Mε την κηρυξη της λήξης της θριαμβευτικής διήμερης δημοπρασίας των έργων του Ντέιμιεν Χερστ στις 15 και 16 Σεπτεμβρίου στον οίκο Sotheby’s, λίγο ενδιέφερε αν ο Βρετανός καλλιτέχνης ξεπέρασε για ακόμη μια φορά το δικό του ρεκόρ μένοντας σταθερά πρώτος στη λίστα των πιο «ακριβών» και ταυτόχρονα πιο πλούσιων καλλιτεχνών αυτήν τη στιγμή στον κόσμο. Η πορεία μερικών ανθρώπων μοιάζει να είναι προδιαγεγραμμένη από πολύ νωρίς και η ιλιγγιώδης άνοδος του Χερστ στην golden list της μοντέρνας Tέχνης μπορεί να χρειάστηκε πολλά νεκρά? ζώα, αλλά ήδη από τα μισά της σωτήριας δεκαετίας του ’90 δεν διέθετε καμιά άλλη φορά εκτός από ανοδική.
Ηθελα να ανακαλύψω πού βρίσκονται τα όριά μου. Ανακάλυψα ότι δεν υπήρχαν όρια. Στ’ αλήθεια, ήθελα να σταματήσω αλλά κανείς δεν μπόρεσε να με σταματήσει», δήλωνε ο Χερστ όταν ακόμη το όνομά του βρισκόταν δεύτερο, κάτω από αυτό του Τζάσπερ Τζόουνς, στη λίστα των πιο πλούσιων καλλιτεχνών στον κόσμο. Η πώληση του διασημότερου ίσως έργου του με τίτλο «The Physical Impossibility Of Death In The Mind Of Someone Living» που απεικόνιζε τον διάσημο νεκρό καρχαρία μέσα σε μια βιτρίνα με φορμαλδεΰδη έναντι του ποσού των 8 εκατομμυρίων δολαρίων υπήρξε το 2004 η μεγαλύτερη τιμή που πέτυχε ποτέ καλλιτέχνης εν ζωή μετά τον Τζεφ Κουνς για ένα μόνο έργο. Κανείς δεν έδειξε, ωστόσο, να παραξενεύεται. Ο Ντέιμιεν Χερστ είχε εμφανιστεί στον χώρο της μοντέρνας Τέχνης στις αρχές της δεκαετίας του ’90 ως η ίσως πιο ενδιαφέρουσα περιπτώση καλλιτέχνη από την εποχή του Αντι Γουόρχολ. Και αυτό -για όσους γνωρίζουν έστω και ελάχιστα τους μηχανισμούς του εμπορίου τέχνης- μεταφράζεται συνήθως σε πολλά εκατομμύρια δολάρια. Ή, για να είμαστε πιο ακριβείς, σε πολλά εκατομμύρια λίρες. Και φυσικά σε μια σειρά αντιδράσεων που ειδικά στην περίπτωση του Χερστ υπήρξαν πιο έντονες από οποιονδήποτε σύγχρονό του.
Γεννημένος στους γκρίζους εργατικούς δρόμους του Μπρίστολ τo 1965, ο Ντέιμιεν Χερστ μεγάλωσε, ωστόσο στο αυστηρό καθολικό περιβάλλον της μονογονεϊκής οικογένειάς του (ο πατέρας του τους εγκατέλειψε σε ηλικία 12 ετών) στο Λιντς προτιμώντας αντί για τον Θεό τους? Sex Pistols. Και αντί για τα μαθηματικά? την τέχνη. Τα Κολέγια του Γκόλντσμιθς στο Λονδίνο και του Λιντς θα τον έκαναν δεκτό ύστερα από πολλές προσπάθειες, προσπαθώντας να τιθασεύσουν την αχαλίνωτή του τάση για κάθε είδους καταχρήσεις και κυρίως να καταλάβουν την εμμονή του παράξενου νεαρού με τον θάνατο. Μέχρι τη στιγμή που ο Τσαρλς Σαάτσι, ένας από τους μεγαλύτερους εμπόρους τέχνης του 20ού αιώνα θα έμενε με το στόμα ανοιχτό βλέποντας ένα από τα πρώτα έργα του Χερστ σε ένα μικρό αυτοσχέδιο σόου σε μια αποθήκη πίσω στο 1991.
Ο,τι θα ακολουθούσε τη γνωριμία του Σάατσι με τον Χερστ περιγράφεται μόνο με μερικές από τις σημαντικότερες σελίδες της ιστορίας της μοντέρνας τέχνης, αντιδράσεις στα όρια ενός «ανοιχτού πολέμου» και έναν καλλιτέχνη που θα μεταμορφωνόταν σταδιακά αλλά με άκρως εντυπωσιακό τρόπο σε ένα φαινόμενο προς μαζική κατανάλωση.
«Η ιδέα είναι πιο σημαντική από το ίδιο το αντικείμενο». Αυτό υπήρξε πάντοτε το μότο ζωής του Χέρστ που μόλις το 1992 θα έφτιαχνε το περιβόητο καρχαρία στη βιτρίνα αναγκάζοντας τον διάσημο κριτικό Τέχνης Ρόμπερτ Χιουζ να δηλώσει πως «οι πινελιές στο κολάρο ενός πίνακα του Βελάσκεθ είναι πιο επαναστατικές από έναν καρχαρία που αποσυντίθεται μέσα σε ένα κουτί στην άλλη άκρη του Τάμεση». Ο Χερστ όμως είχε ήδη από τότε τις απαντήσεις: «Εχεις δίκιο πως ο καθένας θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο, αλλά δεν το έκανε. Το έκανα εγώ». Και αυτό ήταν η αρχή του τέλους.
Κάθε έργο του Χερστ από τότε θα γινόταν θέμα για δημόσιο διάλογο ή δημόσια κατακραυγή (όπως το διάσημο περιστατικό με τον καλλιτέχνη που έριξε μαύρο μελάνι πάνω σε έργο του Χερστ που απεικόνιζε ένα νεκρό πρόβατο ονομάζοντας το «Μαύρο Πρόβατο») ενώ κάθε καινούρια «ιδέα» του καλλιτέχνη θα γινόταν ακόμη ένα βήμα προς την αιωνιότητα. Η ελευθερία που δόθηκε στον Χερστ από τον «μέντορα» του Σάατσι υπήρξε το καλύτερο δώρο για τον πρώτο. Το κίνημα των «νέων Βρετανών καλλιτεχνών» βρήκε στο πρόσωπό του τον αρχηγό του, οι δημοσιογράφοι βρήκαν τον δάσκαλο τους (με τον Χερστ να τους χαρίζει μέχρι και ένα αναμμένο τσιγάρο πάνω στο μόριο του!), το βραβείο Turner (το σημαντικότερο για τη βρετανική τέχνη) έναν ακόμη κερδισμένο το 1995, οι αρχές της Νέας Υόρκης μια ευκαιρία να λογοκρίνουν το έργο του με τη σάπια αγελάδα και τον σάπιο ταύρο να κάνουν σεξ από τον φόβο «μήπως οι θεατές κάνουν εμετό» και το Βρετανικό Συμβούλιο μια άρνηση που δεν περίμενε ποτέ από τον Χερστ όταν του προτάθηκε να εκπροσωπήσει τη χώρα στην Biennale της Βενετίας το 1999, απλώς επειδή «δεν το έβρισκε σωστό». Το 2002, μία ημέρα μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους στη Νέα Υόρκη, ο Χερστ θα έκανε μια δήλωση που θα τον έστελνε οριστικά στο πάνθεον των αγαπημένων ανεπιθύμητων. Δίνοντας συγχαρητήρια στους τρομοκράτες για το «έργο τέχνης» που δημιούργησαν, θα αναγκαζόταν να ζητήσει δημόσια συγνώμη από τις οικογένειες των θυμάτων.
«Θα ήταν καλό να βγάλω πολλά χρήματα, αλλά είναι λίγο δύσκολο, γιατί κάθε φορά που βγάζω χρήματα φτιάχνω ένα μεγαλύτερο έργο που κοστίζει περισσότερο», δήλωνε ο Χερστ όταν ακόμη τα έργα του πωλούνταν σε συλλέκτες και μουσεία σε λογικές τιμές.
ο πρωτο αστρονομικό ποσό όμως θα ερχόταν το 2003 με τα 20 εκατομμύρια δολάρια που αποκόμισε από την ατομική έκθεση του («Romance In The Age Of Uncertainty») στο Λονδίνο και φτάνοντας μέχρι τον Ιούνιο του 2006, η πώληση του «Lullaby Spring» έναντι του αστρονομικού ποσού των 19.2 εκατομμυρίων δολαρίων.
Ο Χερστ όμως δεν θα σταματούσε εκεί. Επιβεβαιώνοντας τον πάλαι πότε συνεργάτη του, Τσαρλς Σάατσι που είχε δηλώσει πως «Σε μία ιστορία της τέχνης του 2105 κάθε καλλιτέχνης εκτός από τον Τζάκσον Πόλοκ, τον Αντι Γουόρχολ, τον Ντόναλτ Τζαντ και τον Ντέιμιεν Χερστ θα είναι απλά μια υποσημείωση», τον Ιούλιο του 2008 ανακοίνωσε αυτό που σήμερα έχει φέρει το όνομα του στο κέντρο πολλαπλών συζητήσεων για το μέλλον του εμπορίου στον χώρο της μοντέρνας τέχνης.
Η δημοπρασία της καινούριας του ατομικής έκθεσης με τίτλο «Beautiful Inside My Head Forever» στο Sotheby’s θα ήταν η πρώτη δημοπρασία καλλιτέχνη που θα γινόταν χωρίς την παρεμβολή καμίας γκαλερί και κανενός εμπόρου με 223 καινούρια έργα που θα έβγαιναν κατευθείαν από το ατελιέ του Χερστ για να πουληθούν: «Είναι πολύ δημοκρατικό να πουλάς τέχνη με αυτόν τον τρόπο και μοιάζει να είναι η φυσική εξέλιξη της μοντέρνας τέχνης. Ακόμη κι αν είναι ριψοκίνδυνο, θέλω να αντιμετωπίσω την πρόκληση αυτής της καινοτομίας», δήλωνε ο καλλιτέχνης πριν τις 15 Σεπτεμβρίου του 2008.? Μετά τις 16 Σεπτεμβρίου τα νούμερα μιλούσαν από μόνα τους: 21 χιλιάδες επισκέπτες με τον αυστηρό περιορισμό των 656 αγοραστών την πρώτη νύχτα, 10,3 εκατομμύρια λίρες (18,5 εκατομμύρια δολάρια) για το «The Golden Calf» που ξεπέρασε το προηγούμενο ρεκόρ του Χερστ για ένα μόνο έργο, 198 εκατομμύρια δολάρια συνολικές εισπράξεις και για τις δύο βραδιές με μόνο τρια έργα να μένουν απούλητα και η πιο «εμπορική» δημοπρασία ατομικής συλλογής εν ζωή καλλιτέχνη στον κόσμο.?Το προηγούμενο ρεκόρ ανήκε για εν ζωή καλλιτέχνη στον Λουσιάν Φρόιντ (33,6 εκατομμύρια δολάρια).
Με την κήρυξη της λήξης της πρωτοφανούς αυτής δημοπρασίας, αυτό που τελικά είχε σημασία δεν ήταν ο τραπεζικός λογαριασμός του Χερστ αλλά η επίσημη δήλωση των Sotheby’s: «Δεν ξέρουμε που θα οδηγήσει όλο αυτό στο μέλλον. Αυτή η επιχείρηση μετράει πίσω της 250 χρόνια και αυτή είναι η πρώτη φορά που συνεργαστήκαμε με έναν εν ζωή καλλιτέχνη με αυτόν τον τρόπο. Είμαστε σίγουροι, ωστόσο, πως αυτή ήταν η βάση για μια σειρά καινούριων ευκαιριών». Ισως αυτών που αναζητάει ο ίδιος ο Χερστ που σήμερα ζει με τη γυναίκα του και τα τρία του παιδιά σε μία αγροτική έκταση στο Βόρειο Ντέβον έχοντας σταματήσει το ποτό και τα ναρκωτικά που τον εξώθησαν όχι σπάνια σε δημόσιες συμπεριφορές που βοήθησαν στην ολοκλήρωση της εικόνας ενός μοναδικού προβοκάτορα καλλιτέχνη. Στα 43 του χρόνια δηλώνει όπως και παλιότερα - μόνο που αυτή τη φορά μοιάζει να το εννοεί - πως «ξαφνικά αρχίζεις να σκέφτεσαι πως αυτό που θέλεις είναι κάτι άλλο. Κάτι πιο προσωπικό, πιο ήρεμο, πιο σκοτεινό». Κάτι σαν την ολοκληρωτική απόδραση από κάθε σύμβαση, που ακόμη και για τους επικριτές του, είναι κάτι για το οποίο κανείς δεν θα μπορούσε να αμφισβητήσει ότι προσπάθησε με κάθε τρόπο σε όλη του τη διαδρομή μέχρι σήμερα.
Πώς να γίνετε ένας πετυχημένος καλλιτέχνης
από τον Ντέιμιεν Χερστ
- Οι καλλιτέχνες είναι σαν όλους τους άλλους ανθρώπους.
- Η απάντηση στο ποιο είναι το νόημα της ζωής είναι να σταματήσεις να το σκέφτεσαι. Και απλώς να ζεις.
- Πάντοτε πίστευα ότι η τέχνη είναι απλώς εκεί και μπορώ να τη δω. Οπότε δεν έχω και πολλή δουλειά να κάνω κάθε φορά.
- Αγνοώ επίμονα τα χρήματα.
- Πιστεύω πως η αυτοκτονία είναι το πιο σημαντικό πράγμα όσο ζεις.
- Η αθανασία είναι επιθυμητή. Σε κάθε περίπτωση, όσον αφορά τις εικόνες.
- Σε ένα έργο τέχνης αναζητάς πάντοτε τις αποφάσεις του καλλιτέχνη. Γι’ αυτό το τασάκι είναι ένα τέλειο αντικείμενο. Εμπεριέχει τη ζωή και τον θάνατο.
- Το να καπνίζεις είναι ο τέλειος τρόπος για να κάνεις απόπειρα αυτοκτονίας χωρίς να πεθάνεις. Καπνίζω επειδή είναι κακό, τόσο απλά.
- Μερικές φορές όταν είσαι μεθυσμένος βλέπεις καλύτερα.
- Δεν υπάρχει κανένας τρόπος να κερδίσεις αυτό που θες.
- Πιστεύω πως η τέχνη βοηθάει να κοιτάξεις στο παρελθόν και στο μέλλον, όχι στον παρόν. Στο τέλος της μέρας, οι άνθρωποι είναι πιο σημαντικοί από τις ζωγραφιές.
Η χρυσή λίστα του Ντέιμιεν Χερστ
The Physical Impossibility Of Death In The Mind Of Someone Living - 1992.
Ενας νεκρός καρχαρίας μέσα σε μία βιτρίνα με φορμαλδεΰδη. Πουλήθηκε το 2004 αντί 8 εκατομμυρίων δολαρίων φέρνοντας τον Χερστ στη δεύτερη θέση του πιο πλούσιου καλλιτέχνη εν ζωή στον κόσμο. Θα βρίσκεται ως έκθεμα στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης μέχρι το 2010.
Lullaby Spring - 2002.
Το διάσημο ράφι με χάπια που πουλήθηκε τον Ιούνιο του 2007 σε δημοπρασία στο Sotheby’s και αγοράστηκε από τον Εμίρη του Κατάρ για το ποσό των 23,4 εκατομμυρίων δολαρίων κάνοντας αυτόματα τον Χερστ τον πλουσιότερο καλλιτέχνη εν ζωή στον κόσμο.
For the Love Of God - 2007.
Ενα πλατινένιο ανθρώπινο κρανίο με 8.601 διαμάντια, με ένα ροζ διαμάντι στο μέτωπο. Φημολογείται ότι αγοράστηκε από έναν ανώνυμο συλλέκτη για 50 εκατομμύρια λίρες (92 εκατομμύρια δολάρια) η μεγαλύτερη τιμή για ένα έργο εν ζωή καλλιτέχνη).
The Golden Calf - 2007.
Ενας ταύρος σε φορμαλδεύδη με κέρατα από χρυσό 18 καρατίων πουλήθηκε στην περιβόητη δημοπρασία του Σεπτεμβρίου στο Sotheby’s για το ποσό των 10,3 εκατομμυρίων λιρών (18,5 εκατομμύρια δολάρια) φέρνοντας τον Χερστ και το εμπόριο της τέχνης σε μια ολοκαίνουργια εποχή.
ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΡΑΝΑΚΗΣ