Είδαμε τον «Γενικό Γραμματέα» σε σκηνοθεσία Σοφίας Μαραθάκη στην Πειραματική του Εθνικού

20.02.2017
Ο «Γενικός Γραμματεύς» αποτελεί ένα σημαντικό δείγμα νεοελληνικής δραματουργίας, καθώς ο συγγραφέας του, Ηλίας Καπετανάκης, όχι μόνο εξελίσσει και ενισχύει την κωμωδία της εποχής του, αλλά μέσα από αυτή καυτηριάζει την πολιτική και κοινωνική διαφθορά, καθώς και τις επιπτώσεις της πολιτικής εξουσίας στον οικογενειακό βίο.

Το έργο αφορά την ιστορία ενός επαρχιώτη, που μέσω ενός πολιτικού ρουσφετιού διορίζεται ως Γενικός Γραμματέας στο δημόσιο και μετακομίζει με τη γυναίκα και τα δύο του παιδιά στην Αθήνα. Εκεί, οικογενειακώς παρασύρονται από την ψευδαίσθηση της εξουσίας και αλλοτριώνονται ψυχή τε και σώματι. Η κολακεία, η ξενομανία, οι πελατειακές σχέσεις, η απάτη, η υποκρισία και η κλοπή, όλα παρελαύνουν από μπροστά μας καταδεικνύοντας το ψηφιδωτό της Νέας Ελλάδας, μιας Ελλάδας που δε διαφέρει και πολύ από τη σύγχρονη.

Το γεγονός πως η Σοφία Μαραθάκη και η ομάδα της, ΑΤΟΝΑλ, μετά τη μεγάλη περσινή επιτυχία «Ο Φίλιπ Γκλας αγοράζει μια φραντζόλα ψωμί», επέλεξε αυτό ακριβώς το έργο να σκηνοθετήσει στην Πειραματική Σκηνή -1 του Εθνικού, παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον για το πώς θα καταφέρει να προσεγγίσει – γιατί μιλάμε για μια σκηνή, για την οποία έχουν γίνει και εξακολουθούν να γίνονται μεγάλες συζητήσεις γύρω από τη σύγχρονη πειραματικότητά της- και να φέρει στο σήμερα ένα έργο που γράφτηκε το 1890 τονίζοντας όχι μόνο τη διαχρονικότητά του, αλλά πηγαίνοντάς την και ένα βήμα παραπέρα. Αυτό το κατάφερε. Δούλεψε την παράσταση εξαντλητικά, σκηνή προς σκηνή, ατάκα προς ατάκα, έστησε τους χαρακτήρες όπως ακριβώς ήθελε, τους στυλιζάρισε κινησιολογικά στο έπακρο, δε δίστασε να «χτίσει» ακόμη και προσωπικότητες- καρικατούρες πάνω τους, να τους φορέσει φουστανέλες και να τους βάλει να χορέψουν τον Υμνο του ΠΑΣΟΚ. Δεν έμεινε όμως εκεί: παράλληλα, προσπάθησε να διεισδύσει στην ψυχολογία του καθενός ξεχωριστά, να απομονώσει και να αναδείξει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, καταφέρνοντας τελικά να θέσει τις βάσεις ενός γόνιμου διαλόγου ανάμεσα σε παρελθόν, παρόν και μέλλον, βάσεις που σε καμία περίπτωση δε φέρνουν την κάθαρση, αλλά που καταδεικνύουν τον «αυτιστικό» κύκλο της ιστορίας ενός λαού και το γεγονός πως τελικά ο άνθρωπος όταν λάβει εξουσία… φθείρεται και σε ατομικό και σε κοινωνικό επίπεδο.

Ισχυρά της όπλα; Η στιβαρή υποκριτική ομάδα (Μιχάλης Βαλάσογλου, Λήδα Κουτσοδασκάλου, Ρένα Κυπριώτη, Σοφία Μαραθάκη, Λεονάρδος Μπατής , Κωνσταντίνος Παπαθεοδώρου, Φωτεινή Παπαχριστοπούλου, Γιώργος Σύρμας, Δημήτρης Τσιγκριμάνης, Νικόλας Χανακούλας) που μας δημιούργησε την αίσθηση πως «έπαιζε όλη σαν μία γροθιά», η εκμετάλλευση στοιχείων της σλάπστικ κωμωδίας (πολλά σημεία έχουν μία έντονη αισθητική του θεάτρου του παραλόγου, αλλά και του Γκόγκολ) και η μουσική του Χαράλαμπου Γωγιού, με την οποία η Μαραθάκη αναδόμησε ολοκληρωτικά το έργο μεταμορφώνοντάς το σε σύγχρονη οπερέτα. Πραγματικά έξοχο το εύρημα να ακούγεται η μουσική εν είδει παρτιτούρας μέσα από ένα μουσικό κουτί, καθώς δημιουργούσε μεν έντονη την αίσθηση του …προδιαγεγραμμένου, παράλληλα δε αποφεύχθηκε ο σκόπελος του καταγγελτικού έργου.
Εκεί που ωστόσο η παράσταση διολισθαίνει είναι στην υπέρμετρη χρήση του μουσικού αυτού στοιχείου και στη χρονική της διάρκεια. Μολονότι δεν υπερέβαινε τις δύο ώρες, τα μακρόσυρτα μουσικά της μέρη και η διαρκής επανάληψη πολλών κωμικών ευρημάτων κούρασαν και αποσυντόνισαν. Και είναι κρίμα γιατί αν η παράσταση ήταν κατά μισή ώρα μικρότερη, σήμερα θα μιλούσαμε για ένα αληθινό διαμάντι.

Να δει τελικά κάποιος αυτόν τον γενικό Γραμματέα: Ναι γιατί θα δει όλα τα κακώς κείμενα του ελληνικού dna, αλλά και της ελληνικής πολιτικής σκηνής επί σκηνής, διανθισμένα με χιούμορ, τραγούδι, φουστανέλα και χορό.

Γεωργία Οικονόμου
[email protected]