Επανακυκλοφορεί ο «Έβδομος Ελέφαντας» του Αλέξη Σταμάτη

25.10.2016
Ο «Έβδομος Ελέφαντας» του Αλέξη Σταμάτη πρωτοδημοσιεύτηκε το 1998. Επρόκειτο για την πρώτη του πεζογραφική απόπειρα μετά από τρεις ποιητικές συλλογές.

Πώς προέκυψε η συγγραφή του; «Η ιδέα για το βιβλίο μου ήρθε τέλη καλοκαιριού του 1996, καθώς καθόμουν στο κατάστρωμα ενός πλοίου που με πήγαινε στην Πάρο. Περνούσα μια πολύ ιδιαίτερη περίοδο της ζωής μου, και με τα βλέμμα χαμένο στη θάλασσα, σκεφτόμουν, αναπολούσα, συνειδητοποιούσα όσα κατακλυσμιαία είχαν συμβεί το τελευταίο διάστημα. Μια ποιητική εικόνα μου ήρθε στο νου. Μια σύλληψη “συνολική” κάτι που θα μπορούσε να εξελιχτεί σε ένα ποίημα μεγάλων διαστάσεων. Το “ποίημα” όμως αυτό, “άπλωσε” και “έπαθε” πλοκή.

Μόλις πριν από κάποιους μήνες και συγκεκριμένα στις 10 Απριλίου του 1996 είχα κόψει τα πότο ύστερα από δέκα χρόνια βαρέως αλκοολισμού που παραλίγο να με οδηγήσει στο τέλος. Οι γιατροί μου έδιναν 2% πιθανότητες επιβίωσης εάν έπινα έστω και μια σταγόνα και εγώ συνέχιζα ακάθεκτος. Η εκδίκηση του Βάκχου ήταν άγρια. Κι όμως, έτσι απότομα, έτσι όπως γυρνάνε ανάποδα τα ρολόγια και τα αίματα, εκείνη την σημαδιακή μερα, η ζωή μου άλλαξε άρδην.

Είναι μια περιπέτεια για την όποια έχω μιλήσει δημόσια και δεν έχει ίσως νόημα να επαναλάβω εδώ. Όταν όμως πρωτοβγήκε το βιβλίο, το όποιο περιέχει αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία (αλλά και ένα μεγάλο κομμάτι μυθοπλασίας) κανείς σχεδόν δεν ήξερε ότι ο πρωτοεμφανιζόμενος αυτός συγγραφέας γνωρίζει από πρώτο χέρι όσα γράφει».

Αναφορικά με το βιβλίο, ο Αλέξης Σταμάτης αναφέρει: «Ο ανώνυμος ήρωας του βιβλίου είναι ένας άνθρωπος σε μια οριακή φάση της ζωης του. Για να ξεπεράσει όσα τον βαραίνουν πρέπει να κατέβει πολύ χαμηλά. Πρέπει να φτάσει ως τον πάτο και ακόμη πιο κάτω, ώστε να μπορέσει κάποια στιγμή να αναρριχηθεί στο ύψος του παλιού του εαυτού.

Αυτή η αλλαγή επωάζεται μέσα του συστηματικά και όπως όλες οι μεγάλες ανατροπές θα εμφανιστεί ακαριαία και συμπαγώς. Κι αυτό γιατί το διάστημα εκείνο πριν τις σημαντικές ανθρώπινες πράξεις, τις σπάνιες εκείνες στιγμές όπου συντελείται μια συνοπτική δόξα του εαυτού μας, υπάρχει μια πυκνότητα, ένα «τώρα», πυκνό και αρραγές. Σε μια στιγμή μπορεί κανείς να τα δει όλα.

Αυτό το σπινθήρισμα είναι φυσικά στιγμιαίο, είναι μια εξέγερση της ψυχής, μια έξοδος που συντελείται κυρίως στον έρωτα αλλά όχι μόνον. Οι στιγμές αυτές της προσωπικής ακτινοβολίας διαρκούν απειροελάχιστα, επειδή αυτή είναι ακριβώς η φύση τους. Είναι θραύσματα, χρονικά ψιχία που δεν μπορούμε να τα κρατήσουμε για πάντα. Όμως είναι ακριβώς αυτή τους η φευγαλέα φύση που τροφοδοτεί και συντηρεί το όνειρο, εκείνη που πιστοποιεί την μοναδικότητα της ύπαρξης. Αυτές οι στιγμές είναι όπως η ποίηση, μια στιγμιαία μεταφυσική. Ένα διάστημα κατά το οποίο ο χρόνος δεν κυλάει. Αναβλύζει.

Έτσι, μετά απ αυτή την ανεμοδαρμένη περίοδο η ψυχή του ήρωα κάποια στιγμή θα αναβλύσει ολόκληρη και από τότε τίποτα δεν θα είναι πια όπως πριν.

Ξαναγυρίζω στο προσωπικό. Με την περιπέτεια της ζωής τόσο νωπή, η περιπέτεια της συγγραφής είχε μια αυθεντικότητα και ένα εξομολογητικό στοιχείο. Παρόλα αυτά, ξαναδιαβάζοντας το βιβλίο, αναγνωρίζω πως ακόμη και λίγους μήνες μετά από έναν τέτοιο ψυχικό κραδασμό, μια τόσο σημαντικη αναδιάταξη των τεκτονικών πλακών του είναι, υπάρχει μια απόσχιση, μια απόσταση από το «δράμα», που πιθανόν να ήταν και αυτή που να με βοήθησε κι εμένα να δω τα πράγματα αλλιώς και να ανοίξω τη ζωή και τη ψύχη μου, ώστε να ζήσω πια ως εγώ.

Το κείμενο παραμένει αυτούσιο χωρίς να αλλάξει ούτε ένα κόμμα. Έξαλλου τις παλιές μας φωτογραφίες δεν τις ρετουσάρουμε. Και οι παλιές μας ουλές είναι η περιουσία μας».