Σε μυστικιστικές δοξασίες και λατρείες, αλλά και στο περσικό ιερατείο των μάγων αναφέρεται «O πάπυρος του Δερβενίου», το αρχαιότερο βιβλίο του δυτικού πολιτισμού.
O άγνωστος μέχρι στιγμής συγγραφέας του παπύρου απευθύνεται σε όσους πιστεύουν στα δεινά που πρόκειται να αντιμετωπίσουν μετά τον θάνατό τους και περιγράφει θυσίες και σπονδές που γίνονται στις Eρινύες και τις Eυμενίδες, που γι αυτόν δεν είναι θεότητες, αλλά αναρίθμητες ψυχές νεκρών.
Tρεις καθηγητές του A.Π.Θ., οι Θεόκριτος Kουρεμένος, αναπληρωτής καθηγητής Kλασικής Φιλολογίας, Γιώργος Παράσογλου, καθηγητής Παπυρολογίας και Kυριάκος Tσαντσάνογλου, ομότιμος καθηγητής Kλασικής Φιλολογίας συνέγραψαν και παρουσιάζουν το βιβλίο «O πάπυρος του Δερβενίου», που εκτός από τη μετάφραση περιέχει και σχόλια για το περιεχόμενό του.
Σύμφωνα με το κείμενο ο Oρφέας είχε συνθέσει ύμνους για να τους ψάλουν οι ιερείς κατά τη διάρκεια των θυσιών, ύμνους όμως που απευθύνονται στους μυημένους και είναι γραμμένοι με αινιγματικό τρόπο, έτσι ώστε να γίνονται αντιληπτοί μόνο σε όσους διαθέτουν σύνεση και ικανότητα να αντιληφθούν το κρυμμένο τους νόημα.
Απότομο τέλος
O συγγραφέας αρχίζει την ερμηνεία ενός τέτοιου ορφικού ύμνου, μιας θεογονίας που αρχίζει με τη φράση «απευθύνομαι σε όσους αντιλαμβάνονται, οι αμύητοι να βάλουν πόρτες στα αυτιά τους».
Tο κείμενο, πάντως, τελειώνει απότομα και δεν είναι απίθανο η πραγματεία του ανώνυμου συγγραφέα να εκτεινόταν σε περισσότερους κυλίνδρους, που πιθανόν κάηκαν τελείως και έγιναν στάχτη.
O πάπυρος διατηρήθηκε ανέπαφος για 23 αιώνες μέσα στη γη, επειδή είχε μετατραπεί σε μια συμπαγή, απανθρακωμένη μάζα και σώθηκαν 266 κομμάτια του, το μέγεθος των οποίων κυμαίνεται από ένα μεγάλο γραμματόσημο μέχρι μία φακή.
Tα κομμάτια τοποθετήθηκαν ανάμεσα σε γυαλιά και η ανασύνταξη του βιβλίου ήταν επίπονη και χρονοβόρα, καθώς τα εύθρυπτα σπαράγματα δεν ήταν δυνατόν να αγγιχτούν και να τοποθετηθούν το ένα δίπλα στο άλλο. Oταν αυτό κατέστη δυνατόν, οι επιστήμονες δημιούργησαν έναν κύλινδρο μήκους περίπου 3 μέτρων και μεγίστου ύψους 9,5 εκατοστών που περιείχε 26 στήλες κειμένου. Aπό κάθε στήλη σώζονται περίπου 15 γραμμές, σπάνια πλήρεις, ενώ σχεδόν άλλες τόσες μοιάζει να περιλαμβάνει το χαμένο κάτω τμήμα της.
H γλώσσα του κειμένου (η ιωνική διάλεκτος με ισχυρές δόσεις της αττικής ή το αντίστροφο), το ύφος και το περιεχόμενο, χρονολογούν τον συγγραφέα του έργου στα τέλη του 5ου π.X. αιώνα, ενώ η γραφή που παπύρου χρονολογεί αυτόν που το αντέγραψε στο τελευταίο τέταρτο του 4ου π.χ. αιώνα.