανακτούν τον έλεγχο της ζωής τους. Ουσιαστικά τούς προσφέρεις ευκαιρίες αυτόεκπλήρωσης. Δεν κάνεις φιλανθρωπία. Γιατί τα χρήματα ανακυκλώνονται. Οι γυναίκες καταφέρνουν να αποπληρώσουν τα δάνειά τους σε ποσοστό 97%!

Πόσο προστατευτική αισθανόσουν με τον μικρό συμπρωταγωνιστή σου, τον Ζακ Μιλς;

Πολύ. Είναι εξαιρετικά ταλαντούχος, έξυπνος και πολύ καλό παιδί. Ταυτόχρονα όμως φοβόμουν και λίγο γι’ αυτόν. Συνειδητοποίησα ότι οι περισσότερες γυναίκες ηθοποιοί της γενιάς μου ξεκινήσαμε να δουλεύουμε ενώ ήμασταν ακόμα παιδιά. Οι Σκάρλετ Τζοχάνσον, Κίρστεν Ντανστ, Κριστίνα Ρίτσι, Κλερ Ντέινς, Κίρα Νάιτλι, όλες μας μεγαλώσαμε μπροστά από τις κάμερες. Εμείς επιβιώσαμε. Αλλες όχι. Είναι επισφαλής η πορεία προς την επιτυχία σε τόσο μικρή ηλικία. Ιδιαίτερα αν οι γονείς εμπλέκονται στα οικονομικά των παιδιών τους και βγάζουν κέρδος από αυτά.

Δημιουργείται μια πολύ επικίνδυνη δυναμική ανάμεσα στους γονείς και το παιδί, αν το τελευταίο πιστέψει πως αν σταματήσει να δουλεύει η οικογένειά του δεν θα έχει να φάει.

Δεν πιστεύεις δηλαδή πως μπορείς να είσαι ταυτόχρονα και παιδί και ηθοποιός;

Οχι, δεν το πιστεύω. Δεν ξέρω αν θα ήμουν άλλος άνθρωπος αν ως παιδί δεν ήμουν ηθοποιός. Το μόνο που ήθελα τότε ήταν να μεγαλώσω. Και όταν έκλεισα τα 18 συνειδητοποίησα πως ήμουν ηλίθια! Γι’ αυτό ίσως τώρα συμπεριφέρομαι συνεχώς ανώριμα. Δεν ξέρω τι ακριβώς βρήκα συναρπαστικό στην ηθοποιία. Απλώς θεωρούσα ότι ήταν πολύ cool να έχω μια δουλειά? Δεν πέρασα όμως άσχημα. Το διασκέδασα. Οι γονείς μου όμως είναι άγιοι. Είναι οι καλύτεροι άνθρωποι στον κόσμο και ποτέ δεν θέλησαν να ασχοληθώ με την ηθοποιία. Απλά υποστήριξαν την επιθυμία μου. Ποτέ όμως δεν μου επέτρεψαν να αφήσω το σχολείο για τη δουλειά: έκανα ταινίες στις διακοπές μου. Και ποτέ δεν πήραν ούτε σεντ από την αμοιβή μου. Ο μπαμπάς μου ακόμα χώνει εκατό δολάρια στην τσέπη μου κάθε φορά που πάω σπίτι τους. «Δεν θέλω να αναγκαστείς να τριγυρνάς σε ATM βραδιάτικα», λέει. Οι γονείς μου δεν είχαν ποτέ καμία σχέση με τα χρήματά μου. Και εξέφραζαν γνώμη για την καριέρα μου μόνο αν θεωρούσαν μια ταινία ακατάλληλη για την ηλικία μου ή αν πίστευαν πως κάποιος σκηνοθέτης δεν θα μου φερόταν σωστά.