&00 Το Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης, ένα από τα λίγα του δυτικού κόσμου, που φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα κέντρο μελέτης και έρευνας ανοιχτό, ένα παράθυρο επικοινωνίας με τον βαλλόμενο κόσμο της Ανατολής, εγκαινίασε την Τετάρτη 28 Ιουλίου ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής.
Οι συλλογές της ισλαμικής τέχνης του Μουσείου Μπενάκη συγκαταλέγονται στις σημαντικότερες, διεθνώς, καλύπτοντας δεκατρείς αιώνες καλλιτεχνικής δημιουργίας, με πολλά αντιπροσωπευτικά έργα εξαιρετικής ποιότητας και ιστορικής σημασίας. Η συγκρότησή τους στην Αίγυπτο από τον ιδρυτή του Μουσείου τοποθετείται στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Εκεί και τότε ο Αντώνης Μπενάκης διέγνωσε έγκαιρα και με αξιοθαύμαστη διορατικότητα τη σημασία που έχει ο ισλαμικός πολιτισμός για τον ευρύτερο μεσογειακό χώρο, όχι μόνο ως κληρονόμος της ελληνορωμαικής παράδοσης ή για τις διασταυρώσεις του με το Βυζάντιο, αλλά και ως δημιουργός πολλών από τις εκφραστικές ιδέες, οι οποίες διαδόθηκαν σε όμορους πολιτισμούς και στην Ευρώπη.
Στον εκτεταμένο χώρο της υποδοχής των επισκεπτών, στο ισόγειο, προβλέπεται η διοργάνωση ποικίλων εκδηλώσεων και στο δώμα του, με την πανοραμική θέα της Ακρόπολης, του Φιλοπάππου, της Πνύκας, του Αστεροσκοπείου, του Κεραμεικού και όλης της μεσημβρινής πλευράς της πόλεως, η λειτουργία κυλικείου. Οι πολύτιμες συλλογές της κεραμικής, της μεταλλοτεχνίας, της χρυσοχοΐας, της ξυλογλυπτικής, της υαλουργίας και της υφαντικής καθώς και μικρότερες ενότητες με οστέινα ανάγλυφα, επιτύμβιες στήλες και όπλα, κατανέμονται σε 4 μεγάλους εκθεσιακούς χώρους 1.000 τετραγωνικά μέτρα.
Στην πρώτη αίθουσα εκτίθενται έργα της πρώιμης ισλαμικής τέχνης από τον 7ο έως και τον 12 αιώνα.
Η δεύτερη είναι αφιερωμένη στην κλασική εποχή της ισλαμικής τέχνης του 12- 16ου αιώνα.
Η τρίτη στεγάζει τον περίφημο μαρμαροθετημένο διάκοσμο ενός αρχοντικού του 17ου αιώνα από το Κάιρο με το σιντριβάνι και θησαυρούς από την Τουρκία και το Ιράν.
Για την τελευταία αίθουσα έχουν επιλεγεί έργα χρονολογημένα από τον 16ο έως και τον 19ο αιώνα, οθωμανικές πανοπλίες και δείγματα από τη συλλογή των όπλων, μικρογραφημένες ζωγραφικές παραστάσεις, καθώς και μία ενότητα πολύτιμων κοσμημάτων της δυναστείας της Κατζάρ, από το Ιράν.
Η μετατροπή του πολυτελούς νεοκλασικού (δωρεά του Λάμπρου Ευταξία), σε σύγχρονο μουσείο, σε Κέντρο Μελέτης και Ισλαμικών Σπουδών, έγινε βάσει των μελετών του αρχιτέκτονα Πέτρου Καλλιγά.
Στη διάρκεια των εργασιών βρέθηκε ένα μεγάλο, καλοδιατηρημένο τμήμα του αρχαίου τείχους της Αθήνας. Την ανασκαφή του ανέλαβε η Ιωάννα Δρακωτού της Γ΄ Ευφορίας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, με την εποπτεία της Λιάνας Παρλαμά.
Προκειμένου να παραμείνει το εύρημα στη θέση του και να διαμορφωθεί κατάλληλα το υπόγειο, ώστε να είναι επισκέψιμο το αρχαίο τείχος, τροποποιήθηκε η αρχική αρχιτεκτονική και στατική μελέτη. Το συνολικό κόστος (μελέτες, οικοδομικές εργασίες, αρχαιολογικές έρευνες, βιτρίνες κ.ά.) ανέρχεται στα 4.359.000 ευρώ, εκ των οποίων 2.597.000 έδωσε το ΠΕΧΩΔΕ και από 300.000 ευρώ το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και η "Πολιτιστική Ολυμπιάδα".
Το Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης, ένα από τα λίγα του δυτικού κόσμου, που φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα κέντρο μελέτης και έρευνας ανοιχτό, ένα παράθυρο επικοινωνίας με τον βαλλόμενο κόσμο της Ανατολής, εγκαινιάζει την Πέμτπη 29 Ιουλίου ο πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής.